Τροποποιήθηκε από :
Συνημμένο | Μέγεθος |
---|---|
ΦΕΚ 131Α_2001 | 92.55 KB |
1. Συνιστάται στο Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας υπηρεσία με τον τίτλο «Σώμα Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας» (Σ.Ε.Υ.Υ.Π.). Το Σ.Ε.Υ.Υ.Π. υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας.
2. Αποστολή του Σ.Ε.Υ.Υ.Π. είναι η ανάπτυξη και λειτουργία κεντρικού και περιφερειακού μηχανισμού για τη διενέργεια συστηματικών επιθεωρήσεων, ελέγχων και ερευνών σε όλες τις υπηρεσίες και τους φορείς που υπάγονται στην αρμοδιότητα ή την εποπτεία του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, καθώς και στις υπηρεσίες υγείας των ασφαλιστικών φορέων, με σκοπό τη βελτίωση της παραγωγικότητας και αποτελεσματικότητας αυτών, την ποιοτική αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας και πρόνοιας, την εξάλειψη της κακοδιοίκησης και την προστασία της υγείας και της περιουσίας των πολιτών από την παροχή υπηρεσιών υγείας και πρόνοιας με καταχρηστικό τρόπο.
1. Το Σ.Ε.Υ.Υ.Π. παρεμβαίνει:
α) Στις κεντρικές, περιφερειακές ή αποκεντρωμένες υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας.
β) Στις υπηρεσίες των Περιφερειών, των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και των Ο.Τ.Α Α' βαθμού, καθώς και των ασφαλιστικών φορέων, που παρέχουν υπηρεσίες Υγείας και Πρόνοιας.
γ) Στα λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τα Ν.Π.Ι.Δ. του δημόσιου τομέα, που ασκούν δραστηριότητες στους τομείς υγείας και πρόνοιας και εποπτεύονται από τον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας.
δ) Σε όλους τους φορείς παροχής υπηρεσιών υγείας και πρόνοιας του ιδιωτικού τομέα, που εποπτεύονται από τον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας.
ε) Στα νοσοκομειακά και ιδιωτικά φαρμακεία, στις φαρμακαποθήκες, στα εργαστήρια και γενικά σε κάθε κατάστημα παραγωγής ή εμπορίας κάθε είδους φαρμακευτικού ή υγειονομικού υλικού, στα ινστιτούτα αδυνατίσματος και αισθητικής, στα εργοστάσια εμφιάλωσης νερού, καθώς και στις ιαματικές πηγές, στις οποίες παρέχονται υπηρεσίες για λόγους υγείας.
στ) Στους ιδιωτικούς φορείς, που έχουν ως αντικείμενο τη διάθεση προϊόντων, που χρησιμοποιούνται άμεσα στην παροχή υπηρεσιών υγείας.
2. Η κατά τόπον αρμοδιότητα του Σ.Ε.Υ.Υ.Π. εκτείνεται σε όλη την επικράτεια. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να συνιστώνται Περιφερειακά Γραφεία του Σ.Ε.Υ.Υ.Π.. Με την ίδια ή όμοια απόφαση καθορίζεται η έδρα, η κατά τόπον αρμοδιότητα, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες κάθε Περιφερειακού Γραφείου. Στα Περιφερειακά Γ ραφεία προΐστανται Επιθεωρητές, που ορίζονται από το Γ ενικό Επιθεωρητή του Σώματος. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ορίζεται ο χρόνος έναρξης της λειτουργίας των Περιφερειακών Γραφείων του Σ.Ε.Υ.Υ.Π..
1. Το Σ.Ε.Υ.Υ.Π. διαρθρώνεται στους εξής τομείς:
α) Τομέας Υγειονομικού - Φαρμακευτικού Ελέγχου.
β) Τομέας Διοικητικού - Οικονομικού Ελέγχου.
γ) Τομέας Ελέγχου Φορέων Πρόνοιας.
2. Στον Τομέα του Υγειονομικού - Φαρμακευτικού ελέγχου ανήκει, ιδίως:
α) Ο έλεγχος για τη διαπίστωση της εφαρμογής των κανόνων της ιατρικής και νοσηλευτικής επιστήμης και της αντίστοιχης δεοντολογίας, καθώς και της εφαρμογής των ισχυουσών υγειονομικών διατάξεων κατά την άσκηση του ιατρικού, νοσηλευτικού και εκπαιδευτικού έργου:
(1) Στις νοσηλευτικές μονάδες που υπάγονται στην αρμοδιότητα ή την εποπτεία του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, ανεξάρτητα από τη νομική τους μορφή και το φορέα στον οποίον ανήκουν.
(2) Στις μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας του Ε.Σ.Υ.
(3) Στις μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας του ιδιωτικού τομέα.
(4) Στα κέντρα και σταθμούς αιμοδοσίας και στα κέντρα παραγώγων αίματος.
(5) Στις υπηρεσίες παροχής υπηρεσιών υγείας των ασφαλιστικών φορέων.
β) Η επιθεώρηση και ο έλεγχος για τη διαπίστωση της τήρησης των απαιτούμενων, κατά τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις, μέτρων ασφαλείας των ασθενών, του προσωπικού και των επισκεπτών των μονάδων παροχής υπηρεσιών υγείας.
γ) H επιθεώρηση και ο έλεγχος για τη διαπίστωση της καλής κατάστασης, από άποψη υγιεινής και ασφάλειας, των κτιριακών εγκαταστάσεων και του περιβάλλοντος αυτών χώρου των φορέων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, καθώς και η εισήγηση προς τις αρμόδιες αρχές για τη λήψη μέτρων ή την επιβολή των νόμιμων κυρώσεων.
δ) Ο έλεγχος για τη διαπίστωση της ύπαρξης και της ορθής λειτουργίας του προβλεπόμενου, από τις ισχύουσες διατάξεις, για κάθε μονάδα παροχής υπηρεσιών υγείας, εξοπλισμού και ανθρώπινου δυναμικού.
ε) Ο έλεγχος της νόμιμης λειτουργίας των νοσοκομειακών και των ιδιωτικών φαρμακείων, των φαρμακαποθηκών, των φαρμακευτικών βιομηχανιών και εργαστηρίων και γενικά κάθε καταστήματος που παράγει, εμπορεύεται ή διακινεί φαρμακευτικό ή επιδεσμικό υλικό ή ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό. Στον έλεγχο αυτόν περιλαμβάνεται κάθε ενέργεια, που απαιτείται για τη διαπίστωση της σύνθεσης και της νόμιμης κυκλοφορίας των διατιθέμενων φαρμάκων ή υλικών ή εξοπλισμού, όπως ο έλεγχος των παραστατικών στοιχείων παραγωγής, προμήθειας και διακίνησης των πρώτων υλών έτοιμων ή ημιέτοιμων προϊόντων, καθώς και η διενέργεια δειγματοληψιών στους χώρους παραγωγής και αποθήκευσης ή κατά τη διακίνηση των προϊόντων.
στ) Ο συντονισμός και η εποπτεία του έργου επιθεώρησης και ελέγχου των φαρμακείων, φαρμακαποθηκών και εργοστασίων, καθώς και των ινστιτούτων αδυνατίσματος και αισθητικής, το οποίο ασκείται από τις υπηρεσίες υγείας των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.).
ζ) Ο έλεγχος σε εργοστάσια εμφιάλωσης νερού και στις ιαματικές πηγές λουτροθεραπείας.
η) Ο έλεγχος της λειτουργίας των Μέσων Τεχνικών Επαγγελματικών Νοσηλευτικών (Μ.Τ.Ε.Ν.) Σχολών ή Τεχνικών Επαγγελματικών Εκπαιδευτηρίων (Τ.Ε.Ε.) ειδικότητας Βοηθού Νοσηλευτού.
3. Στην αρμοδιότητα του Τομέα Διοικητικού-Οικονομικού Ελέγχου ανήκει, ιδίως: α) Ο έλεγχος για τη διαπίστωση της νόμιμης, εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας των φορέων υγείας και πρόνοιας, που ανήκουν στο πεδίο παρέμβασης του Σ.Ε.Υ.Υ.Π., ο εντοπισμός των σχετικών προβλημάτων και η εισήγηση προς τις αρμόδιες αρχές πρόσφορων τρόπων για την επίλυσή τους.
β) Η διενέργεια διοικητικών ερευνών και ανακρίσεων, κατόπιν εντολής του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας.
γ) Η αυτεπάγγελτη έρευνα, παράλληλα και ανεξάρτητα από τις αστυνομικές αρχές, για την ανακάλυψη και ανακοίνωση στις αρμόδιες διωκτικές αρχές των ποινικών και πειθαρχικών παραβάσεων των οργάνων των φορέων, που υπάγονται στο πεδίο παρέμβασης του Σ.Ε.Υ.Υ.Π..
δ) Η διενέργεια τακτικών και έκτακτων διαχειριστικών και οικονομικών ελέγχων των δημοσίων υπηρεσιών και των κρατικών νομικών προσώπων δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, που υπάγονται στην αρμοδιότητα ή την εποπτεία του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας.
ε) Ο έλεγχος της διαχείρισης των υπόλογων διαχειριστών χρημάτων και υλικών.
στ) Ο καταλογισμός, με αιτιολογημένη απόφαση, των ελλειμμάτων, τα οποία διαπιστώνονται από τους ελέγχους, σε βάρος των υπεύθυνων υπολόγων, υπαλλήλων του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας και των υπαγόμενων σε αυτό κρατικών νομικών προσώπων δημόσιου και ιδιωτικού δικαίου, εφαρμοζομένων των διατάξεων του άρθρου 56 του Ν. 2362/1995 «περί δημοσίου λογιστικού, ελέγχου των δαπανών του Κράτους και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 247 Α').
4. Στην αρμοδιότητα του τομέα Ελέγχου Φορέων Πρόνοιας ανήκει, ιδίως:
α) Η επιθεώρηση και ο έλεγχος για τη διαπίστωση της ποιότητας και της επάρκειας των εγκαταστάσεων, του εξοπλισμού και των προσφερόμενων υπηρεσιών από τις δημόσιες υπηρεσίες, από τις υπηρεσίες Πρόνοιας των Ο.Τ.Α. Α' βαθμού, των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και των Περιφερειών και από τα εποπτευόμενα από τον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας νομικά πρόσωπα του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, που παρέχουν υπηρεσίες στον τομέα της πρόνοιας, όπως οι παιδικοί και βρεφονηπιακοί σταθμοί, τα κέντρα παιδικής μέριμνας, οι παιδοπόλεις, τα βρεφοκομεία, οι μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων, τα κέντρα αποθεραπείας και αποκατάστασης και τα ιδρύματα χρονίως πασχόντων.
