Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Primary tabs
Βλέπετε τις εγγραφές : 1651 - 1700, σε σύνολο 12273
Όρος: Carbon electrodes
Μετάφραση: Ηλεκτρόδια άνθρακα (γραφίτη)
Όρος: Carbon monoxide
Μετάφραση: Μονοξείδιο του άνθρακα
Συντομογραφία: CNT
Όρος: Carbon nanotubes
Μετάφραση:
Όρος: Carbon oxychloride
Μετάφραση: Φωσγένιο
Όρος: carbon oxyfluoride
Μετάφραση: Φθοριούχο καρβονύλιο
Όρος: Carbon steel
Μετάφραση: Ανθρακούχος χάλυβας
Όρος: Carbon tetrabromide
Μετάφραση: Τετραβρωμιούχος άνθρακας ή τετραβρωμομεθάνιο ή τετραβρωμάνθρακας
Όρος: Carbon tetrachloride
Μετάφραση: Τετραχλωριούχος άνθρακας ή τετραχλωρομεθάνιο ή τετραχλωράνθρακας
Όρος: Carbonic acid
Μετάφραση: Ανθρακικό οξύ
Όρος: Carbontetrachloride
Μετάφραση: Ανθρακοτετραχλωρίδιο
Όρος: Carbonyl
Μετάφραση: Καρβονύλιο
Όρος: Carbonyl chloride see phosgene
Μετάφραση:
Όρος: Carbonyl fluoride
Μετάφραση: Φθοριούχο καρβονύλιο
Όρος: Carboxyl
Μετάφραση: Καρβοξύλιo
Όρος: Carboxylic acid
Μετάφραση: Καρβοξυλικό οξύ
Συντομογραφία: CMC
Όρος: Carboxymethylo cellulose
Μετάφραση: Καρβοξυμεθυλο κυτταρίνη
Όρος: Carcinogen
Μετάφραση: Καρκινογόνο
Όρος: Carcinogenesis
Μετάφραση: Καρκινογένεση
Όρος: Carcinogenic
Μετάφραση: Καρκινογόνο
Όρος: Carcinogenic effect
Μετάφραση: Επακόλουθο καρκινογένεσης
Συντομογραφία: CMR
Όρος: Carcinogenic, mutagenic or toxic to reproduction
Μετάφραση: Καρκινογόνο, μεταλλαξιγόνο ή τοξικό για την αναπαραγωγή (ΚΜΤ)
Όρος: Carcinogenicity
Μετάφραση: Καρκινογένεση
Όρος: Carcinoma
Μετάφραση: Καρκίνωμα
Συντομογραφία: CPR
Όρος: Cardiopulmonary resuscitation
Μετάφραση: Καρδιοαναπνευστική ανάνηψη
Όρος: Cardiotoxic
Μετάφραση: Καρδιοτοξικό
Όρος: Cardiovascular
Μετάφραση: Καρδιοαγγειακό
Όρος: cardiovascular diseases
Μετάφραση: καρδιοαγγειακές παθήσεις
Συντομογραφία: CVS
Όρος: Cardiovascular system
Μετάφραση: Καρδιαγγειακό σύστημα
Όρος: Cardiovascular toxicology
Μετάφραση: Καρδιαγγειακή τοξικολογία
Όρος: Care
Μετάφραση: Φροντίδα, περίθαλψη
Όρος: Care systems
Μετάφραση: Συστήματα υγειονομικής περίθαλψης
Όρος: Career development
Μετάφραση: Επαγγελματική ανέλιξη
Όρος: Caretaker
Μετάφραση: Επιστάτης
Όρος: Cargo
Μετάφραση: Φορτίο
Όρος: Cargo residues
Μετάφραση: Υπολείμματα φορτίου
Όρος: Cargo ship
Μετάφραση: Φορτηγό πλοίο
Όρος: Cargo tank
Μετάφραση: Δεξαμενή φορτίου
Όρος: Cargo transport unit
Μετάφραση: Μονάδα μεταφοράς φορτίου
Όρος: Carotene
Μετάφραση: Καροτένιο
Όρος: Carpal joint
Μετάφραση: Πηχεοκαρπικό
Όρος: Carpal tunnel syndrome
Μετάφραση: Σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα
Όρος: Carpal tunnel syndrome
Μετάφραση: Σύνδρομο του καρπιαίου σωλήνα
Όρος: Carpentry
Μετάφραση: Ξυλουργικά
Όρος: Carriage
Μετάφραση: Μεταφορά
Όρος: Carriage in bulk
Μετάφραση: Μεταφορά φορτίων χύμα
Όρος: Carrier
Μετάφραση: Φορέας / μεταφορέας
Όρος: Carrier electrolyte
Μετάφραση: Φέρων ηλεκτρολύτης
Όρος: Carrier frequency
Μετάφραση: Φορέας συχνότητας
Όρος: Carrier gas
Μετάφραση: Φέρον αέριο
Όρος: Carrier wave
Μετάφραση: Φέρον κύμα