Σχετικό έγγραφο:
Παράταση προθεσμίας
Τροποποιήθηκε από:
Attachment | Size |
---|---|
ΦΕΚ 3475Β_2023 | 4.35 MB |
1. Τις παρ. 6 και 8 του άρθρου 28 του ν. 4067/2012 «Νέος Οικοδομικός Κανονισμός» (Α’ 79).
2. Την παρ. 6 του άρθρου 167 του ν. 4662/2020 «Εθνικός Μηχανισμός Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων, Αναδιάρθρωση της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας, Αναβάθμιση Εθελοντισμού Πολιτικής Προστασίας, Αναδιοργάνωση του Πυροσβεστικού Σώματος και άλλες διατάξεις» (Α’ 27).
3. Τον ν. 998/1979 «Περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της Χώρας» (Α’ 289).
4. Τον ν. 4622/2019 «Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης» (Α’ 133).
5. Το άρθρο 75 του ν. 3463/2006 «Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων» (Α’ 114).
6. Το π.δ. 41/2018 «Κανονισμός Πυροπροστασίας Κτιρίων» (Α’ 80).
7. Την 2000/367/ΕΚ απόφαση της Επιτροπής της 3ης Μαΐου 2000 «για την εφαρμογή της οδηγίας 89/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά την κατάταξη των δομικών προϊόντων των δομικών έργων και μερών τους ανάλογα με τις επιδόσεις αντίστασης στη φωτιά» (ΕΕ L 133/6.6.2000, σ.26 επ.).
8. Τον κατ’ εξουσιοδότηση Κανονισμό (ΕΕ) 2016/364 της Επιτροπής της 1ης Ιουλίου 2015 «για την ταξινόμηση των δομικών προϊόντων με βάση τις επιδόσεις αντίδρασης στη φωτιά, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) υπ’ αρ. 305/ 2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου» (ΕΕ L 68/15.3.2016, σ.4 επ.).
9. Το υπό στοιχεία GROW/E3/AS/ZB/vk (2023) 1600454/22.02.2023 έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με θέμα «Κοινοποίηση 2023/56/GR Κανονισμός πυροπροστασίας ακινήτων εντός ή πλησίον δασικών εκτάσεων/Αποδοχή από την Επιτροπή του κατεπείγοντος αιτήματος που επικαλείται βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 7 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/1535».
10. Το π.δ. 575/1980 «Περί κηρύξεως ιδιαιτέρως ευαίσθητων εις πυρκαγιάς περιοχών δασών και δασικών εκτάσεων ως επικινδύνων» (Α’ 157).
11. Το π.δ. 132/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Υ.Π.ΕΝ.)» (Α’ 160).
12. Το π.δ. 62/2020 «Διορισμός Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α’ 155).
13. Την υπ’ αρ. 2/07-01-2021 κοινή υπουργική απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Νικόλαο Ταγαρά» (Β’ 45).
14. Το π.δ. 70/2021 «Σύσταση Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, μεταφορά υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων» (Α’ 161).
15. Το π.δ. 71/2021 «Διορισμός Υπουργού και Υφυπουργού» (Α’ 162).
16. Την υπ’ αρ. 1/13-09-2021 απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Ευάγγελο Τουρνά» (Β’ 4215).
17. Το π.δ. 141/2017 «Οργανισμός Υπουργείου Εσωτερικών (Α’ 180), σε συνδυασμό με το άρθρο 12 του π.δ. 84/2019 «Σύσταση και κατάργηση Γενικών Γραμματειών και Ειδικών Γραμματειών/Ενιαίων Διοικητικών Τομέων Υπουργείων» (Α’ 123) και το άρθρο 1 του π.δ. 40/2021 «Μεταφορά Υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων και Γενικών Γραμματειών, σύσταση και μετονομασία Γενικών Γραμματειών» (Α’ 100) και το π.δ. 81/2019 «Σύσταση, συγχώνευση, μετονομασία και κατάργηση Υπουργείων και καθορισμός των αρμοδιοτήτων τους - Μεταφορά υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων μεταξύ Υπουργείων» (Α’ 119).