β) Η επιθεώρηση και ο έλεγχος για τη διαπίστωση της τήρησης, από τους φορείς του προηγούμενου εδαφίου, των υγειονομικών διατάξεων και των αναγκαίων μέτρων ασφάλειας για την υγιεινή διαβίωση των περιθαλπομένων στα καταστήματά τους, καθώς και του προσωπικού.
γ) Ο έλεγχος της διαχείρισης εράνων και λαχειοφόρων αγορών, εορτών και άλλων εκδηλώσεων πανελληνίου μορφής, οι οποίες γίνονται μετά από σχετική άδεια του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας.
δ) Η διερεύνηση καταγγελιών για παράνομες υιοθεσίες, που αφορούν φορείς που εποπτεύονται από τον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας, καθώς και για παράνομη χορήγηση επιδομάτων που δικαιούνται άτομα με ειδικές ανάγκες ή άτομα που έχουν ανάγκη οικονομικής και κοινωνικής προστασίας.
ε) Ο έλεγχος και η επαλήθευση των εν γένει δηλωθέντων στοιχείων, από τους φορείς που έλαβαν ή ζητούν να λάβουν, κατά τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 2646/1998, την ειδική πιστοποίηση φορέων ιδιωτικού τομέα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, καθώς και η σύνταξη σχετικής έκθεσης.
1. Για τη συγκρότηση του Σ.Ε.Υ.Υ.Π. συνιστώνται οι παρακάτω οργανικές θέσεις:
α) μία (1) θέση Γενικού Επιθεωρητή
β) τρεις (3) θέσεις Βοηθών Γενικού Επιθεωρητή
γ) εκατό (100) θέσεις Επιθεωρητών
δ) τριάντα (30) θέσεις Βοηθών Επιθεωρητών.
Ο αριθμός των θέσεων των Επιθεωρητών και Βοηθών Επιθεωρητών του Σ.Ε.Υ.Υ.Π. μπορεί να αυξάνεται ή να μειώνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας.
Οι Επιθεωρητές του Σ.Ε.Υ.Υ.Π διακρίνονται στις εξής ειδικότητες:
α) Υγειονομικοί Επιθεωρητές
β) Διοικητικοί - Οικονομικοί Επιθεωρητές
γ) Κοινωνικοί Επιθεωρητές.
Οι Υγειονομικοί Επιθεωρητές στελεχώνουν τους Τομείς Υγειονομικού - Φαρμακευτικού Ελέγχου και Ελέγχου Φορέων Πρόνοιας, οι Διοικητικοί - Οικονομικοί Επιθεωρητές τον Τομέα Διοικητικού - Οικονομικού Ελέγχου και οι Κοινωνικοί Επιθεωρητές τον Τομέα Ελέγχου Φορέων Πρόνοιας.
2. Το Σ.Ε.Υ.Υ.Π. στελεχώνεται με αποσπάσεις λειτουργών και υπαλλήλων του Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ., κατά τις διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 5 αυτού του άρθρου.
Ειδικότερα:
α) Για τη θέση του Γενικού Επιθεωρητή αποσπάται μόνιμος υπάλληλος του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. κατηγορίας ΠΕ, με βαθμό Γενικού Διευθυντή ή με βαθμό Διευθυντή, που έχει τα τυπικά προσόντα να προαχθεί στο βαθμό του Γενικού Διευθυντή και έχει διακριθεί για την επαγγελματική κατάρτιση, την υπηρεσιακή επίδοση και το ήθος του.
Ο Γ ενικός Επιθεωρητής επιλέγεται από το ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο του άρθρου 158 παρ. 1 περίπτ. α' του Ν. 2683/1999 (ΦΕΚ 19 Α'), ύστερα από δημόσια πρόσκληση, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 4 του παρόντος άρθρου.
Η πλήρωση των θέσεων των Βοηθών Γενικού Επιθεωρητή γίνεται με την τοποθέτηση τριών Επιθεωρητών, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 5, ως προϊσταμένων των αντίστοιχων τριών τομέων δράσης του Σώματος.
β) Για τις θέσεις των Επιθεωρητών, ειδικότητας Υγειονομικών Επιθεωρητών, αποσπώνται δημόσιοι υπάλληλοι του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, με βαθμό τουλάχιστον Α', των κλάδων ΠΕ Γιατρών, ΠΕ Γιατρών Ειδικοτήτων, ΠΕ Κοινωνικής Ιατρικής και Υγιειονολόγων, ΠΕ Οδοντιάτρων, ΠΕ Ψυχολόγων, ΠΕ Νοσοκομειακών Φυσικών, ΠΕ Κλινικών Χημικών, ΠΕ Χημικών, ΠΕ Βιοχημικών, ΠΕ Βιολόγων, ΠΕ Φαρμακοποιών, ΠΕ Νοσηλευτικής, ΠΕ Υγιειονολόγων Μηχανικών, ΠΕ Μηχανικών, ΠΕ Μηχανικών Βιοϊατρικής Τεχνολογίας, ΠΕ Πληροφορικής, καθώς και της ειδικότητας Γιατρών Δημόσιας Υγείας Ε.Σ.Υ..
Στις παραπάνω θέσεις μπορεί να αποσπώνται, επίσης, γιατροί, οδοντίατροι και φαρμακοποιοί του Ε.Σ.Υ. με βαθμό Διευθυντή ή Επιμελητή Α', καθώς και γιατροί και οδοντίατροι του Ι.Κ.Α., που ασκούν καθήκοντα Διευθυντή ή Επιμελητή Α' ή γιατροί, οδοντίατροι και φαρμακοποιοί του Ι.Κ.Α., του Ο.Γ.Α. και των λοιπών Ασφαλιστικών Ταμείων, που ασκούν καθήκοντα Επιθεωρητών Υγείας τουλάχιστον επί τριετία.
Για τις ανάγκες στελέχωσης των τομέων Υγειονομικού - Φαρμακευτικού Ελέγχου και Ελέγχου Φορέων Υγείας και Πρόνοιας του Σ.Ε.Υ.Υ.Π, συνιστώνται, στον κλάδο Γιατρών Ε.Σ.Υ. (ΠΕ29) του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, σαράντα (40) θέσεις ειδικότητας Γιατρών Δημόσιας Υγείας Ε.Σ.Υ. με βαθμό Διευθυντή. Για το διορισμό στις θέσεις αυτές εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφοι 2, 3 εδ. πρώτο, 4, 5, 6, 10 και 13 του Ν. 2519/1997 (ΦΕΚ 165 Α'), όπως το πρώτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 6 του νόμου αυτού αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 24 του Ν. 2716/1999 (ΦΕΚ 96 Α').
γ) Για τις θέσεις των Διοικητικών - Οικονομικών Επιθεωρητών αποσπώνται μόνιμοι υπάλληλοι του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. α' και β' βαθμίδας, κατηγορίας ΠΕ, με βαθμό τουλάχιστον Α', που ανήκουν σε κλάδο ΠΕ Διοικητικό - Οικονομικό ή ΠΕ Διοικητικό ή ΠΕ Οικονομικό ή απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.) με διετή τουλάχιστον υπηρεσία, οι οποίοι έχουν διακριθεί για την επαγγελματική κατάρτιση, την υπηρεσιακή επίδοση και το ήθος τους.
δ) Γ ια τις θέσεις των Κοινωνικών Επιθεωρητών αποσπώνται μόνιμοι υπάλληλοι του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, με βαθμό τουλάχιστον Α' των κλάδων ΠΕ Γιατρών Ειδικοτήτων (Κοινωνικής Ιατρικής), ΠΕ Γιατρών Δημόσιας Υγείας Ε.Σ.Υ, ΠΕ νοσηλευτικής, ΠΕ Κοινωνιολόγων, ΠΕ Κοινωνικής Διοίκησης, ΠΕ Κοινωνικών Ανθρωπολόγων, ΠΕ Παιδαγωγικής και ΠΕ Κοινωνικών Λειτουργών ή αντίστοιχων κλάδων άλλων Υπουργείων ή των Περιφερειών, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. α' και β' βαθμίδας. Σε περίπτωση έλλειψης υπαλλήλων των ανωτέρω κλάδων, αποσπώνται υπάλληλοι των παραπάνω φορέων των κλάδων ΠΕ Διοικητικού - Οικονομικού, ΠΕ Διοικητικού και ΠΕ Οικονομικού ή απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης (Ε.Σ.Δ.Δ.) με διετή τουλάχιστον υπηρεσία, οι οποίοι έχουν διακριθεί για την επαγγελματική κατάρτιση, την υπηρεσιακή επίδοση και το ήθος τους.
ε) Για τις θέσεις των Βοηθών Επιθεωρητών αποσπώνται μόνιμοι υπάλληλοι των κλάδων ΤΕ Εποπτών Δημόσιας Υγιεινής, ΤΕ Επισκεπτών Υγείας και ΤΕ Κοινωνικής Εργασίας, με βαθμό τουλάχιστον Β', του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας ή εποπτευόμενων από το Υπουργείο αυτό Ν.Π.Δ.Δ. ή αντίστοιχων κλάδων άλλων Υπουργείων και Ν.Π.Δ.Δ., καθώς και υπάλληλοι που προέρχονται από τον καταργημένο κλάδο ΔΕ Διαχειριστών του άρθρου 4 του Ν. 1431/1984 (ΦΕΚ 46 Α').
Με αποφάσεις του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας μπορεί να καθορίζονται και άλλοι κλάδοι υπαλλήλων, από τους προβλεπόμενους στο άρθρο 46 του Π.Δ. 95/10.3.2000 «Οργανισμός Υγείας και Πρόνοιας» (ΦΕΚ 76 Α'), από τους οποίους επιτρέπεται η απόσπαση σε θέση Επιθεωρητή ή Βοηθού Επιθεωρητή του Σ.Ε.Υ.Υ.Π..
