Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 6351 - 6400, σε σύνολο 12273
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
Kinematic viscosity
Μετάφραση:
Κινηματικό ιξώδες
Όρος:
Kinesiology
Μετάφραση:
Κινησιολογία
Όρος:
Knee
Μετάφραση:
Γόνατο
Όρος:
Knee boots
Μετάφραση:
Γαλότσες γονάτου
Όρος:
Knee protectors
Μετάφραση:
Μέσα προστασίας γονάτων, επιγονατίδες
Όρος:
Kneeling position
Μετάφραση:
Γονατιστή θέση
Όρος:
Knife
Μετάφραση:
Μαχαίρι
Όρος:
Knife handling
Μετάφραση:
Χειρισμός μαχαιριών
Όρος:
Knife switch
Μετάφραση:
Διακόπτης μαχαιρωτός
Όρος:
Knitted gloves
Μετάφραση:
Γάντια πλεκτά
Όρος:
Knowledge
Μετάφραση:
Γνώση
Όρος:
Knowledge of the business
Μετάφραση:
Κατανόηση της ελεγχόμενης δραστηριότητας
Όρος:
KqW
Μετάφραση:
Συντελεστής διαχωρισμού οκτανόλης /νερού
Όρος:
Kryolith or cryolite
Μετάφραση:
Κρυόλιθος
Όρος:
Krypton
Μετάφραση:
Κρυπτό (Kr)
Όρος:
Kurtosis
Μετάφραση:
Κύρτωση
Συντομογραφία:
Kuweit Regional Convention
Όρος:
Kuweit Regional Convention for Cooperation on the Protection of the Marine Environment
Μετάφραση:
Σύμβαση του Κουβέιτ για τη Συνεργασία και Προστασία του Θαλασσίου Περιβάλλοντος από τη Ρύπανση
Όρος:
Label
Μετάφραση:
Ετικέτα ή επισήμανση
Όρος:
Label element
Μετάφραση:
Στοιχείο επισήμανσης
Όρος:
Label or mark
Μετάφραση:
Ετικέτα, σήμα, σημάδι επισήμανση
Όρος:
Labelled
Μετάφραση:
Επισημασμένος, ιχνηθετημένος
Όρος:
Labelling
Μετάφραση:
Επισήμανση (π.χ. χημικών ουσιών ή παρασκευασμάτων)
Όρος:
Labelling index
Μετάφραση:
Δείκτης σήμανσης
Όρος:
Labelling of hazardous waste
Μετάφραση:
Επισήμανση επικίνδυνων αποβλήτων
Όρος:
Labels
Μετάφραση:
Επιγραφές
Όρος:
Laboratory
Μετάφραση:
Εργαστήριο
Όρος:
Laboratory apparatus
Μετάφραση:
Εργαστηριακή συσκευή
Όρος:
Laboratory bias
Μετάφραση:
Συστηματικό εργαστηριακό σφάλμα
Όρος:
Laboratory biosafety
Μετάφραση:
Bιοασφάλεια
Όρος:
Laboratory biosecurity
Μετάφραση:
Ασφάλεια Εργαστηρίου
Όρος:
Laboratory confirmed infection
Μετάφραση:
εργαστηριακά επιβεβαιωμένη μόλυνση
Όρος:
Laboratory data
Μετάφραση:
εργαστηριακά δεδομένα
Όρος:
Laboratory equipment
Μετάφραση:
Εργαστηριακός εξοπλισμός ή εξοπλισμός εργαστηρίου
Όρος:
Laboratory frame
Μετάφραση:
Εργαστηριακό πλαίσιο
Όρος:
Laboratory method
Μετάφραση:
Εργαστηριακή μέθοδος
Όρος:
Laboratory personnel
Μετάφραση:
Εργαστηριακό προσωπικό ή προσωπικό εργαστηρίου
Όρος:
Laboratory safety
Μετάφραση:
Ασφάλεια στα εργαστήρια
Όρος:
Laboratory sample
Μετάφραση:
Εργαστηριακό δείγμα
Όρος:
Laboratory test
Μετάφραση:
Εργαστηριακή δοκιμή
Όρος:
Laboratory work
Μετάφραση:
Εργαστηριακή εργασία, εργασίες εργαστηρίου
Όρος:
Labour contracts
Μετάφραση:
Συμβάσεις εργασίας
Όρος:
Labour cost
Μετάφραση:
Κόστος εργασίας
Συντομογραφία:
LFS
Όρος:
Labour Force Survey
Μετάφραση:
Όρος:
Labour inspector
Μετάφραση:
Επιθεωρητής εργασίας
Όρος:
Labour Inspectorate
Μετάφραση:
Επιθεώρηση εργασίας
Όρος:
Labour Institute Petroleum and Chemical Industry
Μετάφραση:
Κλαδικό Ινστιτούτο Εργασίας Πετρελαίου και Χημικής Βιομηχανίας
Όρος:
Labour Institute Petroleum and Chemical Industry
Μετάφραση:
Κλαδικό Ινστιτούτο Εργασίας Πετρελαίου και Χημικής Βιομηχανίας
Όρος:
Labour law
Μετάφραση:
Εργατική νομοθεσία
Όρος:
Labour market
Μετάφραση:
Αγορά εργασίας
Όρος:
Labour or work
Μετάφραση:
Εργασία
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
124
Page
125
Page
126
Page
127
Current page
128
Page
129
Page
130
Page
131
Page
132
…
Next page
››
Last page
τελευταία »