Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 1501 - 1550, σε σύνολο 12273
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Butyl ethyl ether
Μετάφραση: Βουτυλαιθυλαιθέρας

Συντομογραφία: BGE
Όρος: Butyl glycidyl ether
Μετάφραση: Βουτυλογλυκιδυλαιθέρας

Όρος: Butyl hydrogen sulfate
Μετάφραση: Όξινο θειικό βουτύλιο

Όρος: Butyl hypochlorite
Μετάφραση: Βουτυλοϋποχλωρίδιο

Όρος: Butyl iodide or iodobutane
Μετάφραση: Βουτυλοϊωδίδιο ή ιωδοβουτάνιο

Όρος: Butyl isobutyl ether
Μετάφραση: Βουτυλοϊσοβουτυλαιθέρας

Όρος: Butyl lactate
Μετάφραση: Γαλακτικός βουτυλεστέρας ή βουτυλογαλακτικός εστέρας

Όρος: Butyl mercaptan
Μετάφραση: Βουτυλομερκαπτάνη

Όρος: Butyl methacrylate
Μετάφραση: Βουτυλομεθακρυλικός εστέρας

Όρος: Butyl toluene
Μετάφραση: Βουτυλοτολουόλιο

Όρος: Butyl vinyl ether
Μετάφραση: Βουτυλοβινυλαιθέρας

Όρος: Butylacetone see methyl amyl ketone
Μετάφραση:

Όρος: Butylaldehyde or butanal
Μετάφραση: Βουτυλαλδεΰδη ή βουτανάλη

Όρος: Butylamine
Μετάφραση: Βουτυλαμίνη

Όρος: butylamine tert-
Μετάφραση: Βουτυλαμίνη, τριτοταγής

Συντομογραφία: BHT
Όρος: Butylated hydroxytoluene
Μετάφραση: Βουτυλοϋδροξυτολουόλιο

Όρος: Butylbenzene
Μετάφραση: Βουτυλοβενζόλιο

Συντομογραφία: BBP
Όρος: Butylbenzylphthalate
Μετάφραση: Φθαλικός βουτυλοβενζυλεστέρας, Φθαλικό βενζυλοβουτύλιο

Όρος: butylcyclohexanol
Μετάφραση: Βουτυλοκυκλοεξανόλη

Όρος: Butylene
Μετάφραση: Βουτυλένιο

Όρος: Butylhydroperoxide
Μετάφραση: Υδροϋπεροξείδιο του βουτυλίου, διμεθυλοϋδροϋπεροξείδιο

Όρος: Butylphenol
Μετάφραση: Βουτυλοφαινόλη

Όρος: Butylstyrene
Μετάφραση: Βουτυλοστυρόλιο

Όρος: butyne 2- see dimethylacetylene
Μετάφραση:

Όρος: Butyramide
Μετάφραση: Βουτυραμίδιο

Όρος: Butyric acid see butanoic acid
Μετάφραση:

Όρος: Butyrolactone
Μετάφραση: Βουτυρολακτόνη

Όρος: Butyrophenone
Μετάφραση: Βουτυροφαινόνη

Όρος: Butyryl chloride
Μετάφραση: Βουτυρυλοχλωρίδιο

Όρος: By-product
Μετάφραση: Παραπροϊόν

Όρος: By-products of the distillation of coal
Μετάφραση: Υποπροϊόντα της απόσταξης του λιθάνθρακα

Όρος: Byssinosis
Μετάφραση: Βυσσίνωση

Όρος: Bystanders
Μετάφραση:

Όρος: Cadmium
Μετάφραση: Κάδμιο

Όρος: Cadmium (non-pyrophoric)
Μετάφραση: Κάδμιο (μη πυροφορική σκόνη)

Όρος: Cadmium (pyrophoric)
Μετάφραση: Κάδμιο (πυροφορική σκόνη)

Όρος: Cadmium compounds
Μετάφραση: Ενώσεις καδμίου

Όρος: Cadmium iodide
Μετάφραση: Ιωδιούχο κάδμιο

Όρος: Cadmium nitrate
Μετάφραση: Νιτρικό κάδμιο

Όρος: Cadmium oxide
Μετάφραση: Οξείδιο του καδμίου

Όρος: Cadmium sulphate
Μετάφραση: Θειικό κάδμιο

Όρος: Cadmium sulphide
Μετάφραση: Θειούχο κάδμιο

Όρος: Cadmium sulphoselenide
Μετάφραση: Θειοσεληνιούχου καδμίου

Όρος: Caffeine
Μετάφραση: Καφεΐνη

Όρος: Cage induction motors
Μετάφραση: Επαγωγικοί κινητήρες κλωβού

Όρος: Calciferol see ergocalciferol
Μετάφραση: Καλσιφερόλη

Όρος: calcination
Μετάφραση: αποτέφρωση

Όρος: Calcium
Μετάφραση: Ασβέστιο ή κάλσιο

Όρος: Calcium acetate
Μετάφραση: Οξικό ασβέστιο, Αιθανικό ασβέστιο

Όρος: calcium acetylide
Μετάφραση: Καρβίδιο του ασβεστίου ή ακετυλίδιο του ασβεστίου ή ανθρακασβέστιο

Ακολουθήστε μας