Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 1 - 50, σε σύνολο 143
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Συντομογραφία:
CDC
Όρος:
U.S Centers for Disease Control and Prevention
Μετάφραση:
Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των Ηνωμένων Πολιτειών
Όρος:
Ub-contractor
Μετάφραση:
Υπεργολάβο
Όρος:
Ulcer or chancre
Μετάφραση:
Έλκος
Συντομογραφία:
UHF
Όρος:
Ultra high frequency
Μετάφραση:
Υπερύψηλη συχνότητα
Όρος:
Ultra sound
Μετάφραση:
Υπέρηχος
Όρος:
Ultrafine particles
Μετάφραση:
Υπερλεπτόκοκκα σωματίδια
Συντομογραφία:
UFP
Όρος:
Ultrafine particle
Μετάφραση:
Πολύ λεπτά σωματίδια
Όρος:
Ultrasound
Μετάφραση:
Υπέρηχος
Συντομογραφία:
UV - VIS
Όρος:
Ultraviolet - Visible spectrophotometry
Μετάφραση:
Φασματοφωτομετρία υπεριώδους - ορατού
Όρος:
Ultraviolet filters
Μετάφραση:
Φίλτρα υπεριώδους ακτινοβολίας
Συντομογραφία:
UV
Όρος:
Ultraviolet light
Μετάφραση:
Υπεριώδες φώς
Όρος:
Ultraviolet radiation
Μετάφραση:
Υπεριώδης ακτινοβολία
Συντομογραφία:
UV
Όρος:
Ultraviolet
Μετάφραση:
Υπεριώδης ακτινοβολία
Συντομογραφία:
UN-MTC
Όρος:
UN Manual of Tests and Criteria
Μετάφραση:
Όρος:
UN Model Regulations
Μετάφραση:
υποδειγματικοί κανονισμοί
Όρος:
UN number
Μετάφραση:
Αριθμός UN (των Ηνωμένων Εθνών)
Όρος:
Unbiased estimate
Μετάφραση:
Αστρέβλωτο εκτίμημα
Όρος:
Unbiased sample
Μετάφραση:
Αμερόληπτο δείγμα
Όρος:
Uncertainty
Μετάφραση:
Αβεβαιότητα
Όρος:
Uncertainty analysis
Μετάφραση:
Ανάλυση αβεβαιότητας
Όρος:
Uncleaned empty container
Μετάφραση:
Ακαθάριστο κενό εμπορευματοκιβώτιο
Όρος:
Undecane
Μετάφραση:
Ενδεκάνιο
Όρος:
Undecanoic acid
Μετάφραση:
Ενδεκανοϊκό οξύ
Όρος:
Undecanol see undecyl alcohol
Μετάφραση:
Όρος:
Undecene
Μετάφραση:
Ενδεκένιο
Όρος:
Undecyl alcohol or undecanol
Μετάφραση:
Ενδεκυλαλκοόλη ή ενδεκανόλη
Όρος:
Undercoating
Μετάφραση:
Υπόστρωμα (βαφής)
Όρος:
Underground mine
Μετάφραση:
Υπόγειο ορυχείο
Όρος:
Underground storage
Μετάφραση:
Υπόγεια εναποθήκευση
Όρος:
Underground storage site
Μετάφραση:
Χώροι υπόγειας εναπόθεσης
Όρος:
Underreport
Μετάφραση:
Περιορισμένη αναφορά
Όρος:
Undertaking
Μετάφραση:
Ανάληψη δέσμευσης, εργολαβία, επιχείρηση
Όρος:
Undesirable consequence
Μετάφραση:
Ανεπιθύμητη συνέπεια
Όρος:
Undoped
Μετάφραση:
Μη ενισχυμένο
Όρος:
Unemployed
Μετάφραση:
Άνεργος
Όρος:
Unemployment
Μετάφραση:
Ανεργία
Όρος:
Unemployment policy
Μετάφραση:
Πολιτική για την ανεργία
Όρος:
Unequal initial liability theory
Μετάφραση:
Θεωρία της ανισομερούς αρχικής προδιάθεσης
Όρος:
unequal initial liability theory
Μετάφραση:
θεωρία της ανισομερούς αρχικής προδιάθεσης
Όρος:
Unexpected start-up
Μετάφραση:
Απροσδόκητη εκκίνηση, μη αναμενόμενη εκκίνηση
Όρος:
Unidentified baggage
Μετάφραση:
Αποσκευή μη γνωστής ιδιοκτησίας
Όρος:
unification
Μετάφραση:
Ενοποίηση
Όρος:
Unified atomic mass unit
Μετάφραση:
Μονάδα ατομικής μάζας
Όρος:
Unified Standards
Μετάφραση:
Ενοποιημένα Πρότυπα
Συντομογραφία:
CIM
Όρος:
Uniform rules concerning the contract for international carriage of goods by rail
Μετάφραση:
Ενιαίοι κανόνες για τη σύμβαση διεθνούς σιδηροδρομικής μεταφοράς εμπορευμάτων
Όρος:
Uniformity
Μετάφραση:
Ομοιομορφία
Όρος:
Unilateral approval
Μετάφραση:
Μονομερής έγκριση
Όρος:
Unimodal distribution
Μετάφραση:
Μονοκόρυφη κατανομή
Όρος:
Unintended opening
Μετάφραση:
Αιφνίδιο άνοιγμα
Όρος:
Unintended release
Μετάφραση:
Pagination
Current page
1
Page
2
Page
3
Next page
››
Last page
τελευταία »