Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Primary tabs
Displaying 145 - 150 of 150
Ελληνικός όρος:
Γυαλί
Αγγλικός όρος:
Glass
Μετάφραση: Glass
Ελληνικός όρος:
Γυαλιά ασφαλείας
Αγγλικός όρος:
Safety glasses
Μετάφραση: Safety glasses
Ελληνικός όρος:
Γυαλιστικά πατωμάτων
Αγγλικός όρος:
Floor polishes
Μετάφραση: Floor polishes
Ελληνικός όρος:
Γυναίκες στην εργασία
Αγγλικός όρος:
Women at work
Μετάφραση: Women at work
Ελληνικός όρος:
Γυροπυξίδα
Αγγλικός όρος:
Gyrocompass
Μετάφραση: Gyrocompass
Ελληνικός όρος:
Γύψος
Αγγλικός όρος:
Gypsum
Μετάφραση: Gypsum