Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 67Α_1920 | 1.86 MB |
oμοφώνως μετά της Βουλής, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν
Μετά το πρώτον εδάφιον τού άρθρου 1 προστίθεται παράγραφος εχουσα ουτω.
Εκτός των εκ βιαίου συμβάντος παθόντων δικαιούνται είς σύνταξιν και οι παθόντες εκ τής ελλείψεως ατμοσφαιρικού αέρος ή ένεκα αναθυμιάσεων ασφυκτικών ή δηλητηριωδών αερίων (ως μολυβδίασις).
’Εν άρθρω 2 αι λέξεις «οριζομένην δε είς το ήμισυ του ημερομισθίου ή του μισθού» αντικαθίστανται διά των «οριζόμενων δέ είς τα 3 4 του ημερομισθίου ή του μισθού».
Είς το τέλος του αυτού άρθρου προστίθεται παράγραφος έχουσα ως έπεται:
Ό μην υπολογίζεται κατά το άρθρον 5.
Το άρθρον 4 τροποποιείται ως εξής:
Άν η ανικανοτης εινε πλήρης ή εάν ο παθών απώλεσε χείρα ή πόδα δικαιούται είς σύνταξιν ίσην προς τα 2/3, άν δε μερική ίσην προς το 1/3 του ημερομισθίου ή μισθού τον οποίον ελάμβανε κατά τους όρους του άρθρου 2.
Των δοκίμων ή παίδων των λαμβανόντων ημερομίσθιον έλαττον των δραχ· 4 λογίζεται η σύνταξις επί τη βάσει ημερομισθίου δραχ. 4.
Άν το δυστύχημα επέφερεν απώλειαν μιας ή περισσοτερών φαλάγγων ενός δακτύλου της χειρός ή του ποδός, ή άγκύλώσιν δακτύλου τίνος ή και ολοσχερή απώλειαν αυτού, έκτος αν προκηται περί του αντίχειρος της δεξιάς χειρός, ή μικράν βράχυνσιν του σκέλους συνέπεια κατάγματος, χορηγείται έφ’ άπαξ σύνταξις μερικής ανικανότητας ενός μέχρι τριών ετών, αναλογώς του παθήματος, κατά την κρίσιν του Συμβουλίου, επί στερήσει παντός περαιτέρω δικαιώματος.
Αν το Συμβούλιον κρίνει ότι η πάθησις δύναται να παρέλθει διά χειρουργικής επέμβάσεως τάσσει συν τη απονομή προσωρινής συντάξεως προθεσμίαν ανάλογον είς τον παθοντα ΐνα υποβληθή είς εγχείρήσιν ής τα έξοδα, οριζόμένα υπο του Συμβουλίου έν περιπτώσει αμφισβητήσεων, καταβάλλει ό κύριος της επιχειρήσεως κατά τους όρους του άρθρου 36.
Παρελθουσης απράκτου της προθεσμίας διακόπτεται η καταβολή της προσωρινής συντάξεως μέχρις ού ο παθών συμμορφωθώ προς την απόφασιν. Μετά την έκ της εγχειρήσεως ανάρρωσιν εκδίδεται νέα απόφασις.
Ο παθών ή οι συγγενείς αυτού δικαιούνται να αξιώσωσι την εφαρμογήν του άρθρου 3 του νόμου 551 «περί ευθύνης προς αποζημίωσιν των έξ ατυχήματος έν τη εργασία παθόντων εργατών και υπαλλήλων», καταβαλλόμενης της αποζημιώσεως έξ ολοκλήρου υπό του κυρίου της επιχειρησεως, επί στερήσει παντός περαιτέρω δικαιώματος είς σύνταξιν. Έν τη περιπτώσει ταύτη ο καθορισμός του έτους και του μισθού γίνεται συμφώνως προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου, ή δ’ ελάττωσις του ημερομίσθιου επί μερικής ανικανότητας λογίζεται ίση προς το 1/3 του ημερομισθίου του παθοντος.
