Καταργήθηκε από:
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 190A_2000 | 63.46 KB |
1. Τις διατάξεις των άρθρων 4 και 5 του Ν. 1338/1983 «Εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου» (34/Α') όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 6 του Ν. 1440/1984 «Συμμετοχή της Ελλάδας στο κεφάλαιο, στα αποθεματικά και τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, στο κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακος και Χάλυβος και του Οργανισμού Εφοδιασμού ΕΥΡΑΤΟΜ» (70/Α') και με το άρθρο 19 του Ν. 2367/1995 «Νέοι χρηματοπιστωτικοί θεσμοί και άλλες διατάξεις» (261/Α').
2. Τις διατάξεις του άρθρου 29 Α του Ν. 1558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» (137/Α'), που προστέθηκε με το άρθρο 27 του Ν. 2081/1992 «Ρύθμιση του θεσμού των Επιμελητηρίων κ.λπ.» (154/Α') και αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1, παράγραφος 2 α του Ν. 2469/1997 «Περιορισμός και βελτίωση της αποδοτικότητας των κρατικών δαπανών και άλλες διατάξεις» (38/Α').
3. Τις διατάξεις του Π.Δ/τος 372/1995 «Μεταφορά της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων από το Υπουργείο Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων στο Υπουργείο Εργασίας» (201/Α').
4. Τις διατάξεις του Π.Δ/τος 368/1989 «Οργανισμός του Υπουργείου Εργασίας» (163/Α'), όπως ισχύει σήμερα.
5. Ότι με την εφαρμογή του παρόντος προεδρικού διατάγματος δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του προϋπολογισμού του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή του κρατικού προϋπολογισμού ή προϋπολογισμού Ν.Π.Δ.Δ.
6. Την με αριθμό 289/2000 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας μετά από πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Δικαιοσύνης.
Σκοπός του παρόντος προεδρικού διατάγματος είναι η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1996 σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών» (Ε.Ε.Έ. 18/1/21.1.1997).
1. Το παρόν Προεδρικό Διάταγμα εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε κράτος που έχει υπογράψει τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο [Ν. 2155/1993 (104/Α')] και δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίες, στο πλαίσιο διεθνικής παροχής υπηρεσιών, προβαίνουν σε απόσπαση εργαζομένων, σύμφωνα με την παράγραφο 2, στο έδαφος της Ελλάδας.
2. Το παρόν προεδρικό διάταγμα εφαρμόζεται, όταν η απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο διεθνικής παροχής υπηρεσιών στο έδαφος της Ελλάδας, από τις επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής αυτού, εμπίπτει σε μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) απόσπαση ενός εργαζομένου για λογαριασμό τους και υπό τη διεύθυνσή τους με σκοπό την εκτέλεση σύμβασης που συνάπτεται μεταξύ της επιχείρησης που αποσπά τον εργαζόμενο και του αποδέκτη της παροχής των υπηρεσιών που ασκεί τις δραστηριότητές του στην Ελλάδα, εφόσον υφίσταται εργασιακή σχέση μεταξύ της επιχείρησης που αποσπά τον εργαζόμενο και του εργαζομένου κατά το χρόνο της απόσπασης,
β) απόσπαση ενός εργαζομένου σε εγκατάσταση ή σε επιχείρηση του ομίλου, του οποίου η επιχείρηση που αποσπά τον εργαζόμενο αποτελεί μέλος, εφόσον υφίσταται εργασιακή σχέση μεταξύ της επιχείρησης που αποσπά τον εργαζόμενο και του εργαζομένου κατά το χρόνο της απόσπασης, γ) απόσπαση ενός εργαζομένου από επιχείρηση προσωρινής απασχόλησης ή από επιχείρηση που διαθέτει εργαζομένους σε χρήστρια επιχείρηση που είναι εγκατεστημένη ή ασκεί τις δραστηριότητες της στο έδαφος της Ελλάδας, εφόσον κατά τη διάρκεια της απόσπασης υφίσταται εργασιακή σχέση μεταξύ της επιχείρησης προσωρινής απασχόλησης ή της επιχείρησης που διαθέτει εργαζομένους και του εργαζομένου.