18. Το π.δ. 2/2021 «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών» (Α’ 2).
19. Την υπό στοιχεία Υ22/17-06-2021 απόφαση του Πρωθυπουργού «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Αναπληρωτή Υπουργό Εσωτερικών, Στυλιανό Πέτσα» (Β’ 2607), όπως τροποποιήθηκε με την υπό στοιχεία Υ9/12-05-2022 (Β’ 2357) απόφαση του Πρωθυπουργού.
20. Την υπό στοιχεία 12030 Φ.109.1/10-5-1999 κοινή υπουργική απόφαση «Ρύθμιση θεμάτων συνεργασίας του Πυροσβεστικού Σώματος με τους άλλους εμπλεκόμενους Φορείς στην πρόληψη και καταστολή των δασικών πυρκαγιών» (Β’ 713).
21. Το άρθρο 90 του π.δ. 63/2005 Κώδικας νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα (π.δ. 63/2005, Α’ 98) όπως διατηρήθηκε σε ισχύ με την παρ. 22 του άρθρου 119 του ν. 4622/2019 (Α’ 133).
22. Το γεγονός ότι υφίσταται ανάγκη βελτίωσης της πυροπροστασίας των ακινήτων που βρίσκονται εντός και πλησίον δασικών περιοχών, για την αποτροπή του κινδύνου πρόκλησης πυρκαγιάς ή ταχείας εξάπλωσής της και την ενίσχυση της τρωτότητας στη φωτιά των κατασκευών.
23. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:
Εκδίδεται «Κανονισμός Πυροπροστασίας Ακινήτων εντός ή πλησίον δασικών εκτάσεων» ως ακολούθως:
Ο παρών κανονισμός αποσκοπεί στον καθορισμό ενιαίου και υποχρεωτικής εφαρμογής πλαισίου μέτρων και μέσων πυροπροστασίας για τα ακίνητα που ευρίσκονται εντός ή πλησίον δασών και δασικών εκτάσεων. Καθορίζει μέτρα προληπτικής πυροπροστασίας καθώς και ελάχιστες απαιτήσεις παθητικής και ενεργητικής πυροπροστασίας, τόσο για τα κτίρια, νεοαναγειρόμενα και υφιστάμενα, όσο και για τον περιβάλλοντα χώρο τους, προκειμένου να ενισχυθεί ο βαθμός πυρασφαλείας του ακινήτου, να μειωθεί η τρωτότητά του στη πυρκαγιά και να περιοριστεί η συμβολή του στη διάδοσή της. Παράλληλα, με τα ανωτέρω μέτρα και μέσα προστατεύονται, το φυσικό περιβάλλον, αλλά πρωτίστως η ζωή και υγεία του κοινού.
Ο παρών κανονισμός αντιμετωπίζει ζητήματα προστασίας και ανθεκτικότητας ακινήτων σε δασικές πυρκαγιές και δεν αφορά σε ενέργειες και λήψη μέτρων πυροπροστασίας επί κοινοχρήστων χώρων οικισμών. Επίσης, δεν αφορά σε επιχειρησιακή εφαρμογή σχεδίων που άπτονται της ασφαλούς εκκένωσης περιοχών και γενικώς της αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης.
Τέλος, ο κανονισμός δεν αντιμετωπίζει το εσωτερικό του κτιρίου υπό το πρίσμα των κανονισμών πυροπροστασίας κτιρίων, αλλά είναι αυτοτελής και εισάγει επιπρόσθετες απαιτήσεις:
α. για τον περιβάλλοντα χώρο του ακινήτου και τα στοιχεία που τον αποτελούν (επιστρώσεις ακαλύπτου, φύτευση, διαμορφώσεις, υπαίθριες κατασκευές, κ.λ.π)
β. για τα στοιχεία που απαρτίζουν το κέλυφος του κτιρίου (εξωτερικοί τοίχοι, στέγες, κουφώματα, κ.λ.π) στα οποία επιβάλλονται πρόσθετα μέτρα για την ενίσχυση της πυροπροστασίας τους.