Το πρώτον εδάφιον της πρώτης παραγράφου του άρθρου 7 τροποποιείται ως εξής:
Μετά τον θάνατον του παθόντος μεταβιβάζεται η σύνταξις ηλαττωμένη κατά το 1/1 εις την σύζυγον και τα τέκνα αυτού κατά κεφαλές διανεμόμενη, ελλείψει δε συζύγου και τέκνων είς τους γονείς κατά κεφαλάς μονον εφ’ όσον ο παθών ελάμβάνε σύνταξιν πλήρους ή μερικής ανικανότητας εφ’ όρου ζωής, άλλως εάν η ανικανοτης του παθόντος ήτο πρόσκαιρος οι δικαιούμενοι συντάξεων λαμβάνουν εφ’ άπαξ ποσόν ίσον με σύνταξιν ένας μέχρι τριών ετών αναλόγως του παθήματος κατά την κρίσιν του Συμβουλίου.
Εις το τέλος της γ' παραγράφου του άρθρου 7 προστίθενται τα εξής:
Επίσης δεν λαμβάνει πλέον σύνταξιν και η μητηρ του παθόντος ελθούσα εις νεον γάμον.
Έν η περιπτώσει ο παθών δεν εχει ούτε γονείς ούτε σύζυγον ή τέκνα, η σύνταξις ήλαττωμένη κατά το τέταρτον μεταβαίνει εις τας αγάμους αδελφάς αυτού η τους μη σύμπληρώταντας το 16ον έτος της ηλικίας των αδελφούς, εφ’ όσον ούτοι δεν εχουσιν ενήλικον άγαμον αδελφόν αν δέ η ανικανότης του παθοντος ητο πρόσκαιρος, εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις της ά παραγράφου.
Τα περιστατικά ταύτα βεβαιούνται υπευθύνως παρά του αρμοδίου Δημάρχου η του Προέδρου Κοινότητας.
Εις το άρθρον 9 προστίθεται έτερα παράγραφος έχουσι οΰτω :
Εάν τις των συνταξιούχων του ταμείου τούτου μετά η προ της απονομής εις αυτόν της συντάξεως υποστή και άλλο δυστύχημα, λαμβάνει μίαν μόνον την μείζονα σύνταξιν, διά δε το έτερον ατύχημα ορίζεται παρά, του Δ. Συμβουλίου, εφ' άπαξ επίδομα μέχρι 1000 δραχμών, όπερ έξ ολοκλήρου βαρύνει τον κύριον της έπιχειρησεως.
Το άρθρον 10 τροποποιείται ως έξης :
Τα φάρμακα της νοσηλείας και τον ιατρόν χορηγεί ο ιδιόκτητης δωρεάν, εν περιπτώσει δε θανάτου και τα έξοδα της κηδείας. Πάντα τα έξοδα ταΰτα, εν περιπτώσει αμφισβητησεων, ορίζονται κατά την κρίσιν του Συμβουλίου.
Εις το άρθρον 13 ποοστίθεν ται τά έξής: Εφόσον η σύνταξις αυτών είναι ισόβια.
Άλλως κεφαλαιοποιούνται τα 2/3 της υπολειπομενης συντάξεως, χώρις το ποσόν τούτο να δυναται να υπερβή τας συνταξεις τών τριών ετών.
Εν άρθρω 17 αί λέξεις «επταμελούς συμβουλίου» αντικαθιστανται δια των «έννεαμελούς συμβουλίου» επίσης «δύο αντιπρόσωπων των εργατών μεταλλευτών» διά των «τρών αντιπρσώπων των εργατών μεταλλευτών». Επίσης «δύο ιατρών» δια τής φράσεως «τριών ιατρών, ένος παθολόγου». Εν τώ αυτω άρθρω μετά τας λέξεις «έν τω Έθνικω Πανεπιστημίω προστίθεται η φράσις «η των επιμελητών αυτών». Ή δέ λέξις «πεντε» είς «έξ».
Ή β' παράγραφος του άρθρου 19 τροποποιείται ως έξης: «Τα καθήκοντα γραμματέως εκτελεί ο έπι τούτω διοριζόμενος έν θέσει γραμματέως α' η β' τάξεως καθιστάμενου παρά τη Διευθύνσει των Μεταλλείων τού Υπουργείου Έθνικης Οικονομίας. Λογιστής γίνεται είς των μέ βαθμόν γραμματέως ή γραφεως ύπαλληλων του αυτού Υπουργείου. Ως δύο γραφείς αποσπώνται δύο των γραφεων τού 'Υπουργείου ’Εθνικής Οικονομίας».