3. Το παρόν προεδρικό διάταγμα δεν εφαρμόζεται στις ναυτιλιακές επιχειρήσεις όσον αφορά τους εργαζομένους που υπηρετούν στα θαλασσοπλοούντα πλοία (ναυτιλόμενο προσωπικό).
4. Οι επιχειρήσεις που είναι εγκατεστημένες στο έδαφος κράτους άλλου από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, δεν μπορούν να τυγχάνουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης.
Για την εφαρμογή του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος:
1. Ως εργαζόμενος νοείται, κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο συνδέεται με σχέση εξαρτημένης εργασίας με επιχείρηση που υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος προεδρικού διατάγματος.
2. Ως αποσπασμένος εργαζόμενος νοείται, κάθε εργαζόμενος κατά τον ορισμό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ο οποίος εργάζεται συνήθως στο έδαφος άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης ή στο έδαφος κράτους που έχει υπογράψει τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής 'Ενωσης και τον οποίο η επιχείρηση αποσπά στο έδαφος της Ελλάδας, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 2, για να εκτελέσει την εργασία του για περιορισμένο χρονικό διάστημα.
3. Ως όμιλος επιχειρήσεων νοείται, κάθε όμιλος ο οποίος περιλαμβάνει ελέγχουσα και ελεγχόμενες επιχειρήσεις κατά τους ορισμούς του άρθρου 3 του Προεδρικού Διατάγματος 40/1997 (39/Α').
1. Οι επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος προεδρικού διατάγματος και προβαίνουν σε απόσπαση εργαζομένων στο έδαφος της Ελλάδας, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2, υποχρεούνται να εγγυώνται στους εργαζομένους που αποσπούν, ανεξάρτητα από το δίκαιο που διέπει τη σχέση εργασίας τους, την εφαρμογή των όρων εργασίας που καθορίζονται από την ελληνική εργατική νομοθεσία (νόμοι, διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις), την εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας, που είναι εκ του νόμου γενικής εφαρμογής, καθώς και από τις εκάστοτε ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή διαιτητικές αποφάσεις που έχουν κηρυχθεί γενικώς υποχρεωτικές σύμφωνα με το άρθρο 11 του Νόμου 1876/1990 «Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και άλλες διατάξεις» (27/Α') και αφορούν στα κατωτέρω θέματα:
α) τις μέγιστες περιόδους εργασίας και τις ελάχιστες περιόδους ανάπαυσης,
β) την ελάχιστη διάρκεια της ετήσιας άδειας με αποδοχές,
γ) τα ελάχιστα όρια μισθού, κατά την έννοια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου,
δ) την προστασία των παιδιών και των νέων κατά την εργασία,
ε) την προστασία των γυναικών που βρίσκονται σε κατάσταση εγκυμοσύνης ή λοχείας κατά την εργασία,
στ) την προστασία της υγείας, της ασφάλειας και της υγιεινής των εργαζομένων κατά την εργασία,
ζ) την ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών,
η) τη μη διάκριση στην εργασία ιδίως λόγω: φυλετικής ή εθνικής καταγωγής, χρώματος, γλώσσας, σωματικής ή πνευματικής ή ψυχικής πάθησης εφόσον οι εργαζόμενοι είναι αποδεδειγμένα ικανοί να εκτελέσουν την εργασία που τους ανατίθεται, κοινωνικής προέλευσης, μερικής απασχόλησης, προσχώρησης ή μη σε συνδικαλιστικές οργανώσεις, πολιτικών ή θρησκευτικών πεποιθήσεων,
θ) τη θέση εργαζομένων στη διάθεση χρήστριας επιχείρησης από επιχειρήσεις προσωρινής απασχόλησης ή από επιχειρήσεις διάθεσης εργαζομένων.
