Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 158Α_1920 | 1.81 MB |
το άρθρον 12 εδαφ. 2 του νόμου 2112 "περί καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας των ιδιωτικών υπαλλήλων, προτάσει του Ημετέρου επί της Εθνικής Οικονομίας Υπουργού, και μετά γνωμοδότησιν του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Εργασίας, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν
1. Η εκ του νόμου 2112 υποχρέωσις καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας των ιδιωτικών υπαλλήλων, ισχύει εφεξής και επί των πάσης κατηγορίας εργατών, τεχνιτών και υπηρετών υπό τους κάτωθι όρους και περιορισμούς:
2. Εργάτης θεωρείται υπό την άποψιν της εφαρμογής του παρόντος, πας εργάτης ή τεχνίτης εκατέρου φύλου και πάσης ηλικίας, εργαζόμενος επί μισθώ, αμοιβή ή αντιμισθία παρ' αρχηγού ή διευθυντήν ή ιδιοκτήτη επιχιερήσεως και πας χειροτέχνης επι μισθώ παρέχων την προσωπικήν του εργασίαν.
3. Μαθητευόμενοι ή βοηθοί επιχειρήσεων θεωρούνται εργάται εφ' όσον δεν είνε άμισθοι.
4. Ιδωτικοί υπάλληλοι κατ' οίκον προσλαμβανόμενοι υπάγονται ωσαύτως εις τας διατάξεις του παρόντος.
5. Των διατάξεων του διατάγματος τούτου εξαιρούνται εν γένει οι εργάται θαλάσσης.
6. Δεν υπάγονται ωσαύτως εις τας διατάξεις του παρόντος εργάται και υπηρέται νομικών προσώπων Δημοσίου Δικαίου ή και ιδιωτικών επιχειρήσεων εφ'όσον έχει ληφθεί ειδική μέριμνα δι' αυτούς δια νόμων ή κανονισμών εγκεκριμένων υπό του Κράτους.
1. Η υποχρέωσις της καταγγελίας αφορά μόνον συμβάσεις εργασίας. Δεν αφορά συμβάσεις συναπτομένας προς εκτέλεσιν ωρισμένου έργου και μη διαρκούσας πέραν ταύτης.
2. Δεν υπάγονται ωσαύτως εις τας διατάξεις του παρόντος συμβάσεις εργασίας εφ' ών συναφωνηθή ωρισμένη διάρκεια χρόνου ή προκύπτει τοιαύτη εκ του δηλωθέντος σκοπού της εργασίας.
3. Η υποχρέωσις της καταγγελίας γενικώς άρχεται μετά παρέλευσιν διμήνου από της ενάρξεως της εργασίας, συνυπολογιζομένου του τυχόν συμφωνηθέντος χρόνου δοκιμασίας.
1. Η προσθεσμία της κατά τα ανωτέρω καταγγελίας ορίζεται ως εξής:
α) Επί εργατών, τεχνιτών και υπηρετών βιομηχανικών εν γένει, βιοτεχνικών, μεταλλευτικών και χειροτεχνικών επιχειρήσεων ή εργασιών, πέντε τουλάχιστον ημέρας πρό.της λυσεως της συμβάσεως. Το αυτό ισχύει και επί μαθητευομένων οιτίνες συνεπλήρωσαν εξ μηνών υπηρεσίαν.
Έάν η σύμβασις εργασίας διήρκεσε συνολικώς ύπερ το δωδεκάμηνον, συμπεριλαμβανομένου και του κατά το αρθρ. 2 § 3 διμήνου καί του τυχόν χρόνου μαθητείας ή δοκιμασίας, η καταγγελία γίνεται 8 ήμέρας προ τής λυσεως της συμβάσεως, εάν δε διήρκησεν ύπο τους αυτούς ώς άνω ορούς υπέρ την διετίαν, 15 ήμέρας προ τής λυσεως. Σύμβασις εργασίας, διαρκεσα ΰπέρ τήν πενταετίαν, καταγγέλλεται τουλάχιστον πρό 30 ημερών, έάν δε διήρκεσει ύπερ την δεκαετίαν, τουλάχιστον προ 60 ήμερων.
β) Έπί οικιακών υπηρετών, θυρωρών, αμαξοϋπηρετών, θαλαμηπόλων, μαγείρων, κηπουρών, τροφών, νοσοκόμων, επιχειρήσεων ή ιδρυμάτων καί επί των λοιπών τής αυτής φύσεως έργατικών σχέσεων, οκτώ ημέρας προ τής λύσεως της συμβάσεως.
γ) Έπί οικοσίτων διδασκάλων, παιδαγωγών και άλλων παρόμοιας φύσεως σχέσεων, δεκαπέντε ημέρας προ τής λύσεως.
2. Έργάται προσλαμβανόμενοι διά συμβάσεως εργασίας, έπι μισθώ υπολογιζομένω οΰχί κατά χρονικόν διαστημα άλλά κατ’ αναλογίαν τής παρεχόμενης εργασίας (κατά μονάδα ή κατ’ αποκοπήν).εξομοιούνταί καθ’ ολα προς τους έργάτας τής κατηγορίας α) έφ’ οσον η σύμβάσις συνήφθη διά χρόνον αόριστο.