Τα μέτρα που εισάγονται με τον παρόντα, εφαρμόζονται επιπρόσθετα των απαιτήσεων του εκάστοτε κανονισμού πυροπροστασίας κτιρίων και των πυροσβεστικών διατάξεων προληπτικής πυροπροστασίας και κατισχύουν εφόσον είναι δυσμενέστερα.
Οι απαιτήσεις του Κανονισμού Πυροπροστασίας Ακινήτων Εντός ή Πλησίον Δασικών Εκτάσεων ισχύουν παράλληλα με τις απαιτήσεις άλλων ειδικών κανονισμών που ρυθμίζουν θέματα ασφάλειας και λειτουργικότητας των κατασκευών ή των εγκαταστάσεών τους (π.χ αντισεισμική προστασία, ενεργειακή απόδοση, αντικεραυνική προστασία, προσβασιμότητα, κλπ).
Οι διατάξεις του παρόντος έχουν εφαρμογή σε ακίνητα που:
α. βρίσκονται μέσα σε δάση, δασικές εκτάσεις και χορτολιβαδικές εκτάσεις και ειδικότερα:
1. σε δάση ή δασικά οικοσυστήματα ή δασικές εκτάσεις των παρ.1, 2 και 3 του άρθρου 3 του ν.998/79, όπως ισχύει.
2. σε χορτολιβαδικές εκτάσεις που βρίσκονται επί ημιορεινών, ορεινών και ανώμαλων εδαφών της παρ. 1 του άρθρου 5 π.δ. 32/2016, είτε είναι δημόσιες, είτε είναι αναγνωρισμένες ως ιδιωτικές.
3. σε πεδινές χορτολιβαδικές εκτάσεις (μη ορεινές ή ημιορεινές και μη κείμενες επί ανώμαλων εδαφών) της παρ. 3 του του άρθρου 5 π.δ. 32/2016.
β. βρίσκονται εν όλω ή εν μέρει εντός ακτίνας τριακοσίων (300) μέτρων από τα όρια των εκτάσεων της ανωτέρω περίπτωσης α.
γ. βρίσκονται μέσα σε περιαστικό πράσινο και σε κηρυγμένες δασωτέες ή αναδασωτέες εκτάσεις, της παρ. 4 του άρθρου 3 του ν.998/79, όπως ισχύει.
δ. βρίσκονται εντός ακτίνας τριακοσίων (300) μέτρων από τα όρια των εκτάσεων της ανωτέρω περίπτωσης γ.
ε. βρίσκονται μέσα σε πάρκα και άλση πόλεων και οικιστικών περιοχών, της παρ. 4 του άρθρου 3 του ν.998/79, όπως ισχύει.
Αδόμητα ακίνητα, καλλιεργούμενες εκτάσεις και βοσκοτόπια τα οποία διέπονται από την 9η Πυροσβεστική Διάταξη (ΦΕΚ 1923/Β/2021) εξαιρούνται του πεδίου εφαρμογής του παρόντος.
Για τις ανάγκες του παρόντος, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1. Ακίνητο είναι το οικόπεδο ή γήπεδο μαζί με το εντός αυτού κτίσμα.
2. Ανακαίνιση κτιρίου θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα όταν εκτελούνται οικοδομικές εργασίες σε υφιστάμενο κτίριο, για την αισθητική, λειτουργική, ενεργειακή κ.ά αναβάθμισή του, η συνολική δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το δεκαπέντε τοις εκατό (15%) της αξίας του κτιρίου και ταυτόχρονα το ποσό των 20.000 ευρώ, υπολογιζόμενο σύμφωνα με το Παράρτημα Β' του ν.4495/2017, όπως ισχύει.
3. Αξία του κτιρίου είναι το ποσό που προκύπτει από το γινόμενο της επιφάνειάς του, πολλαπλασιαζόμενης επί την τιμή ζώνης (Τ.Ζ.) της περιοχής του ακινήτου, όπως αυτή ισχύει κατά την ημερομηνία διενέργειας της ανακαίνισης, σύμφωνα με το σύστημα αντικειμενικών αξιών του Υπουργείου Οικονομικών.