2. Για την εφαρμογή του παρόντος προεδρικού διατάγματος, ως ελάχιστα όρια μισθού νοούνται οι ακαθάριστες αποδοχές που καθορίζονται από την ελληνική εργατική νομοθεσία (νόμοι, διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις),από την εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας, που είναι γενικής εφαρμογής, καθώς και από τις εκάστοτε ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή διαιτητικές αποφάσεις που έχουν κηρυχθεί γενικώς υποχρεωτικές, και οι οποίες συνίστανται από το βασικό μισθό και τα επιμέρους προβλεπόμενα επιδόματα, συμπεριλαμβανομένων και των αμοιβών και προσαυξήσεων για υπερωριακή εργασία.
Δεν περιλαμβάνονται στα ελάχιστα όρια μισθού οι εισφορές στα συμπληρωματικά συνταξιοδοτικά συστήματα καθώς και οι χορηγούμενες από αυτά παροχές.
Ομοίως, δεν περιλαμβάνονται οι παροχές που χορηγούνται στους αποσπασμένους εργαζόμενους εξαιτίας της απόσπασης, εφόσον καταβάλλονται με τη μορφή επιστροφής των εξόδων που προκλήθηκαν πράγματι λόγω της απόσπασης, όπως έξοδα ταξειδίου, στέγης ή διατροφής.
3. Η παράγραφος 1 εδάφια β' και γ' του παρόντος άρθρου, που αφορούν στην ελάχιστη διάρκεια της ετήσιας άδειας με αποδοχές και στα ελάχιστα όρια μισθού, δεν εφαρμόζονται στις αποσπάσεις εργαζομένων που προ- βλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 εδάφια α' και β' σε περίπτωση εκτέλεσης εργασιών αρχικής συναρμολόγησης ή/και πρώτης εγκατάστασης ενός αγαθού, εφόσον οι εργασίες αυτές προβλέπονται στη σύμβαση παροχής αγαθών, είναι απαραίτητες για τη θέση σε λειτουργία του παρεχομένου αγαθού, εκτελούνται από εργαζομένους με ειδικά προσόντα ή/και εξειδικευμένους εργαζόμενους της επιχείρησης που παρέχει το αγαθό και η διάρκεια της απόσπασης δεν υπερβαίνει τις οκτώ (8) ημέρες.
Το ανωτέρω εδάφιο δεν εφαρμόζεται στις δραστηριότητες του οικοδομικού τομέα με σκοπό την κατασκευή, την αποκατάσταση, την τακτική συντήρηση, τη μετατροπή ή την κατεδάφιση οικοδομών και συγκεκριμένα στις ακόλουθες εργασίες: εκσκαφή, χωματουργικά (ισοπέδωση), ανέγερση, συναρμολόγηση και αποσυναρμολόγηση προκατασκευασμένων στοιχείων, διαρρύθμιση, εξοπλισμό, μετατροπές, ανακαίνιση, επισκευή, διάλυση, κατεδάφιση, προληπτική συντήρηση, τακτική συντήρηση, χρωματισμό, καθαρισμό, εξυγίανση.
4. Η διάρκεια της απόσπασης υπολογίζεται με βάση περίοδο αναφοράς ενός (1) έτους μετά την έναρξή της.
Κατά τον υπολογισμό, λαμβάνεται υπόψη η διάρκεια της απόσπασης που ενδεχόμενα έχει συμπληρωθεί από τον προς αντικατάσταση αποσπασμένο εργαζόμενο.
5. Οι παράγραφοι 1 έως και 4 του παρόντος άρθρου δεν θίγουν την εφαρμογή όρων εργασίας ευνοϊκότερων για τους αποσπασμένους εργαζόμενους.
