Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 1601 - 1650, σε σύνολο 12273
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Canal construction
Μετάφραση: Διοχετεύσεις

Όρος: Cancer
Μετάφραση: Καρκίνος

Όρος: Cancer of the larynx following the inhalation of asbestos dust
Μετάφραση: Καρκίνος του λάρυγγα από εισπνοή σκόνης αμιάντου

Όρος: Cancerogen
Μετάφραση: Καρκινογόνο

Όρος: Cancerogenic effect
Μετάφραση: Επακόλουθο καρκινογένεσης

Όρος: Cancerous diseases of the upper respiratory tract caused by dust from wood
Μετάφραση: Νεοπλασματικές παθήσεις των ανώτερων αναπνευστικών οδών προκαλούμενες από σκόνη ξύλου

Όρος: Candela
Μετάφραση: Καντέλα

Όρος: Candidate list
Μετάφραση: Κατάλογος υποψηφίων ουσιών

Όρος: Candidate List for Authorisation
Μετάφραση: Κατάλογος υποψήφιων ουσιών για αδειοδότηση

Όρος: Cannabis
Μετάφραση: Κάνναβις

Όρος: Capacitance
Μετάφραση: Ηλεκτρική χωρητικότητα

Όρος: Capacitor
Μετάφραση: Πυκνωτής

Όρος: Capacity
Μετάφραση: Χωρητικότητα

Όρος: Capacity buffer
Μετάφραση: Ρυθμιστική χωρητικότητα ή ικανότητα

Όρος: Capacity factor
Μετάφραση: Παράγοντας χωρητικότητας

Όρος: Capacity of shell
Μετάφραση: Χωρητικότητα κελύφους, διαμέρισμα κελύφους, Χωρητικότητα δεξαμενής

Όρος: Capacity of the package
Μετάφραση: Χωρητικότητα της συσκευασίας

Όρος: Capital cost
Μετάφραση: Κόστος κεφαλαίου

Όρος: Capric acid
Μετάφραση: Καπρικό οξύ, δεκανοϊκό οξύ

Όρος: Caproaldehyde
Μετάφραση: Καπροναλδεΰδη

Όρος: Caproamide
Μετάφραση: Καπροναμίδιο, εξαναμίδιο

Όρος: Caproic acid
Μετάφραση: Καπρονικό οξύ, Καπροϊκό οξύ, εξανοϊκό οξύ

Όρος: Caprolactam
Μετάφραση: Καπρολακτάμη

Όρος: Caprolactone
Μετάφραση: Καπρολακτόνη

Όρος: Caprolactone, substituted
Μετάφραση: Καπρολακτόνη υποκατεστημένη

Όρος: Caproyl chloride
Μετάφραση: Καπροϋλοχλωρίδιο

Όρος: Caprylic acid
Μετάφραση: Καπρυλικό οξύ, οκτανοϊκό οξύ

Όρος: Capsule
Μετάφραση: Κάψουλα

Όρος: Captafol
Μετάφραση: Καπταφόλη

Όρος: Captan
Μετάφραση: Καπτάνη

Όρος: Carbamates
Μετάφραση: Καβαρμιδικά άλατα /καρβαμιδικοί εστέρες

Όρος: Carbamic acid
Μετάφραση: Καρβαμιδικό οξύ

Όρος: Carbamide
Μετάφραση: Καρβαμίδιο

Όρος: Carbamide see urea
Μετάφραση:

Όρος: Carbanonitril
Μετάφραση: Κυαναμίδιο

Όρος: Carbanyl see phenyl isocyanate
Μετάφραση:

Όρος: Carbaryl
Μετάφραση: Καρβαρύλιο

Όρος: Carbazole
Μετάφραση: Καρβαζόλιο

Όρος: Carbinol see methanol
Μετάφραση:

Όρος: Carbitol
Μετάφραση: Καρβιτόλη ή μονοαιθυλεθέρας της διαιθυλενογλυκόλης ή μονοαιθυλεθέρας της αιθυλενοδιγλυκόλης

Όρος: Carbobenzoxy chloride see benzyl chlorocarbonate
Μετάφραση:

Όρος: Carbofuran
Μετάφραση: Ανθρακοφουράνιο

Όρος: Carbolic acid see phenol
Μετάφραση:

Όρος: Carbon
Μετάφραση: Άνθρακας, καρβόνιο

Όρος: carbon bisulfide
Μετάφραση: Διθειάνθρακας, δισουλφίδιο του άνθρακα

Όρος: Carbon bisulfide see carbon disulfide
Μετάφραση:

Όρος: Carbon black
Μετάφραση: Αιθάλη, άνθρακας

Όρος: carbon difluoride oxide
Μετάφραση: Φθοριούχο καρβονύλιο

Όρος: Carbon dioxide
Μετάφραση: Διοξείδιο του άνθρακα

Όρος: Carbon disulfide
Μετάφραση: Διθειάνθρακας, δισουλφίδιο του άνθρακα

Ακολουθήστε μας