3. Η απόσπαση του Γενικού Επιθεωρητή, των Επιθεωρητών και των Βοηθών Επιθεωρητών του Σ.Ε.Υ.Υ.Π γίνεται για πλήρη και αποκλειστική απασχόληση και για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, που μπορεί να ανανεώνεται μία ή περισσότερες φορές για ίσο χρονικό διάστημα, με κοινή απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, με τη διαδικασία των επόμενων παραγράφων, είναι δε υποχρεωτική για την υπηρεσία του υπαλλήλου. Ανάκληση της απόσπασης πριν από τη λήξη της, χωρίς αίτηση του Επιθεωρητή, μπορεί να γίνει μόνο για σπουδαίο λόγο, όπως η ακαταλληλότητα ή η αδυναμία εκπλήρωσης των καθηκόντων, με αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, μετά από γνώμη του Γενικού Επιθεωρητή.
4. Η πλήρωση των θέσεων του Γενικού Επιθεωρητή, των Επιθεωρητών και των Βοηθών Επιθεωρητών του Σ.Ε.Υ.Υ.Π. διενεργείται μετά από ιδιαίτερη, για κάθε περίπτωση, δημόσια πρόσκληση για υποβολή υποψηφιοτήτων.
Οι τρεις (3) θέσεις των Βοηθών Γενικού Επιθεωρητή είναι θέσεις Επιθεωρητών και επαυξάνουν τον αριθμό των θέσεων της δημόσιας πρόσκλησης για την πλήρωση θέσεων Επιθεωρητών.
Η πρόσκληση δημοσιεύεται σε δύο τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες. Με την πρόσκληση καθορίζεται και ο αριθμός των θέσεων Επιθεωρητών κατά ειδικότητα.
5. Η επιλογή σε θέσεις Επιθεωρητών και Βοηθών Επιθεωρητών γίνεται μετά προηγούμενη συνέντευξη, ενώπιον τριμελούς γνωμοδοτικής επιτροπής, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας. Η επιτροπή αξιολογεί τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των υποψηφίων και διαμορφώνει γνώμη για την προσωπικότητα και την ικανότητα άσκησης καθηκόντων Επιθεωρητή ή Βοηθού Επιθεωρητή. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας καθορίζεται αμοιβή για τα μέλη της Επιτροπής.
6. Ο χρόνος της απόσπασης στο Σ.Ε.Υ.Υ.Π. λογίζεται, για κάθε συνέπεια, ως χρόνος συνεχούς και πραγματικής υπηρεσίας στην οργανική θέση του υπαλλήλου, ο οποίος σταδιοδρομεί και εξελίσσεται βαθμολογικά και μισθολογικά στην υπηρεσία από την οποία προέρχεται.
Για την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 82 του Ν. 2683/1999 (ΦΕΚ 19 Α'), το χρονικό διάστημα που ο υπάλληλος υπηρέτησε ως Επιθεωρητής ή Βοηθός Επιθεωρητής του Σ.Ε.Υ.Υ.Π λογίζεται ότι διανύθηκε, αντίστοιχα, με την ιδιότητα του προϊσταμένου τμήματος.
Σε περίπτωση που υπάλληλος, αποσπασμένος σε θέση Επιθεωρητή του Σ.Ε.Υ.Υ.Π, επιλεγεί ως προϊστάμενος οργανικής μονάδας, επέρχεται αυτοδίκαιη παύση της απόσπασης στο Σώμα, από την τοποθέτησή του ως προϊσταμένου.
7. Οι αποδοχές των μελών του Σ.Ε.Υ.Υ.Π. καταβάλλονται από τις υπηρεσίες ή τους φορείς στους οποίους οργανικά ανήκουν και καθορίζονται ως εξής:
α) Ο Γενικός Επιθεωρητής, για τον οποίο έχει εφαρμογή η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 15 του Ν. 2470/1997 (ΦΕΚ 40 Α'), λαμβάνει τις κάθε είδους αποδοχές, επιδόματα και προσαυξήσεις που προβλέπονται για τους Γενικούς Διευθυντές των Κεντρικών Υπηρεσιών των Υπουργείων. β) Οι Επιθεωρητές λαμβάνουν τις τακτικές αποδοχές, καθώς και όλα τα, με οποιαδήποτε ονομασία, επιδόματα και οποιεσδήποτε λοιπές παροχές και πάγιες αποζημιώσεις της οργανικής τους θέσης, πλην χρονοεπιδόματος και εφημεριών. Εάν το σύνολο των παραπάνω τακτικών αποδοχών και κάθε φύσης επιδομάτων υπολείπεται των τακτικών μηνιαίων αποδοχών του Επιμελητή Α' του Ε.Σ.Υ, συμπεριλαμβανομένων των επιδομάτων και λοιπών παροχών εκτός των εφημεριών, καταβάλλεται η διαφορά ως επίδομα εξίσωσης και οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας. Στο Γενικό Επιθεωρητή και τους Επιθεωρητές καταβάλλεται, επιπλέον, ειδική πρόσθετη αποζημίωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται, κατά ειδικότητα, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας και η σχετική δαπάνη βαρύνει τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας.
8. Η καταβολή των δαπανών μετακίνησης, ημερήσιας αποζημίωσης και διανυκτέρευσης εκτός έδρας του Γενικού Επιθεωρητή και των Επιθεωρητών γίνεται με χρηματικά εντάλματα προπληρωμής, από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας.
9. Οι Επιθεωρητές και οι Βοηθοί Επιθεωρητές του Σ.Ε.Υ.Υ.Π υπάγονται στο υπηρεσιακό και πειθαρχικό συμβούλιο της οργανικής τους θέσης.
1. Ο Γενικός Επιθεωρητής του Σ.Ε.Υ.Υ.Π. εξομοιούται, πλήρως, μισθολογικά, καθώς και για κάθε άλλη συνέπεια, με Γενικό Διευθυντή των κεντρικών υπηρεσιών των Υπουργείων.
2. Ο Γενικός Επιθεωρητής διοικεί το Σώμα, κατευθύνει τη δράση του και απευθύνει στους Επιθεωρητές τις εντολές επιθεώρησης, ελέγχου και έρευνας, προΐσταται των Επιθεωρητών, είναι πειθαρχικός προϊστάμενός τους και μπορεί να επιβάλλει ποινή επίπληξης ή προστίμου έως και το ήμισυ των μηνιαίων αποδοχών.
3. Ο Γενικός Επιθεωρητής, με απόφασή του, επιλέγει, ως Βοηθούς Γενικού Επιθεωρητή, τρεις Επιθεωρητές, τους οποίους τοποθετεί ως προϊσταμένους και συντονιστές των κατά το άρθρο 3 παρ. 1 του παρόντος τομέων δράσης του Σώματος. Με όμοια απόφαση ορίζεται ένας από τους Βοηθούς Γενικού Επιθεωρητή ως αναπληρωτής του Γενικού Επιθεωρητή. Ο Γενικός Επιθεωρητής μπορεί με αποφάσεις του να μεταβιβάζει την άσκηση ορισμένων αρμοδιοτήτων του ή την εξουσία να υπογράφουν με εντολή του διάφορα έγγραφα στους Βοηθούς Γενικού Επιθεωρητή.
Στα καθήκοντα των Βοηθών Γενικού Επιθεωρητή περιλαμβάνεται η διαρκής παρακολούθηση του έργου των Επιθεωρητών και η σύνταξη ειδικής ετήσιας έκθεσης αξιολόγησης για το συνολικό έργο κάθε Επιθεωρητή του τομέα ευθύνης τους.
Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Υγείας και Πρόνοιας, προβλέπεται η σύνταξη ειδικής ετήσιας έκθεσης αξιολόγησης για το συνολικό έργο κάθε Επιθεωρητή και ρυθμίζονται ο τρόπος, ο τύπος, τα κριτήρια και οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την αξιολόγηση αυτή.
4. Ο Γενικός Επιθεωρητής αξιολογεί τους Επιθεωρητές, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, που ορίζουν το χρόνο, τον τύπο, το περιεχόμενο και τη διαδικασία σύνταξης των εκθέσεων και γενικότερα το σύστημα αξιολόγησης της υπηρεσίας ή του φορέα τους.
Οι Επιθεωρητές, που λαμβάνουν σε δύο ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης ουσιαστικών προσόντων τους βαθμολογία με χαρακτηρισμό κατώτερη του «λίαν καλώς» ή του αντίστοιχου βαθμού αριθμητικής κλίμακας αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, θεωρούνται ακατάλληλοι για την άσκηση έργων Επιθεωρητή και ανακαλείται η απόσπασή τους ή η ανάθεση των καθηκόντων τους στο Σώμα. Το ίδιο ισχύει εάν το έργο Επιθεωρητή κριθεί, σε δύο ειδικές εκθέσεις, ως μη ικανοποιητικό.
1. Ο Γενικός Επιθεωρητής δίνει τις εντολές για επιθεώρηση, έλεγχο ή έρευνα στους Επιθεωρητές αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν εντολής του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας ή μετά από αίτημα του Συνηγόρου του Πολίτη, εφόσον πρόκειται για θέματα γενικότερου ενδιαφέροντος.
Ο Γενικός Επιθεωρητής μπορεί να διατάσσει επαναληπτικό ή συμπληρωματικό έλεγχο, ολικό ή μερικό, οποιοσδήποτε υπόθεσης, είτε από τον ίδιο Επιθεωρητή είτε από άλλον.
2. Ο Γενικός Επιθεωρητής κατανέμει τις εντολές σε Επιθεωρητή ή σε κλιμάκιο Επιθεωρητών, ανάλογα με τη φύση της εξεταζόμενης υπόθεσης, και παρακολουθεί την έγκαιρη εκτέλεσή τους. Με την εντολή καθορίζει το αντικείμενο της επιθεώρησης, του ελέγχου ή της έρευνας, την ελεγχόμενη υπηρεσία και το χρόνο μέσα στον οποίο πρέπει να περατωθεί ο έλεγχος με την υποβολή της έκθεσης. Ουδέποτε ανατίθεται στους ίδιους Επιθεωρητές ο έλεγχος του ίδιου φορέα πριν από την πάροδο έτους από την υποβολή της έκθεσής τους, εκτός εάν συντρέχει ειδικός λόγος, που αναφέρεται στην εντολή του Γενικού Επιθεωρητή.