§ 1. Είς το άρθρον 21 προστίθεται § (χουσα οΰτω:
Την, κατά τήν ανωτέρω αλληλογραφίαν δύναται να εκτελή κατ’ εντολήν «του Διευθυντού και ο Γραμματεύς και όταν όμως εκτελή ταύτην ο Διευθυντής τα προς τάς Ισοτίμους αρχάς απευθυνόμενα έγγραφα κοινοποιεί έν αντιγράφω ο γραμματεύς.
§ 2. Έν τελεί του άρθρου 22 προστίθεται η έξης φράσις: «Αυτοπροσώπως ή διά πληρεξουσίου».
Είς τo τέλος τού β' εδαφίου του 23ου άρθρου αί λέξεις «είς τον Γραμματέα δραχ. 30 και είς τον Λογιστήν και Ταμίαν άνά δραχ. 25 κατά μήνα» αντικαθίστανται δια των «είς τον Λογιστήν και Ταμίαν δραχ.50 κατά μήνα, εις τον δακτυλογράφον όριζομενον ύπο του διευθυντού δραχ.15».
Είς το τέλος του αυτού άρθρου, προστίθενται αί λέξεις «χρέη κλητηρος εκτελεί είς των κλητήρων του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, όριζομενος διά πράξεως του Διευθυντου επί αμοιβή δραχ. 15 μηνιαίως».
Είς το τέλος του πρώτου εδαφίου του άρθρου 25 προστίθεται και στατιστικός πίναξ εκάστης επιχειρησεως χωριστά, αναφέρων τα ονόμασα των δικαιούμενων παρ’, αυτής συντάξεων και το ποσόν της συντάξεως. Η λογοδοσία, ο πίναξ και αί καταστάσεις δημοσιεύονται έν τη Εφημερίδι της Κυβερνησεως.
Είς το εδάφιον πρώτον του άρθρου 28 αντικαθίσταται η φράσις «ενώπιον του αυτού Ειρηνοδικείου» διά της «ενώπιον των Ειίρηνοδικών της κατοικίας η διαμονής των μαρτύρων, ύποχρεωμενων να καλώσιν έντος 8 ημερών τους υποδεικνυομένους μάρτυρας».
Το άρθρον 31 τροποποιείται ως έξης: Ό Διευθυντής αμα λαβών την αΐτησιν καταχωρίζει ταύτην έν περιληψει έν βιβλίω πρωτοκόλλου, σύμπληροΐ και συλλέγει πάσαν αναγκαίαν πληροφορίαν και καλεΐ έν ανάγκη τον αιτούντα, μέτα την συλλογήν των πληροφοριών τουτων, όπως ποοσελθη και υποβληθη είς νέον ιατρικήν εξέτασιν παρά του οικείου ιατρού και μέλους τού Δ. Συμβουλίου δαπάνη της εταιρείας. Μετά δέ την εξέτασιν ταύτην εισάγει την αίτησιν προς εκδίκασιν είς το Συμβούλιον κατά την αμέσως πρώτην αυτού συνεδριασιν.
Ό κύριος της επιχειρησεως, προς δν απευθύνεται ό Διευθυντής του Γραφείου του Ταμείου τούτου προς παροχήν πληροφοριών επι των υποβαλλόμενων αυτώ αιτήσεων, οφείλει να παρασχη τοιουτας πλήρεις εντός δύο το πολύ μηνών. Έν εναντία περιπτώσει επιβάλλεται κατ’ αυτού πρόστιμον δρχ. 200 — 500 κατά τήν κρίσιν του Συμβουλίου, είσπραττόμενον έπιμελεια του Διευθυντού κατά τα έν άρθροις 37 καί 38 τού νόμου.
Διά πάσαν ιατρικήν εξέτασιν παθοντος οί ιατρόι, καί μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δικαιούνται να λάβωσι δραχμάς δέκα. Η αμοιβή αυτή καταβάλλεται έπι τη βάσει καταστάσεων υποβαλλομενων παρά των ιατρών τούτων, εκδιδομενου του σχετικού εντάλματος παρά του Ταμείου.
Μετά την α'. παράγραφον του άρθρου 36 προστίθεται έτερα εχουσα ουτω.