1. Για να εξασφαλισθεί και καταστεί αποτελεσματικός ο έλεγχος εφαρμογής του παρόντος προεδρικού διατάγματος, οι επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής αυτού και αποσπούν στο έδαφος της Ελλάδας εργαζομένους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 2 υποχρεούνται, πριν από την έναρξη της παροχής υπηρεσιών και ανεξάρτητα από τη διάρκειά της, να υποβάλλουν στις αρμόδιες Υπηρεσίες του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας του τόπου παροχής των υπηρεσιών τα ακόλουθα έγγραφα συντεταγμένα στην ελληνική γλώσσα:
α) έγγραφη δήλωση στην οποία θα περιλαμβάνονται τα κατωτέρω στοιχεία:
αα) το όνομα ή η εταιρική επωνυμία της επιχείρησης, η έδρα της, η διεύθυνσή της και η νομική της μορφή,
ββ) τα στοιχεία ταυτότητας (όνομα, επίθετο, όνομα πατέρα, όνομα μητέρας, ημερομηνία γέννησης, διεύθυνση κατοικίας κ.λπ.) του νόμιμου εκπροσώπου της επιχείρησης.
γγ) τα στοιχεία ταυτότητας, ως αμέσως ανωτέρω, του εκπροσώπου της επιχείρησης στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της παροχής των υπηρεσιών,
δδ) η διεύθυνση του τόπου ή των τόπων στους οποίους οι αποσπασμένοι εργαζόμενοι θα παρέχουν την εργασία τους καθώς και το όνομα ή η εταιρική επωνυμία, η έδρα, η διεύθυνση, και η νομική μορφή της ή των επιχειρήσεων στις οποίες οι αποσπασμένοι εργαζόμενοι θα παρέχουν την εργασία τους,
εε) η ημερομηνία έναρξης της παροχής των υπηρεσιών και της απόσπασης των εργαζομένων καθώς και η πιθανή διάρκειά τους, και
στστ) η φύση της ασκούμενης δραστηριότητας καθώς και η χρησιμοποίηση ή μη επικίνδυνων υλικών ή μεθόδων.
β) κατάσταση των αποσπασμένων εργαζόμενων για θεώρηση, σε δύο αντίτυπα, στην οποία θα εμφαίνονται για κάθε έναν από αυτούς τα εξής στοιχεία:
αα) το όνομα, το επίθετο, η ηλικία και η ειδικότητα,
ββ) η ημερομηνία σύναψης της σχέσης εργασίας, η ομοειδής προϋπηρεσία σε άλλους εργοδότες και η οικογενειακή κατάσταση,
γγ) η διάρκεια της ημερήσιας και εβδομαδιαίας εργασίας, οι ώρες έναρξης, διακοπής, διαλείμματος και λήξης της ημερήσιας εργασίας καθώς και η εβδομαδιαία ανάπαυση, και
δδ) οι καταβαλλόμενες πάσης φύσεως αποδοχές.
Το ένα αντίτυπο από τις ανωτέρω καταστάσεις αναρτάται με μέριμνα των επιχειρήσεων σε εμφανές σημείο του τόπου εργασίας, το δε άλλο παραμένει στο αρχείο των αρμόδιων Υπηρεσιών του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας.
Σε περίπτωση μεταβολής των ανωτέρω στοιχείων, οι επιχειρήσεις υποχρεούνται σε θεώρηση συμπληρωματικής κατάστασης, ανάλογης κατά περίπτωση, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την επέλευση της μεταβολής.
Όταν η εργασία διεξάγεται κατά βάρδιες, οι επιχειρήσεις υποχρεούνται, πέραν των ανωτέρω καταστάσεων, να συνυποβάλλουν για θεώρηση πίνακα περί της εβδομαδιαίας εναλλαγής των βαρδιών.
2. Απασχόληση αποσπασμένων εργαζόμενων χωρίς προηγούμενη υποβολή των εγγράφων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, δεν επιτρέπεται.
3. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν άλλες υποχρεώσεις σχετικές με την ανακοίνωση, πληροφόρηση ή δήλωση ενεργειών τις οποίες οι επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος προεδρικού διατάγματος υποχρεούνται να εκπληρώσουν έναντι των δημόσιων αρχών δυνάμει άλλων διατάξεων.
