Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων

Displaying 145 - 150 of 150
2 | I | P | Α | Β | Γ | Δ | Ε | Ζ | Η | Θ | Ι | Κ | Λ | Μ | Ν | Ξ | Ο | Π | Ρ | Σ | Τ | Ύ | Φ | Χ | Ψ | Ω
Ελληνικός όρος:
Θυμόλη ή έλαιο του θύμου και της μέντας ή 3-υδροξυ-p-κυμένιο
Αγγλικός όρος:
Thymol or oil of thyme and mint or 3-hydroxy-p-cymene

Μετάφραση: Thymol or oil of thyme and mint or 3-hydroxy-p-cymene
Ελληνικός όρος:
Θυρεοειδής
Αγγλικός όρος:
Thyroid

Μετάφραση: Thyroid
Ελληνικός όρος:
Θυρογλουβουλίνη ή θυροσφαιρίνη
Αγγλικός όρος:
Thyroglobulin

Μετάφραση: Thyroglobulin
Ελληνικός όρος:
Θώρακας
Αγγλικός όρος:
Thorax

Μετάφραση: Thorax
Ελληνικός όρος:
Θωρακικός
Αγγλικός όρος:
Thoracic

Μετάφραση: Thoracic
Ελληνικός όρος:
Θωράκιση
Αγγλικός όρος:
Screen

Μετάφραση: Screen

Ακολουθήστε μας