«Μετ’ απόφασιν του Συμβουλίου κατ’ αίτησιν των δικαιούχων η σύνταξις δύναται να πληρώνηται δια ταχυδρομικής επιταγής έπι του πλησιεστέρου τη κατοικία τού δικαιούχου ταχυδρομικού γραφείου του ενεργούντος πληρωμάς επιταγών. Δια την κατά μήνα αποστολήν μέριμνα ό κύριος της έπιχειροησεως άμα τη λήψει εξοφλητικής αποδείξεως του δικαιούχου συνοδευομενης ύπο της πιστοποιήσεως της ταυτότητος του συνταξιούχου, άποστελλομενης δια του οικείου Δημάρχου η Προέδρου Κοινοτητος. Εις τα κατά την προηγουμένην παράγραφον δικαιολογητικα τα ύποβαλλόαενα εις τον διευθυντήν τού Γραφείου τού Ταμείου των μεταλλευτών δέον να συνάπτωνται δια τας ούτω πληρωνομένας συντάξεις και αποδείξεις καταθέσεως της ως άνω ταχυδρομικής επιταγής. Τα έντυπα των επιταγών χορηγούνται υπο τού Γραφείου τού Ταμείου των Μεταλλευτών».
'Η α’ παράγραφος τού άρθρου 42 αντικαθίσταται δια της έξης:
«Πάσα επιχείρησις μεταλλείων, μεταλλουργείων και λατομείων οφείλει να συστήση ταμεΐον αλληλοβοήθειας υπαλλήλων, εργολάβων και εργατών.
Ποροι του ταμείου είναι κρατήσεις ποσοστού τίνος έκ του μισθού ή ημερομισθίου των μελών και ίσον τουλάχιστον ποσον είσφερομενον ύπο της Εταιρείας. Το ταμεϊον τούτο διοικείται ύπο συμβουλίου, ου τα 2/3 τουλάχιστον αποτελούνται έκ μελών και εκλέγονται ύπο των εργατών μελών αυτού, απονέμει δε αναλόγως των πόρων του βοηθήματα εις τούς ένεκα ασθενείας, γήρατος ή πολυχρονίου εργασίας καθιστάμενους ανικάνους, ή αποχωρούντας συμφωνως προς καταστατικόν, συνταχθησομενον ύπο των μεταλλευτών συμφώνως προς τας διατάξεις του εκδοθησομένου Β. διατάγματος».
Η εκλογή των μελών τού Συμβουλίου ύποκειται εις την εγκρισιν του υπουργού της Εθνικής Οικονομίας.
Άπο I Απριλίου 1920 οι προ της ισχύος τού παρόντος λαβόντες σύνταξιν πληρους άνικανοτητος θα λαμβάνουν. σύνταξιν υπολογισθησομένην κατά το άρθρον 4, ως τροποποιείται διά του παρόντος νόμου. Οι λαμβάνοντες συνταξιν μερικής άνικανοτητος υποχρεούνται μετά προσκλησιν να προσέλθουν εις νέαν ιατρικήν εξέτασιν δαπάναις του Ταμείου, έπι τη βάσει της οποίας εκδοθησεται νεα απόφασις κατά τας διατάξεις του παρόντος. Αιτήσει των προ της ισχύος τού παρόντος νόμον συνταξιούχων δύναται το Συμβούλιον να αποφασίση, όπως αντί περαιτέρω συντάξεως χορηγηθη εφ’ άπαξ αποζημίωσις, ύπολογιζομενη κατά τας διατάξεις του άρθρου 3 του ανωτέρω αναφερομένου νομού 551. Το ήμισυ της αποζημιώσεως ταύτης καταβάλλεται ύπο του Ταμείου Μεταλλευτών κατά τας διατάξεις τού άρθρου 36. Έν τη περιπτώσει ταυτην ίσχυουσιν αί διατάξεις του άρθρου 3 του παρόντος διά τον ύπολογισμον τού έτους, τού μισθού και της έλαττω εως αυτού.
Ό' παρών νόμος, ψηφισθείς υπό τής Βουλής και παρ Ημών σήμερον κυρωθείς, δημοσιευθήτω διά τής Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εκτελεσθήτω ως νόμος του Κράτους.
Έν Άθήναις τη 11 Μαρτίου 1920.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
Οι 'Υπουργοί
’Επί τής ’Εθνικής Οικονομίας Επί των Οικονομικών
Κ. Σπυρίδης Μιλτ. Νεγροπόντης
Έπι των Εσωτερικών
Κ. Ρακτιβάν
Έθεωρήθη καί έτέθη ή μεγάλη τού Κράτους σφραγίς.
Έν Άθήναις τη 12 Μαρτίου 1920.
Ό έπι τής Δικαιοσύνης Υπουργός
Ίω. Δ. Τσιριμώκος