Η επίβλεψη και ο έλεγχος εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος προεδρικού διατάγματος ανατίθεται στις αρμόδιες Υπηρεσίες του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας οι οποίες ενεργούν για το σκοπό αυτό στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων τους, που καθορίζονται από τις σχετικές διατάξεις του Ν. 2639/1998 «Ρύθμιση εργασιακών σχέσεων, σύσταση Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας και άλλες διατάξεις» (205/Α') και του Προεδρικού Διατάγματος 136/1999 «Οργάνωση Υπηρεσιών Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.)» (134/Α').
1. Η Γενική Διεύθυνση Εργασίας και η Γενική Διεύθυνση Συνθηκών και Υγιεινής της Εργασίας της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων υποχρεούνται, εκάστη κατά λόγο αρμοδιότητάς της, να παρέχουν πάσης φύσεως πληροφορίες σχετικά με τους όρους εργασίας τους οποίους, δυνάμει του άρθρου 4, υποχρεούνται οι επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος προεδρικού διατάγματος να εγγυώνται στους εργαζομένους που αποσπούν στο έδαφος της Ελλάδας κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2, καθώς επίσης και κάθε άλλη αναγκαία και χρήσιμη πληροφορία σχετικά με το περιεχόμενο, την επίβλεψη και τον έλεγχο εφαρμογής του παρόντος προεδρικού διατάγματος.
2. Οι ανωτέρω Υπηρεσίες απαντούν σε αιτιολογημένες αιτήσεις παροχής πληροφοριών σχετικών με τα θέματα που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, όπως αυτές διατυπώνονται από τις αντίστοιχες Υπηρεσίες των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή των κρατών που έχουν υπογράψει τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από τις επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος προεδρικού διατάγματος και αποσπούν εργαζομένους στο έδαφος της Ελλάδας κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 ή από τις επαγγελματικές τους οργανώσεις, από τους αποδέκτες διεθνικής παροχής υπηρεσιών ή από τις οργανώσεις που τους εκπροσωπούν, από τους αποσπασμένους στην Ελλάδα εργαζόμενους ή από αυτούς που πρόκειται να αποσπασθούν ή από τις συνδικαλιστικές τους οργανώσεις ή από άλλα όργανα εκπροσώπησής τους.
3. Οι πληροφορίες μπορεί να ζητούνται και να διαβιβάζονται με οποιαδήποτε μορφή, συμπεριλαμβανομένης της τηλεομοιοτυπίας (Fax) και του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (E-Mail) αρκεί αυτή να επιτρέπει την αναγνώριση της ταυτότητας αυτού που ζητά και αυτού που παρέχει τις πληροφορίες.
1. Στο πλαίσιο της ενίσχυσης του πνεύματος συνεργασίας και της παροχής αμοιβαίας διοικητικής βοήθειας με σκοπό τη διευκόλυνση της ορθής εφαρμογής του παρόντος προεδρικού διατάγματος, η Γενική Διεύθυνση Εργασίας και η Γ ενική Διεύθυνση Συνθηκών και Υγιεινής της Εργασίας της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθώς και οι αρμόδιες Υπηρεσίες του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας μπορούν να απευθύνονται στις δημόσιες διοικητικές αρχές των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών που έχουν υπογράψει τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίες είναι υπεύθυνες για την παροχή πληροφοριών, την επίβλεψη και τον έλεγχο εφαρμογής των όρων εργασίας που προβλέπονται στο άρθρο 4 του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος προκειμένου να αντλήσουν ή να τους παρασχεθεί κάθε αναγκαία και χρήσιμη πληροφορία ή βοήθεια για την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.
Για τους ίδιους λόγους, η Γενική Διεύθυνση Εργασίας και η Γενική Διεύθυνση Συνθηκών και Υγιεινής της Εργασίας της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και οι αρμόδιες Υπηρεσίες του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας προσφέρουν στις δημόσιες διοικητικές αρχές οι οποίες στα κράτη που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, είναι υπεύθυνες για την παροχή πληροφοριών και την επίβλεψη και τον έλεγχο εφαρμογής των όρων εργασίας, την αναγκαία συνεργασία και βοήθεια για την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων τους.