3. Οι Επιθεωρητές κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ενεργούν ως εξουσιοδοτημένοι, από το νόμο, εκπρόσωποι του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας και για το λόγο αυτόν θεωρούνται ιεραρχικά ανώτεροι των προϊσταμένων των ελεγχόμενων υπηρεσιών και φορέων. Κάθε Επιθεωρητής, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ενεργεί με δική του πρωτοβουλία και έχει ατομική ευθύνη για τη νομιμότητα των ενεργειών του.
4. Οι Επιθεωρητές, για την εκπλήρωση του έργου τους, μπορούν να επισκέπτονται, χωρίς ή με προειδοποίηση, την υπηρεσία ή το φορέα όπου γίνεται ο έλεγχος και να μελετούν επιτόπου την προς εξέταση υπόθεση. Στις επιτόπιες επιθεωρήσεις, ο Επιθεωρητής μπορεί να ζητήσει την παρουσία του προϊσταμένου της ελεγχόμενης υπηρεσίας ή του νόμιμου αναπληρωτή του.
5. Οι Επιθεωρητές, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, έχουν δικαίωμα πρόσβασης στους συναφείς με το αντικείμενο και τη φύση του ελέγχου φακέλους, συμπεριλαμβανομένων και των απορρήτων, εκτός εάν αυτά αφορούν ζητήματα που ανάγονται στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής, την εθνική άμυνα και την κρατική ασφάλεια. Οι ελεγχόμενες υπηρεσίες και λοιποί φορείς του άρθρου 2 αυτού του νόμου οφείλουν να παρέχουν όλα τα απαραίτητα για το έργο των Επιθεωρητών στοιχεία και τις αναγκαίες πληροφορίες, να συνεργάζονται μαζί τους και να τους διευκολύνουν, με κάθε τρόπο, κατά τη διάρκεια του ελέγχου. Όλα τα αιτούμενα στοιχεία τίθενται υποχρεωτικά στη διάθεση των Επιθεωρητών.
Η αμέλεια ή η άρνηση χορήγησης των παραπάνω ζητούμενων πληροφοριών και στοιχείων, καθώς και η σκόπιμη απόκρυψη ή η χορήγηση ανακριβών, αναληθών ή παραποιημένων στοιχείων και γενικά η παρακώλυση και παραπλάνηση του έργου των Επιθεωρητών, πέραν από τυχόν υπάρχουσες ποινικές ευθύνες, αποτελεί αυτοτελές πειθαρχικό παράπτωμα, για το οποίο μπορεί να επιβληθεί μια από τις ποινές του άρθρου 109 του Ν. 2683/ 1999 (ΦΕΚ 19 Α').
6. Οι Επιθεωρητές οφείλουν να τηρούν εχεμύθεια για γεγονότα ή πληροφορίες, των οποίων λαμβάνουν γνώση κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Παραβιάσεις του απορρήτου ή του καθήκοντος εχεμύθειας, καθώς και η από βαριά αμέλεια μη στάθμιση στοιχείων επιβαρυντικών για την υπηρεσία που επιθεωρείται ή τη διοίκηση και τους υπαλλήλους της, συνιστούν σοβαρό λόγο για την ανάκληση της απόσπασης του Επιθεωρητή.
7. Οι Επιθεωρητές, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, έχουν δικαιώματα και καθήκοντα ανακριτικού υπαλλήλου, εφαρμοζομένων των διατάξεων περί Οικονομικών Επιθεωρητών της παρ. 7 του άρθρου 2 του Ν. 2343/1995 «Αναδιοργάνωση Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 211 Α').
8. Ο Γενικός Επιθεωρητής και οι Επιθεωρητές, εφόσον διώκονται για ενέργειες στις οποίες προέβησαν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και για το συμφέρον της υπηρεσίας, μπορούν να παρίστανται ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων με μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), υπό την προϋπόθεση ότι θα εγκριθεί η αίτησή τους από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, μετά από αιτιολογημένη σύμφωνη γνώμη του Γενικού Επιθεωρητή.
9. Καταγράφονται σε ειδικό κεφάλαιο της έκθεσης διαπιστώσεις του Επιθεωρητή σχετικές με πράξεις, παραλείψεις ή συμπεριφορά λειτουργού, υπαλλήλου ή μέλους διοίκησης της ελεγχόμενης υπηρεσίας που δύναται να επισύρουν διοικητικές ή ποινικές κυρώσεις. Οι διαπιστώσεις συνοδεύονται με πρόταση: α) για τη διεξαγωγή ένορκης διοικητικής εξέτασης (Ε.Δ.Ε), αν υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες για τη διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος, β) για την άσκηση πειθαρχικής δίωξης κατά του υπαιτίου, αν υφίστανται τουλάχιστον αποχρώσες ενδείξεις για την ευθύνη του, γ) για τη λήψη άλλων μέτρων, αν ο υπαίτιος δεν υπόκειται σε πειθαρχικό έλεγχο, δ) την αποστολή της έκθεσης στην αρμόδια εισαγγελική αρχή, αν τα πραγματικά περιστατικά στοιχειοθετούν αξιόποινες πράξεις ή αν προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις για τέλεση αξιόποινης πράξης.
Στις παραπάνω περιπτώσεις, η έκθεση του Επιθεωρητή διαβιβάζεται από το Γενικό Επιθεωρητή στο αρμόδιο όργανο για την άσκηση πειθαρχικού ελέγχου ή στον αρμόδιο εισαγγελέα. Σε κάθε περίπτωση, ο Γενικός Επιθεωρητής μπορεί να προκαλέσει αυτεπαγγέλτως διενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης (Ε.Δ.Ε.), μετά από καταγγελίες ή σε περιπτώσεις κατά τις οποίες διαπιστώνει πράξεις, παραλείψεις ή παραβάσεις, που συνιστούν, κατά την άποψή του, πειθαρχικά παραπτώματα. Η άσκηση πειθαρχικής δίωξης και η ενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης αποτελούν δέσμια διοικητική ενέργεια για τα αρμόδια όργανα. Η ένορκη διοικητική εξέταση (Ε.Δ.Ε.) ενεργείται από Επιθεωρητή του Σ.Ε.Υ.Υ.Π., που προτείνεται από το Γενικό Επιθεωρητή ή από μόνιμο δημόσιο υπάλληλο με βαθμό τουλάχιστον Διευθυντή ή προϊστάμενο διεύθυνσης του Υπουργείου, της Περιφέρειας ή της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, στην οποία υπάγεται ή από την οποία εποπτεύεται η ελεγχόμενη υπηρεσία ή από κοινού από έναν Επιθεωρητή του Σ.Ε.Υ.Υ.Π. και ένα μόνιμο δημόσιο υπάλληλο της ελεγχόμενης υπηρεσίας ή του εποπτεύοντας αυτήν Υπουργείου ή Περιφέρειας ή Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης.
10. Μετά το πέρας της επιθεώρησης, του ελέγχου ή της έρευνας, ο Επιθεωρητής γνωστοποιεί, εγγράφως, τις παρατηρήσεις του στην ελεγχόμενη υπηρεσία και παρέχει προθεσμία τουλάχιστον τριών (3) ημερών για τη διατύπωση τυχόν αντιθέτων απόψεων. Μετά την υποβολή των απόψεων της ελεγχόμενης υπηρεσίας ή την πάροδο της σχετικής προθεσμίας, ο Επιθεωρητής συντάσσει και υποβάλλει στο Γενικό Επιθεωρητή τεκμηριωμένη έκθεση, στην οποία αναφέρει με σαφήνεια και πληρότητα τις διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα του ελέγχου και προτείνει λύσεις ή διατυπώνει βελτιωτικές προτάσεις. Ο Γενικός Επιθεωρητής γνωστοποιεί την έκθεση στον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας και τις υπηρεσίες που ελέγχθηκαν. Αντίτυπο της έκθεσης αυτής αποστέλλεται και στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης του Υπουργείου Οικονομικών, εάν αναφέρεται σε θέματα αρμοδιότητάς της, όπως η έλλειψη των νόμιμων παραστατικών στοιχείων ή η ύπαρξη ανακριβών στοιχείων για αγαθά και υπηρεσίες. Στην περίπτωση ελέγχου της νόμιμης λειτουργίας φαρμακείων και λοιπών φορέων του άρθρου 3 παρ. 2 στοιχείο (ε) αυτού του νόμου, η έκθεση αποστέλλεται και στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων, για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του.
11. Οι υπηρεσίες και τα διοικητικά συμβούλια των ελεγχόμενων φορέων έχουν την ευθύνη για την εφαρμογή των προτάσεων που περιέχονται στην έκθεση επιθεώρησης ή ελέγχου, υποχρεούμενες, το ταχύτερο δυνατόν από τη γνωστοποίηση σε αυτές των εκθέσεων των Επιθεωρητών, να αναφέρουν στο Γ ενικό Επιθεωρητή του Σώματος και στον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας τις ενέργειες στις οποίες προέβησαν, καθώς και τα μέτρα που έλαβαν ή προτίθενται να λάβουν.
Σε περίπτωση που οι ελεγχόμενες υπηρεσίες δεν συμμορφώνονται πλήρως προς τις υποδείξεις της έκθεσης επιθεώρησης ή ελέγχου, οφείλουν να γνωστοποιούν, προς τον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας και το Γενικό Επιθεωρητή, μέσα σε εύλογο χρόνο, τους λόγους για τους οποίους δεν ήταν δυνατή ή σκόπιμη η υλοποίηση των προτάσεων.
Η παράλειψη αυτής της υποχρέωσης συνιστά παράβαση του υπαλληλικού καθήκοντος.
12. Ο Γενικός Επιθεωρητής συντάσσει την ετήσια έκθεση πεπραγμένων του Σώματος, στην οποία παρουσιάζει τις σημαντικότερες υποθέσεις της ελεγκτικής δράσης αυτού και διατυπώνει γενικές ή ειδικές προτάσεις για τη βελτίωση της αποδοτικότητας και ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών, καθώς και τις αναγκαίες νομοθετικές ή άλλες κανονιστικές και διοικητικές ρυθμίσεις. Η έκθεση αυτή υποβάλλεται, εντός του πρώτου τριμήνου του επόμενου έτους, στον Πρωθυπουργό, τον Πρόεδρο της Βουλής, τον Υπουργό Υγείας και Πρόνοιας και το Ελεγκτικό Συνέδριο.