Έπι τή αίτησει των έν ταϊς ως άνω κατηγορίαις προσώπων ο εργοδότης οφείλει νά έκδοση πιστοποιητικον περί του είδους και τής διάρκειας τής παρ’ αυτών εκτελεσθείσης υπηρεσίας, έπι τή ειδική δέ αίτησει των περι τοΰ ποιου καί της διαγωγής.
1. ’Εργοδότης παραλείπων την κατά, τά ανωτέρω υποχρέωσιν τής καταγγελίας καταβάλλει εις τον απολυόμενον τής έργασίας ώς αποζημίωσιν ποσόν ίσον προς το σύνολον τών τακτικών αυτού μισθών ή έν γένει αμοιβών άς θά έλάμβανεν άντι τής παρεχόμενης εργασίας κατά τάς εργασίμους ήμέρας, πρό των οποίων έδει νά γίνη η καταγγελία.
2,. Προκειμένου περί προσώπων ών ό μισθος καταβάλλεται κατά μονάδα εργασίας ή κατ’ αποκοπήν, ώς ήμερήσιος μισθός θεωρείται το εις μίαν ημέραν αντιστοιχούν κατά μέσον όρον ποσον αμοιβής ήν έλαβε κατά το χρονικόν διάστημα τριάκοντα εργασίμων ήμερων πραγματοποιηθεισών προ της απολύσεώς του.
1. Δύναται ο εργοδότης να καταγγείλη τήν συμβάσιν άνευ τηρησεως προθεσμίας, εάν έξ ανωτέρας βίας κατέστη απολύτως και συνολικώς αδύνατος ή έξακολούθησις τής επιχειρήσεως και υπό τον όρον νά αναφέρη έντος δΰο ήμερων περί τούτου ήτιολογημένως εις την Άστυνομικην Αρχήν του τόπου.
Δυναται ωσαύτως να καταγγελθή άνευ προθεσμίας ή συμβασίς εάν εναντίον εργάτου ή υπηρέτου ΰπεβληθη μήνυσις δι' αξιοποινον πράξίν διπραχθεΐσαν έν τή έκτελέσει τής εργασίας ή απηγγέλθη κατ’ αΰτοϋ κατηγορία δι' αδίκημα έν γένει φέρον χαρακτήρα τουλάχιστον πλημμελήματος.
2. Εάν ό εργάτης ή ό υπηρέτης άπηλλάγη έστω και διά βουλεύματος, δικαιούται να ζητήση την κατά το άρθρον 3 άποζημίωσων.
1. Εργάτης, τεχνίτης, υπηρέτης καί εν γένει πρόσωπον ανήκον εις τινα των κατηγοριών του άρθρου 3, προτιθέμενον να λύσει την συμβασιν εργασίας προς τον έργοδότην, οφείλει ωσαύτως νά καταγγείλη αυτήν συμφώνως τώ παρόντι διατάγματι. Ή προθεσμία της καταγγελίας είνε ίση προς την δια τον εργοδότην ώς άνω ωρισμένην.
2. Ο παραμελών την ώς άνω προθεσμίαν οφείλει ν' αποζημιώση τον εργοδότην διά ποσοΰ ίσου προς το ήμισυ του διά τον εργοδότην ώρισμένου.
Αποχή εργάτου ή υπηρέτου άπο τής εργασίας, όφειλομενη εις βραχείας σχετικώς διάρκειας ασθενειαν, προσηκόντως αποδεδειγμένην ή, προκείμενου περί γυναικός, είς λοχείαν δεν θεωρείται ως λυσις τής συμβάσεως εκ μέρους αυτού.
1. Η μεταβολή του προσώπου του εργοδότου οπωσδήποτε επερχομενη, ουδαμώς επηρεαζει την έφαρμογήν τών υπέρ τόυ εργατου η του υπηρέτου διατάξεων του παρόντος νόμου.
2. Εν περιπτωσει πτωχευσεως τής επιχειρήσεως, ο εργάτης ή υπηρέτης δικαιούται εις το 1/2 μόνον τής κατά τ’ ανωτέρω αποζημιώσεως,, εφαρμοζομένων και εν προκειμενω υπέρ της πιστώσεως αυτού πασών των προστατευτικών διατάξεων τοΰ εμπορικού νόμου.
Είνε άκυρος οίαδήποτε σύμασις αορίστου διάρκειας αντικειμενη είς τον παρόντα νόμον πλήν αν είνε μάλλον ευνοϊκή διά τον εργάτην ή υπηρέτην. Το αυτό ισχύει και περί εθίμου.
Πάσα διαφορά προκύπτουσα έκ τής παραβάσεως τοΰ παρόντος εκδικάζεται υπο του Ειρηνοδϊκου κατά τάς διαταξεις τοΰ νόμου Γλ ΟΔ' "περί έκδικασεως τών μεταξυ εργατών καί εργοδοτών" ώς έτροποποιήθη δια του νόμου 2193 αρθρ. 8 άναλόγως εφαρμοζομένου.
Είς τον αυτόν Ύπουργρον ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος διατάγματος
Εν Αλεξανδρούπολει τη 16 Ιουλίου 1920.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ.
Ό επί της Εθνικής Οικονομίας Υπουργός
Κ, Σπυρίδης