2. Η συνεργασία και η βοήθεια αυτή περιλαμβάνει ειδικότερα την υποβολή αιτιολογημένων αιτήσεων παροχής πληροφοριών σχετικά με τις αποσπάσεις εργαζομένων στο πλαίσιο διεθνικής παροχής υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων πρόδηλης κατάχρησης ή διασυνοριακών δραστηριοτήτων που εικάζονται παράνομες.
Η Γενική Διεύθυνση Εργασίας και η Γενική Διεύθυνση Συνθηκών και Υγιεινής της Εργασίας της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων σε συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας και χωρίς να θίγονται οι αρμοδιότητες που τους απονέμονται από την ελληνική νομοθεσία, γνωστοποιούν στα αρμόδια όργανα των δημοσίων διοικητικών αρχών των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών που έχουν υπογράψει τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις παραβάσεις που έχουν διαπραχθεί στην Ελλάδα από επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος προεδρικού διατάγματος κατά τη διάρκεια της απόσπασης εργαζομένων τους, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2.
3. Η αμοιβαία διοικητική βοήθεια και συνεργασία παρέχονται δωρεάν.
4. Η αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με αφορμή την εφαρμογή του παρόντος προεδρικού διατάγματος πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 2472/1997 (50/Α') «Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα».
1. Κάθε εργοδότης ή διευθυντής ή επιτετραμμένος ή με οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα εκπρόσωπος επιχείρησης που υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος προεδρικού διατάγματος, ο οποίος παραβαίνει τις υποχρεώσεις των άρθρων 4 και 5 αυτού τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών ή με χρηματική ποινή τουλάχιστον εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών ή και με τις δύο αυτές ποινές.
2. Ειδικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας που προβλέπουν διαφορετική ποινική μεταχείριση εξακολουθούν να ισχύουν.
1. Για κάθε παράβαση των διατάξεων των άρθρων 4 και 5 του παρόντος προεδρικού διατάγματος και εν γένει των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, επιβάλλεται στους εργοδότες που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής αυτού αυτοτελές πρόστιμο για κάθε μία παράβαση από πενήντα χιλιάδες (50.000) δραχμές μέχρι τρία εκατομμύρια (3.000.000) δραχμές.
2. Το κατά τα ανωτέρω πρόστιμο επιβάλλεται με αιτιολογημένη πράξη του αρμόδιου Επιθεωρητή Εργασίας που εκδίδεται μετά από ακρόαση του ενδιαφερομένου εργοδότη για παροχή εξηγήσεων.
3. Η πράξη επιβολής προστίμου, κατά τα ανωτέρω, κοινοποιείται με απόδειξη στον παραβάτη και αποτελεί έσοδο του Δημοσίου.
4. Για την επιβολή της παραπάνω διοικητικής κύρωσης συνεκτιμώνται η σοβαρότητα της παράβασης, η τυχόν επαναλαμβανόμενη μη συμμόρφωση στις υποδείξεις των αρμόδιων οργάνων, οι παρόμοιες παραβάσεις για τις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις στο παρελθόν και ο βαθμός υπαιτιότητας.
5. Τα όρια του προστίμου, που προβλέπεται από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου αυξάνονται με την διαδικασία της παραγράφου 5 του άρθρου 16 του Ν. 2639/1998 (205/Α').
Ανεξάρτητα από το δίκαιο που διέπει τη σχέση εργασίας διαφορές που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 του παρόντος δύναται να επιλυθούν και από τα Ελληνικά Δικαστήρια, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
Η ισχύς του παρόντος προεδρικού διατάγματος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
Στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος προεδρικού διατάγματος.
Αθήνα, 28 Αυγούστου 2000
O ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΙΑΝΝΟΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ |
ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΙΑΝΝΙΤΣΗΣ |
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
ΜΙΧ. - ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