13. Οι διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 8 του Ν. 2477/1997, που προστέθηκαν με την παρ. 9 του άρθρου 1 του Ν. 2839/2000 «Ρυθμίσεις θεμάτων του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και άλλες διατάξεις»(ΦΕΚ 196 Α') εφαρμόζονται και για τις εκθέσεις και υποθέσεις που διαβιβάζονται στον Εισαγγελέα από το Σ.Ε.Υ.Υ.Π..
1. Οι Επιθεωρητές του Σ.Ε.Υ.Υ.Π., ανεξάρτητα από την ειδικότητά τους, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, είναι αρμόδιοι:
α) Να ζητούν από κάθε δημόσια, δικαστική, στρατιωτική, αστυνομική, νομαρχιακή, δημοτική ή κοινοτική αρχή, τράπεζα ή από οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου στοιχεία σχετικά με την επιθεώρηση, τον έλεγχο ή την έρευνα, υποχρεουμένων να παρέχουν αμέσως τα ζητούμενα στοιχεία. Επιπλέον η αστυνομική αρχή παρέχει τη συνδρομή της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 159 και 161 του Π.Δ. 141/1991 (ΦΕΚ 58 Α').
β) Να αναστέλλουν, προσωρινά και κατά το χρονικό διάστημα που διαρκεί η επιθεώρηση ή ο έλεγχος, τις χορηγηθείσες κανονικές άδειες απουσίας στο προσωπικό της ελεγχόμενης υπηρεσίας, εφόσον δεν έχει γίνει έναρξη αυτών ή σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις να ανακαλούν τις χορηγηθείσες ήδη κανονικές άδειες απουσίας, γνωστοποιώντας αμέσως αυτό στη διοίκηση της ελεγχόμενης υπηρεσίας.
γ) Να ζητούν, εφόσον παρίσταται ανάγκη, τη σύμπραξη τεχνικών ή άλλης ειδικότητας υπαλλήλων ή εμπειρογνωμόνων.
δ) Να χρησιμοποιούν, κατά τη διενέργεια ένορκων διοικητικών εξετάσεων (Ε.Δ.Ε.), ως γραμματείς, υπαλλήλους υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας ή των εποπτευόμενων από αυτό νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, καθώς και υπαλλήλους των ελεγχόμενων υπηρεσιών.
2. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των Επιθεωρητών μπορεί να ορίζονται αναλυτικά με προεδρικό διάταγμα κανονισμού καθηκόντων, το οποίο εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Υγείας και Πρόνοιας.
1. Συνιστάται Διεύθυνση Γραμματείας του Σ.Ε.Υ.Υ.Π., της οποίας προΐσταται μόνιμος υπάλληλος του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας με βαθμό Διευθυντή, καθώς και μία (1) θέση κατηγορίας ΠΕ κλάδων διοικητικού / οικονομικού, με βαθμό Διευθυντή, η οποία προσαυξάνει τις θέσεις Διευθυντών, εκτός βαθμολογικής κλίμακας, που προβλέπονται στον Οργανισμό του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας. Η οργάνωση της Γραμματείας, η κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ των υπηρεσιών της, η στελέχωση και η σύνθεσή της σε προσωπικό, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία της, καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
2. Η στελέχωση της Γραμματείας γίνεται με μετακίνηση σε αυτή υπαλλήλων του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας ή με απόσπαση υπαλλήλων εποπτευόμενων από αυτό νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, καθώς και υπαλλήλων υπηρεσιών και φορέων που ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 14 του Ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α'), όπως συμπληρώθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 1του Ν. 2527/1997 (ΦΕΚ 206 Α').
Η απόσπαση των ανωτέρω υπαλλήλων γίνεται, μετά από αίτησή τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 68 του Ν. 2683/1999 (ΦΕΚ 19 Α'). Οι αποσπώμενοι υπάλληλοι λαμβάνουν το μισθό και όλες τις τυχόν επιπλέον τακτικές αποδοχές, καθώς και όλα ανεξαιρέτως τα επιδόματα και οποιεσδήποτε λοιπές απολαβές της οργανικής τους θέσης. Οι κατά τα ανωτέρω αποσπώμενοι, καθώς και οι μετακινούμενοι από το Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας υπάλληλοι, λαμβάνουν ειδική πρόσθετη αποζημίωση, που ορίζεται με την απόφαση της παρ. 7 εδ. β' του άρθρου 4 του παρόντος ή όμοια απόφαση και καταβάλλεται από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας.
1. Οι Επιθεωρητές του Σ.Ε.Υ.Υ.Π., καθώς και το προσωπικό της Γραμματείας αυτού, εκπαιδεύονται αρχικά κατά την είσοδό τους στο Σώμα και στη συνέχεια σε τακτά χρονικά διαστήματα. Τα προγράμματα εκπαίδευσης καταρτίζονται με ευθύνη του Γενικού Επιθεωρητή του Σώματος, σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και την Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας.
2. Κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου αυτού οι τοποθετούμενοι στο Σ.Ε.Υ.Υ.Π. θεωρείται ότι έχουν αποκτήσει την αρχική εκπαίδευση.
1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Υγείας και Πρόνοιας, εξειδικεύονται η οργάνωση, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες των υπηρεσιών που συγκροτούν το Σ.Ε.Υ.Υ.Π., θεσπίζεται ο Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας του Σώματος και καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία του.
2. Οι δαπάνες στέγασης, λειτουργίας, εκπαίδευσης, υλικοτεχνικής υποδομής και εξοπλισμού, καθώς και οι λοιπές δαπάνες λειτουργίας του Σ.Ε.Υ.Υ.Π. και των Περιφερειακών Γραφείων αυτού βαρύνουν τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας.
3. Από την έναρξη λειτουργίας του Σ.Ε.Υ.Υ.Π., που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, καταργούνται η Διεύθυνση Επιθεώρησης και ο Κλάδος ΠΕ Επιθεωρητών (ΠΕ27) του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας (άρθρα 35 και 73 του Π.Δ. 95/2000) (ΦΕΚ 76 Α'), καθώς και όλες οι σχετικές με τη λειτουργία της καταργούμενης Διεύθυνσης διατάξεις.
Οι καταργούμενες θέσεις, ανάλογα με την ειδικότητα των Επιθεωρητών που τις κατέχουν, προσαυξάνουν τις προβλεπόμενες θέσεις των αντίστοιχων κλάδων του Οργανισμού του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας και εάν δεν υπάρχουν θέσεις αντίστοιχου κλάδου και ειδικότητας συνιστώνται με την απόφαση ένταξης του επόμενου εδαφίου. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσε- ως, οι υπάλληλοι του καταργούμενου κλάδου Επιθεωρητών εντάσσονται στις ανωτέρω θέσεις, με βάση τα τυπικά τους προσόντα, αναδρομικά από την κατάργηση της Διεύθυνσης Επιθεώρησης.
4. Η Επιθεώρηση Μακεδονίας - Θράκης, που λειτουργεί ως αποκεντρωμένη υπηρεσία της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας με έδρα την πόλη της Θεσσαλονίκης (άρθρο 43 του Π.Δ. 95/2000), εξακολουθεί να λειτουργεί, ως έχει, μέχρις ότου εκδοθεί απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2 του παρόντος νόμου, για τη σύσταση Περιφερειακών Γραφείων του Σ.Ε.Υ.Υ.Π..
5. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος: α) Οι θέσεις Επιθεωρητών της παρ. 1 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου μπορεί να καλύπτονται, κατά ειδικότητα, με ανάθεση καθηκόντων, από Επιθεωρητές του καταργούμενου κλάδου Επιθεωρητών του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας (άρθρο 73 του Π.Δ. 95/2000, ΦΕΚ 76 Α'), με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, χωρίς άλλη διαδικασία, β) στη θέση του Προϊσταμένου της Γραμματείας του Σ.Ε.Υ.Υ.Π. τοποθετείται, με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, ο υπηρετών προϊστάμενος της καταργούμενης διεύθυνσης Επιθεώρησης του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας (άρθρο 35 του Π.Δ. 95/ 2000) ή άλλος προϊστάμενος διεύθυνσης του Υπουργείου.
1. Η παρ. 1 και η περίπτωση α' της παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν.Δ. 181/1974 «περί προστασίας εξ ιοντιζουσών ακτινοβολιών» (ΦΕΚ 347 Α') αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Για την άσκηση στην Ελλάδα, από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οποιασδήποτε δραστηριότητας, που εμπίπτει στο άρθρο 1 του παρόντος, απαιτείται ειδική άδεια λειτουργίας.
2. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο άδεια χορηγείται, κατά περίπτωση:
α) Για την εισαγωγή, εγκατάσταση και λειτουργία μηχανημάτων παραγωγής ιοντιζουσών ακτινοβολιών για ιατρικούς σκοπούς εν γένει, καθώς και για την εγκατάσταση και λειτουργία εργαστηρίων ραδιοϊσοτόπων για ιατρικές εφαρμογές εν γένει, με απόφαση του οικείου Νομάρχη, μετά από σύμφωνη γνώμη τριμελούς επιτροπής, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας. Απαγορεύεται ο διορισμός, ως μέλους της Επιτροπής, προσώπου, που είναι ο ίδιος ή ο σύζυγός του ή συγγενής του εξ αίματος ή εξ αγχιστείας πρώτου βαθμού, εταίρος ή μέτοχος ή μέλος Διοικητικού Συμβουλίου ή διευθύνων ή εντεταλμένος σύμβουλος εταιρείας, με αντικείμενο την παραγωγή, εισαγωγή, διάθεση ή εκμετάλλευση μηχανημάτων, για τη λειτουργία των οποίων απαιτείται η σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής.
Προϋπόθεση για την έκδοση της ειδικής άδειας λειτουργίας είναι η προηγούμενη κτήση άδειας σκοπιμότητας, η οποία χορηγείται με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του αρμόδιου Νομάρχη, μετά από σύμφωνη γνώμη της επιτροπής του προηγούμενου εδαφίου.
Η απόφαση για τη χορήγηση της άδειας σκοπιμότητας πρέπει να περιέχει ειδική αιτιολογία στα εξής κριτήρια: 1) εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος, 2) καταλληλότητα της περιοχής για εγκατάσταση του μηχανήματος, 3) πυκνότητα του πληθυσμού και πιθανότητα επιβάρυνσης της υγείας των κατοίκων της περιοχής από την άσκοπη διασπορά πηγών και μηχανημάτων παραγωγής ιοντιζουσών ακτινοβολιών, 4) ανάπτυξη νέων τεχνικών και ανάγκη εκσυγχρονισμού των υπαρχόντων εργαστηρίων.
Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας μπορεί να καθορίζονται πρόσθετα κριτήρια, κοινωνικά, χωροταξικά, υγειονομικά και οικονομικά και να ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την έκδοση της άδειας σκοπιμότητας. Εκκρεμείς αιτήσεις, σε οποιοδήποτε στάδιο, κατά την ημέρα δημοσίευσης της διάταξης αυτής στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, επανεξετάζονται ως νέες αιτήσεις για τη χορήγηση άδειας σκοπιμότητας.»
3. Στην παρ. 4 του άρθρου 4 του Ν.Δ. 181/1974 (ΦΕΚ 347 Α') προστίθεται το παρακάτω εδάφιο:
« Η ειδική άδεια χορηγείται και σε νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, με την επιστημονική ευθύνη ιατρού, που έχει τα προσόντα που ορίζονται στο προηγούμενο εδάφιο.»
3. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, μετά από γνώμη του ΚΕ.Σ.Υ, μπορεί να συγκροτούνται επιτροπές για την έγκριση εκτέλεσης μαγνητικών τομογραφιών. Ο τρόπος λειτουργίας των επιτροπών αυτών και η διαδικασία έγκρισης εκτέλεσης των μαγνητικών τομογραφιών διέπονται από τις διατάξεις του Π.Δ. 163/ 1988 «περί κοστολογήσεως της ιατρικής πράξεως της μαγνητικής τομογραφίας» (ΦΕΚ 75 Α'), όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο μόνο του Π.Δ. 427/1988 (ΦΕΚ 197 Α'), όπως κάθε φορά ισχύουν. Απαγορεύεται ο διορισμός, ως μέλους των παραπάνω Επιτροπών, προσώπου, που είναι ο ίδιος ή ο σύζυγός του ή συγγενής του εξ αίματος ή εξ αγχιστείας πρώτου βαθμού, εταίρος ή μέτοχος ή μέλος Διοικητικού Συμβουλίου ή διευθύνων ή εντεταλμένος σύμβουλος εταιρείας με αντικείμενο την παραγωγή, εισαγωγή, διάθεση ή εκμετάλλευση μηχανημάτων μαγνητικής τομογραφίας.
4.Ο Υπουργός Υγείας και Πρόνοιας με αιτιολογημένη απόφασή του, μετά από πρόταση της Ελληνικής Οδοντιατρικής Ομοσπονδίας, δύναται να αναστέλλει για χρονικό διάστημα μέχρι έξι (6) μήνες τη διενέργεια αρχαιρεσιών για την ανάδειξη Διοικητικών και Πειθαρχικών Συμβουλίων των Τοπικών Οδοντιατρικών Συλλόγων και της Ελληνικής Οδοντιατρικής Ομοσπονδίας.
5. Η παράγραφος 4 του άρθρου 51 του Ν. 3601/1928, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παρ. Β4 του άρθρου 58 του Ν. 1539/1985 (ΦΕΚ 64 Α'), αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου, οι αντιπρόσωποι και τα μέλη των Φαρμακευτικών Συλλόγων, ο Πρόεδρος του Ανώτατου Φαρμακευτικού Πειθαρχικού Συμβουλίου, καθώς και οι χρησιμοποιούμενοι από τον Πανελλήνιο Φαρμακευτικό Σύλλογο συνεργάτες ή ειδικοί επιστήμονες ή άλλα ειδικά πρόσωπα, χρησιμοποιούμενα για την εκπλήρωση των σκοπών αυτού, όταν προσέρχονται σε συνεδριάσεις του Δ.Σ. των Γενικών Συνελεύσεων, των Επιτροπών, του Ανώτατου Φαρμακευτικού Πειθαρχικού Συμβουλίου ή εκτελούν ανατεθείσα υπηρεσία, δικαιούνται:
α) Εξόδων κίνησης.
β) Ημερήσιας αποζημίωσης για το χρόνο απασχόλησής τους και τα έξοδα παραμονής και διατροφής, τα οποία καθορίζονται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, κατόπιν εισήγησης του Δ.Σ..
Με την ίδια διαδικασία καθορίζονται και τα μηνιαία έξοδα παράστασης του Προέδρου του Δ.Σ του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου.»
6. Η υποβολή της αίτησης για τη λήψη πιστοποιητικού εξειδίκευσης στη Λοιμωξιολογία, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 24 του Ν. 2716/1999 «Ανάπτυξη και εκσυγχρονισμός των υπηρεσιών ψυχικής υγείας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 96 Α'), δεν υπόκειται σε χρονικό περιορισμό. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 24 του παραπάνω νόμου καταργείται.
7. Η προθεσμία των έξι (6) μηνών για την εκδίκαση των εκκρεμουσών ενστάσεων από τις ειδικές επιτροπές, όπως αυτή αναφέρεται στην παρ. 12 του άρθρου 37 του Ν. 2519/1997 (ΦΕΚ 165 Α') και παρατάθηκε με το άρθρο 28 παρ. 7 του Ν. 2646/1998 (ΦΕΚ 236 Α') για ένα χρόνο, παρατείνεται για έξι (6) μήνες ακόμη, από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
8. Στο τέλος της παρ. 10 του άρθρου 9 του Ν. 2623/1998 «Ανασύνταξη των εκλογικών καταλόγων, οργάνωση και άσκηση του εκλογικού δικαιώματος των ετεροδημοτών, εκσυγχρονισμός της εκλογικής διαδικασίας και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 139 Α'), προστίθεται το παρακάτω εδάφιο:
« Νομάρχες, Βοηθοί Νομάρχες, Δήμαρχοι και Αντιδήμαρχοι, οι οποίοι είναι ιατροί του Εθνικού Συστήματος Υγείας και τελούν σε ειδική άδεια, σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων και αυτές των άρθρων 298 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (π.δ 410/1995 ΦΕΚ 231 Α') και 113 του Κώδικα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης (π.δ. 30/1996 ΦΕΚ 21 Α') επιτρέπεται, μετά από αίτησή τους και εφόσον αυτό απαιτείται από τις ανάγκες Νοσοκομείου εκτός νομού ή Κέντρου Υγείας στο οποίο υπηρετούν, να συμμετέχουν στο πρόγραμμα εφημεριών της υπηρεσίας τους και να λαμβάνουν τη νόμιμη αποζημίωση. Εφημερίες που πραγματοποιήθηκαν από τα πα¬ραπάνω πρόσωπα σε Νοσοκομεία ή Κέντρα Υγείας μέχρι τη δημοσίευση αυτού του νόμου θεωρούνται νόμιμες.
9. Ιατροί και υπάλληλοι Νοσοκομείων, Κέντρων Υγείας και Περιφερειακών Ιατρείων, που παραιτήθηκαν ή παραιτούνται υποχρεωτικά, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 56 του Συντάγματος και αυτές της εκλογικής νομοθεσίας, για να ανακηρυχθούν υποψήφιοι βουλευτές, επανερχόμενοι στην υπηρεσία, κατ’ εφαρμογή της διάταξης της παρ. 5 του άρθρου 18 του Ν. 1735/1987 (ΦΕΚ 195 Α'), επιτρέπεται, πλέον των ρυθμίσεων της παραπάνω διάταξης, να τοποθετούνται με απόφαση του οικείου Υπουργού, κατόπιν αιτήσεώς τους, σε κενές ή σε συνιστώμενες προσωρινές και προσωποπαγείς οργανικές θέσεις σε οποιοδήποτε Νοσοκομείο ή Κέντρο Υγείας του Ε.Σ.Υ., που εδρεύει εκτός της Υγειονομικής Περιφέρειας Αττικής και του Νομού Θεσσαλονίκης.
10. Ιατροί και Οδοντίατροι, μέλη Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι., που υπηρετούσαν σε οργανικές ή και προσωποπαγείς θέσεις του κλάδου Ε.Σ.Υ. και επέλεξαν, με δήλωσή τους, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 6 του άρθρου 24 του Ν. 2530/1997 (ΦΕΚ 218 Α'), την έξοδό τους από το Ε.Σ.Υ., επιτρέπεται να ανακαλέσουν τη δήλωσή τους και να επιλέξουν την παραμονή τους στο Ε.Σ.Υ., μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, με την προϋπόθεση ότι μέχρι το χρόνο αυτόν δεν θα έχει προκηρυχθεί η πλήρωση της οργανικής τους θέσης.
11. Οι αιτήσεις που υποβλήθηκαν από ιδιωτικές κλινικές, κατ’ εφαρμογή της διάταξης της παρ. 4 του άρθρου 149 του Ν. 2071/1992 (ΦΕΚ 123 Α'), παύουν να ισχύουν από τη δημοσίευση αυτού του νόμου. Επέκταση σε δύναμη των κλινών των παραπάνω κλινικών επιτρέπεται μόνο σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 2 του Π.Δ. 235/2000 (ΦΕΚ 199 Α').
12. Η δεύτερη περίοδος του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 7 του Ν. 2646/1998 (ΦΕΚ 236 Α') αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:
«Το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του Πατριωτικού Ιδρύματος Κοινωνικής Πρόνοιας (Π.Ι.Κ.Π.Α.), του Εθνικού Οργανισμού Πρόνοιας (Ε.Ο.Π.) και του Κέντρου Βρεφών « Η ΜΗΤΕΡΑ», που θα επιλεγεί για να ενταχθεί στο νέο φορέα, εντάσσεται μετά από δήλωσή του σε μόνιμες θέσεις του νέου Οργανισμού ή σε προσωρινές και προσωποπαγείς θέσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, οι οποίες θα προέλθουν από μετατροπή ισάριθμων αντίστοιχης κατηγορίας και αντίστοιχου ή παρεμφερούς κλάδου οργανικών θέσεων, οι οποίες καταργούνται με την, για οποιονδήποτε λόγο, αποχώρηση των υπαλλήλων αυτών από την Υπηρεσία. Μέχρι την κατάργηση των παραπάνω προσωρινών θέσεων, απαγορεύεται η πλήρωση αντίστοιχου αριθμού οργανικών θέσεων μονίμων υπαλλήλων.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Υγείας και Πρόνοιας ρυθμίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την ένταξη του παραπάνω προσωπικού.»
13. Η διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 19 του Ν. 2646/1998 αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:
« Από την πρώτη Ιανουάριου του έτους 2002, τα Ιδρύματα Βρεφονηπιακών Σταθμών Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Λάρισας, που προβλέπονται από το άρθρο 11 του Ν. 1431/1984 (ΦΕΚ 46 Α') καταργούνται ως αυτοτελή νομικά πρόσωπα και οι Βρεφονηπιακοί Σταθμοί που δεν θα έχουν μεταβιβασθεί για οποιονδήποτε λόγο, μέσα στο διάστημα αυτό, μεταβιβάζονται προσωρινά με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, στον Εθνικό Οργανισμό Κοινωνικής Φροντίδας, που προβλέπεται από το άρθρο 6 του παρόντος νόμου, μέχρι τη μεταβίβασή τους στους Ο.Τ.Α. Α' βαθμού.»
14. Στη διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 18 του Ν. 2592/1998 (ΦΕΚ 57 Α') υπάγεται και το προσωπικό των κλάδων του άρθρου 7 του Ν. 1609/1986 (ΦΕΚ 86 Α'), που έχει προσληφθεί ή θα προσληφθεί στα Νοσηλευτικά Ιδρύματα και Μονάδες αυτών, μετά την έναρξη της ισχύος του Ν. 1609/1986.
Στο τέλος της πρώτης παραγράφου του άρθρου 19 του Ν. 2889/2001 «Βελτίωση και εκσυγχρονισμός του Εθνικού Συστήματος Υγείας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 37 Α') προστίθεται δεύτερο εδάφιο, ως εξής:
«Χρηματικά ποσά που συγκεντρώθηκαν μέσω τραπεζικών λογαριασμών, κατά παράβαση των διατάξεων του Ν. 5101/1931 (ΦΕΚ 238 Α') και δεν έχουν κατασχεθεί κατά το άρθρο 20 του νόμου αυτού ούτε έχουν αποδοθεί εν όλω ή εν μέρει, κατά το προηγούμενο εδάφιο, αναζητούνται οποτεδήποτε από τους καταθέτες τους, με την προσκόμιση της απόδειξης κατάθεσης. Σε περίπτωση μερικής απόδοσης, του ποσού που συγκεντρώθηκε, στους δικαιούχους του τραπεζικού λογαριασμού, η αξίωση επιστροφής του καταθέτη περιορίζεται αναλόγως.
Χρηματικά ποσά, που έχουν κατασχεθεί κατά το άρθρο 20 του Ν. 5101/1931 ή παραμένουν τρία χρόνια από το άνοιγμα του τραπεζικού λογαριασμού χωρίς να διατεθούν υπέρ των δικαιούχων και χωρίς να αναζητηθούν από τους καταθέτες τους, διατίθενται υπέρ κοινωφελών ιδρυμάτων και σωματείων με σκοπούς παρεμφερείς προς το σκοπό για τον οποίο ανοίχθηκε ο τραπεζικός λογαριασμός, με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας.»
1. Δεν καταβάλλεται συμμετοχή από τους ασφαλισμένους του Δημοσίου στις δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης των τέκνων τους, που πάσχουν από νεοπλασματική ασθένεια, όπως λευχαιμία, λέμφωμα, συμπαγείς όγκους, ιστιοκύττωση langerhans και υποβάλλονται σε θεραπεία στο εξωτερικό. Ανεκτέλεστοι και εν γένει μη εισπραχθέντες καταλογισμοί σε βάρος ασφαλισμένων, για συμμετοχή τους σε δαπάνες αυτής της κατηγορίας, διαγράφονται.
2. Στους τακτικούς υπαλλήλους του Ταμείου Προνοίας Δημοσίων Υπαλλήλων (Τ.Π.Δ.Υ.) και στα μέλη των οικογενειών τους παρέχεται από το Δημόσιο υγειονομική περίθαλψη με τους όρους και προϋποθέσεις που παρέχεται αυτή στους τακτικούς υπαλλήλους του Δημοσίου και στα μέλη των οικογενειών τους, όπως καθορίζονται από τις σχετικές διατάξεις.
3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 9 του Ν. 1963/1991 (ΦΕΚ 138 Α') αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο αριθμός των φαρμακείων που διημερεύουν κατά το Σάββατο ορίζεται, με απόφαση του οικείου νομάρχη, μέχρι 20% του συνολικού αριθμού των λειτουργούντων φαρμακείων.»
1. Στην Περιφέρεια Αττικής συνιστάται αεροϋγειονομείο, που λειτουργεί σε επίπεδο Τμήματος της Διεύθυνσης Υγείας και Πρόνοιας, για την κάλυψη αναγκών του νέου διεθνούς αεροδρομίου Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος».
2. Το αεροϋγειονομείο έχει τις εξής αρμοδιότητες:
α. Χειρίζεται όλα τα υγειονομικά θέματα σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του Διεθνούς Υγειονομικού Κανονισμού της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας και της ελληνικής νομοθεσίας.
β. Ελέγχει τη διατήρηση του χώρου του αεροδρομίου και των γύρω από αυτό χώρων, σε κατάσταση που να καλύπτει τους όρους υγιεινής.
γ. Ασκεί τον υγειονομικό έλεγχο στα με υγειονομικό ενδιαφέρον καταστήματα του αεροδρομίου.
3. Το αεροϋγειονομείο λειτουργεί όλες τις ημέρες της εβδομάδας σε 24ωρη βάση.
4. Για τη στελέχωση του αεροϋγειονομείου συνιστώνται στην Περιφέρεια Αττικής οι ακόλουθες θέσεις προσωπικού, που προσαυξάνουν τις υφιστάμενες θέσεις των οικείων κλάδων.
α. Στον κλάδο ΠΕ Ιατρών Δημόσιας Υγείας Ε.Σ.Υ. δύο (2) θέσεις με βαθμούς Δ'- Α'.
β. Στον κλάδο ΤΕ Επαγγελμάτων Υγείας και Πρόνοιας τέσσερις (4) με βαθμούς Δ'-Α', ειδικότητας Δημόσιας Υγιεινής.
γ. Στον κλάδο ΤΕ Διοικητικού Λογιστικού μία (1) θέση με βαθμούς Δ'-Α'.
δ. Στον κλάδο ΔΕ Διοικητικών Γραμματέων τρεις (3) θέσεις με βαθμό Δ'- Α'.
5. Προσόντα διορισμού στις θέσεις της προηγούμενης παραγράφου είναι τα οριζόμενα στις διατάξεις του Π.Δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α') όπως εκάστοτε ισχύουν.
6. Ο προϊστάμενος του τμήματος αεροϋγειονομείου προέρχεται από τον κλάδο ΠΕ Ιατρών Δημόσιας Υγείας Ε.Σ.Υ. και σε περίπτωση έλλειψης από τον κλάδο ΤΕ Επαγγελμάτων Υγείας και Πρόνοιας.
7. Επιτρέπεται η κάλυψη των θέσεων της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου με μετάταξη υπαλλήλων από δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμίδας, εφόσον οι μετατασσόμενοι έχουν τα προσόντα που απαιτούνται για την κάλυψη των θέσεων στις οποίες μετατάσσονται. Η μετάταξη διενεργείται μετά από αίτηση των ενδιαφερόμενων υπαλλήλων και συνεκτίμηση των υπηρεσιακών αναγκών, ύστερα από γνώμη των οικείων υπηρεσιακών συμβουλίων, με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Υγείας και Πρόνοιας και του κατά περίπτωση αρμοδίου. Προκειμένου για υπαλλήλους οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης απαιτείται και η γνώμη του ανώτερου μονομελούς οργάνου διοίκησης αυτών. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 71 και της παρ. 2 του άρθρου 73 του Ν. 2683/1999.
8. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής μπορεί να αποσπώνται, χωρίς γνώμη των υπηρεσιακών συμβουλίων, για χρονικό διάστημα μέχρι τριών (3) μηνών, υπάλληλοι δημόσιων υπηρεσιών και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου της Περιφέρειας, για κάλυψη αυξημένων αναγκών του αεροϋγειονομείου, σε περιπτώσεις που αυτές δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθούν από το υπηρετούν προσωπικό. Οι αποσπώμενοι, κατά το χρόνο της απόσπασης, εξακολουθούν να λαμβάνουν πλήρεις τις τακτικές και πάσης φύσεως πρόσθετες απολαβές της οργανικής τους θέσης από την υπηρεσία στην οποία οργανικά ανήκουν.
9. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας ορίζονται τα ειδικότερα καθήκοντα των ιατρών και των υπαλλήλων του κλάδου ΤΕ Επαγγελμάτων Υγείας, που υπηρετούν στο αεροϋγειονομείο.
Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής μπορεί να αποσπώνται, χωρίς γνώμη των υπηρεσιακών συμβουλίων, για χρονικό διάστημα μέχρι τριών (3) μηνών, υπάλληλοι δημόσιων υπηρεσιών και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου της Περιφέρειας, για κάλυψη αυξημένων αναγκών του αεροϋγειονομείου, σε περιπτώσεις που αυτές δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθούν από το υπηρετούν προσωπικό. Οι αποσπώμενοι, κατά το χρόνο της απόσπασης, εξακολουθούν να λαμβάνουν πλήρεις τις τακτικές και πάσης φύσεως πρόσθετες απολαβές της οργανικής τους θέσης από την υπηρεσία στην οποία οργανικά ανήκουν.
1. Ιατροί ειδικευμένοι και οδοντίατροι, που πάσχουν από:
α) ομόζυγο β μεσογειακή αναιμία, ως πολυμεταγγιζόμενα άτομα,
β) δρέπανο και μικροδρεπανοκυτταρική αναιμία, με συχνές νοσηλείες ανά έτος για κρίσεις και επιπλοκές από τη νόσο,
γ) συγγενή αιμορραγική διάθεση (αιμορροφιλία), μεταγγιζόμενοι με παράγωγα αίματος και
δ) ενεργό ινοκυστική νόσο, που απαιτεί συχνές νοσηλείες σε παθολογική ή πνευμονολογική κλινική, μπορούν να ζητήσουν το διορισμό τους σε προσωρινές και προσωποπαγείς θέσεις της ειδικότητάς τους, που συνιστώνται με την απόφαση διορισμού σε οποιοδήποτε νοσοκομείο ή Κέντρο Υγείας του Ε.Σ.Υ.. Ο διορισμός γίνεται για πενταετή θητεία και με εισαγωγικό βαθμό Επιμελητή Β', με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, μετά από ατομική κρίση του υποψηφίου, από πενταμελές Ειδικό Συμβούλιο Επιλογής, που αποτελείται από ιατρούς Ε.Σ.Υ. με βαθμό Διευθυντή ή Επιμελητή Α' και συνιστάται για συγκεκριμένες κρίσεις, με απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας. Στο τέλος της πενταετίας, ο ιατρός αξιολογείται ατομικά από το παραπάνω Συμβούλιο και σε περίπτωση θετικής κρίσης μονιμοποιείται με το βαθμό Επιμελητή Α'. Για τον υπολογισμό της πενταετίας λάμβάνεται υπόψη η προϋπηρεσία, σε έμμισθη θέση ιατρού, στο Δημόσιο, στο Ι.Κ.Α. και στους λοιπούς ασφαλιστικούς ορ-γανισμούς. Για την κρίση και την αξιολόγηση λαμβάνονται ιδίως υπόψη η επιστημονική συγκρότηση των υποψηφίων, το επιστημονικό έργο τους, η εκπαίδευση και η μετεκπαίδευσή τους, η κλινική εμπειρία τους, κυρίως δε η προσωπική συνέντευξη ενώπιον του Συμβουλίου. Η ασθένεια αποδεικνύεται μόνο με την προσκόμιση ιατρικών πιστοποιητικών, που εκδίδονται από τις μονάδες μεσογειακής αναιμίας ή τα κέντρα αιμορροφιλικών ή τις παθολογικές και πνευμονολογικές κλινικές των κρατικών νοσοκομείων, στα οποία οι ιατροί νοσηλεύονται, μετά από σύμφωνη γνώμη του Επιστημονικού Συμβουλίου του Νοσοκομείου. Η ισχύς της διατάξεως αυτής ισχύει από 1ης Ιανουάριου 2002.
2. Στο τέλος της παρ. 22 του άρθρου 11 του Ν. 2889/2001 «Βελτίωση και Εκσυγχρονισμός του Εθνικού Συστήματος Υγείας» (ΦΕΚ 37 Α') προστίθεται το εξής εδάφιο: «Οι παραπάνω διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως και για την κάλυψη κατεπειγουσών αναγκών των ψυχιατρικών μονάδων της χώρας, σε ειδικότητες ψυχιάτρων και παιδοψυχιάτρων, καθώς και για την κάλυψη κατεπειγουσών αναγκών του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειάς (Ε.Κ.Α.Β.).»
3. Στο άρθρο 13 του Ν. 2889/2001 προστίθεται παράγραφος 20, ως εξής:
«20. Στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, της Ελληνικής Οδοντιατρικής Ομοσπονδίας και του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου, που υπηρετούν ως υπάλληλοι του ευρύτερου δημόσιου τομέα, παρέχεται, για την ομαλή εκτέλεση των καθηκόντων τους, άδειά απουσίας με αποδοχές μέχρι τέσσερις (4) ημέρες κάθε μήνα.»
4. Παρατείνεται μέχρι 14 Σεπτεμβρίου του έτους 2001 η εξάμηνη προθεσμία που προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 17 και της παρ. 2 του άρθρου 19 του Π.Δ. 235/2000 (ΦΕΚ 199 Α').
Για θέματά λειτουργίας του φαρμακείου των ιδιωτικών κλινικών, που δεν ρυθμίζονται από τις διατάξεις των προεδρικών διαταγμάτων 517/1991 (ΦΕΚ 202 Α') και 235/2000, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 2, 6 παρ. 4, 8, 9 παρ. 1, 11 παρ. 1 στοιχ. ι', ια', ιβ', ιγ', ιη', ιθ', κ', κα' και παρ. 2, 3 και 4, καθώς και του άρθρου 14 του Π.Δ. 108/1993 «συγκρότηση, οργάνωση και λειτουργία του νοσοκομειακού φαρμακείου» (ΦΕΚ 50 Α').
5. α) Στο άρθρο 3 του Ν. 2194/1994 (ΦΕΚ 34 Α') προστίθεται έβδομη παράγραφος, ως εξής:
«Μέχρι την έκδοση του οργανισμού της, η Εθνική Σχολή Δημοσιάς Υγείας (Ε.Σ.Δ.Υ.) λειτουργεί ως ανεξάρτητο Ν.Π.Δ.Δ. και επιπλέον των οριζομένων στην παράγραφο 5 του άρθρου αυτού, υποστηρίζεται από τις κατά περίπτωση, καθ’ ύλην αρμόδιες διοικητικές υπηρεσίες και το Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιάς. Για το διδακτικό και επιστημονικό προσωπικό, που προσλαμβάνεται μέχρι την έκδοση του παραπάνω οργανισμού, ισχύουν οι διατάξεις του δεύτερου εδάφιου της παραγράφου 4 αυτού του άρθρου.»
β) Οι τίτλοι σπουδών της Ε.Σ.Δ.Υ. που έχουν απονεμηθεί ή θα απονεμηθούν, σύμφωνά με τα προγράμματα σπουδών της Υγειονομικής Σχολής Αθηνών (Υ.Σ.Α.), μέχρι την έναρξη της ισχύος του προεδρικού διατάγμαος της παρ. 4 του άρθρου 3 του Ν. 2194/1994 (ΦΕΚ 34 Α'), αποτελούν μεταπτυχιακούς τίτλους ειδίκευσης διάρκειας ενός έτους.
6. Η διάταξη της παραγράφου 7 του άρθρου 30 του Ν. 2768/1999 (ΦΕΚ 273 Α') αντικαθίσταται ως εξής:
«7. Οι διατάξεις του άρθρου 105 του Ν. 2071/1992 (ΦΕΚ 123 Α') έχουν εφαρμογή και στα πληρώματα ασθενοφόρων του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας (Ε.Κ.Α.Β.), στους νοσηλευτές του Ε.Κ.Α.Β. και στους αποσπασμένους υπαλλήλους, που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους ως πληρώματα ασθενοφόρων του Ε.Κ.Α.Β..»
7. Οι διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 1807/1988 «αποκατάσταση αστών, προσφύγων κ.λπ. στεγαστικά θέματα» (ΦΕΚ 208 Α'), όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 16 του Ν. 1965/1991 (ΦΕΚ 146 Α') και το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 2345/1995 (ΦΕΚ 213 Α') έχουν εφαρμογή για τις αγοραπωλησίες εν γένει, οι οποίες έχουν καταρτιστεί με συμβολαιογραφική πράξη, που έχει μεταγραφεί νόμιμά, για τα οικόπεδά στα οποία αναφέρονται οι εν λόγω διατάξεις και με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις.
8. Οι διατάξεις του Ν. 2685/1999 «κάλυψη δαπανών μετακινούμενων υπαλλήλων εντός και εκτός επικράτειάς και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 35 Α') εφαρμόζονται και για τους Προέδρους και Αναπληρωτές Γενικούς Διευθυντές των Περιφερειακών Συστημάτων Υγείας (Πε.Σ.Υ.).
9. Στο άρθρο 11 του Ν. 2889/2001 (ΦΕΚ 37 Α') προστίθεται παράγραφος 24, ως εξής:
«24. Συνιστάται πενταμελές Κεντρικό Συμβούλιο Επιλογής για την πλήρωση των κενών θέσεων του κλάδου ιατρών Ε.Σ.Υ. του Ε.Κ.Α.Β., το οποίο συγκροτείται από:
1. Τον Πρόεδρο του Δ.Σ. του Ε.Κ.Α.Β., ως Πρόεδρο, αναπληρούμενο από τον Αντιπρόεδρο του Ε.Κ.Α.Β..
2. Τον Πρόεδρο του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ε.Κ.Α.Β., με αναπληρωτή του άλλο μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου.
3. Το Διευθυντή της Ιατρικής Υπηρεσίας του Ε.Κ.Α.Β. με αναπληρωτή του το Διευθυντή του Ε.Κ.Α.Β. Θεσσαλονίκης.
4. Έναν ιατρό με βαθμό Διευθυντή, με γνώση και εμπειρία στην επείγουσα ιατρική ή σε κλινική ειδικότητα σχετική προς το γνωστικό αντικείμενο της επείγουσας ιατρικής, που προτείνεται, μαζί με τον αναπληρωτή του, από το Κ.Ε.Σ.Υ..
5. Έναν ιατρό με βαθμό Διευθυντή, με γνώση και εμπειρία στην επείγουσα ιατρική ή σε κλινική ειδικότητα σχετική προς το γνωστικό αντικείμενο της επείγουσας ιατρικής, που προτείνεται, μαζί με τον αναπληρωτή του, από τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο.
Τα μέλη των περιπτώσεων 4 και 5 ορίζονται ως εισηγητές. Το Συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας και η θητεία του είναι τριετής. Το Συμβούλιο λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 9 αυτού του άρθρου και είναι αρμόδιο και για την αξιολόγηση των ιατρών κλάδου Ε.Σ.Υ. του Ε.Κ.Α.Β., όπου προβλέπεται από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις.»
10. Ειδικευμένοι ιατροί, Αναπληρωτές Διευθυντές και Επιμελητές Α', του κλάδου ιατρών Ε.Σ.Υ., που υπηρετούν σε νοσοκομεία των Πε.Σ.Υ. και στα διασυνδεόμενα με αυτά νοσοκομεία των παρ. 10 και 11 του άρθρου 13 του Ν. 2889/2001, μπορεί να αποσπώνται με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, κατόπιν αιτήσεώς τους και για τέσσερις (4) τουλάχιστον μήνες, σε νοσοκομεία νησιωτικών περιοχών. Οι ιατροί που αποσπώνται με τη διάταξη αυτή μπορούν να ζητήσουν να υπολογισθεί ο χρόνος της απόσπασης ως διπλάσιος χρόνος υπηρεσίας, σε κάθε περίπτωση κρίσης τους για μονιμοποίηση ή εξέλιξη. Κάθε τετράμηνο υπηρεσίας της παραπάνω απόσπασης προσαυξάνει κατά 5% τη συνολική βαθμολογία του ιατρού σε κάθε κρίση επιλογής για κατάληψη θέσης του κλάδου ιατρών Ε.Σ.Υ..
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως Νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 22 Ιουνίου 2001
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους
Αθήνα, 26 Ιουνίου 2001
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
Μ. ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