4. Δήλωση εφαρμογής μέτρων πυρασφάλειας είναι η δήλωση που υποβάλλεται περιοδικά από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου, αναλόγως της κατηγορίας επικινδυνότητάς του, στην οποία ο ιδιοκτήτης δηλώνει υπεύθυνα ότι προέβη στις απαιτούμενες κατά περίπτωση ενέργειες και το ακίνητό του πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, όπως καθορίζονται στην έκθεση αρμόδιου τεχνικού επιστήμονα.
5. Έκθεση αρμόδιου τεχνικού επιστήμονα είναι το πόρισμα - μελέτη, όπου καθορίζονται τα απαιτούμενα μέτρα και μέσα πυροπροστασίας για την εφαρμογή του παρόντος.
6. Έντυπο αξιολόγησης επικινδυνότητας είναι το έγγραφο που συντάσσει τεχνικός επιστήμονας από το οποίο, με βάση τα αξιολογούμενα κριτήρια του παρόντος, προκύπτει η κατηγορία επικινδυνότητας του ακινήτου.
7. Ζώνη προστασίας (αμυντική περιοχή) είναι η φυσική ή διαμορφωμένη περιοχή περιμετρικά του κτιρίου ή της κατασκευής που έχει σχεδιαστεί για να μειώσει τον κίνδυνο μετάδοσης της πυρκαγιάς και να επιτρέψει την καταστολή της.
8. Κατηγορία επικινδυνότητας είναι η κατηγορία στην οποία κατατάσσεται το ακίνητο μετά από αξιολόγηση και βαθμονόμηση συγκεκριμένων χαρακτηριστικών της περιοχής επιρροής του. Διακρίνονται τέσσερεις κατηγορίες κινδύνου: χαμηλή (κατηγορία 1), μεσαία (κατηγορία 2), υψηλή (κατηγορία 3) και ιδιαίτερα υψηλή (κατηγορία 4).
9. Καύσιμη ύλη είναι οτιδήποτε μπορεί να καεί σε μια πυρκαγιά. Περιλαμβάνει βλάστηση, δομικές κατασκευές (κτίρια, υπόστεγα), εγκαταστάσεις (δεξαμενές καυσίμων, νερού), προϊόντα αποθήκευσης (σωροί από ξύλα, έπιπλα) κ.ά. Η συνέχεια και η πυκνότητα της καύσιμης ύλης διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην πυρκαγιά.
10. Κτίριο εντός ή πλησίον δασών ή δασικών εκτάσεων νοείται εκείνο που βρίσκεται εντός των περιοχών των περιπτώσεων α έως και ε του άρθρου 2 του παρόντος.
11. Μέση κλίση περιοχής ακινήτου είναι ο λόγος της υψομετρικής διαφοράς των άκρων τμήματος διακοσίων μέτρων οριζόντιας προβολής με κέντρο το κτίριο του ακινήτου, προς την προβολή αυτή. Ως μέση κλίση λαμβάνεται η δυσμενέστερη κλίση.
12. Νέο κτίριο είναι κάθε κτίριο που ανεγείρεται κατόπιν οικοδομικής άδειας η οποία εκδίδεται μετά την ισχύ του παρόντος κανονισμού.
13. Οικισμός είναι το συνεκτικό οικιστικό σύνολο που περικλείεται από δασική ή δασώδη έκταση του άρθρου 2 του παρόντος. Στην έννοια των οικισμών εμπίπτουν όλοι οι οριοθετημένοι οικισμοί, οι οικισμοί προ '23, οι οικισμοί κάτω των 2.000 κατοίκων, οι στάσιμοι οικισμοί, καθώς και τυχόν επεκτάσεις των ανωτέρω οικισμών έως τα όρια της δασικής έκτασης εφόσον η απόσταση μεταξύ των κτιρίων δεν υπερβαίνει τα 40 μ.
14. Όψη περιοχής επιρροής ακινήτου νοείται η κατεύθυνση του ορίζοντα (προσανατολισμός) που κοιτά η κλίση του.
15. Περιοχή επιρροής ακινήτου νοείται η έκταση με κέντρο το κυρίως κτίσμα του ακινήτου και ακτίνα τριακοσίων (300) μέτρων και σε κάθε περίπτωση μέχρι τα όρια του γηπέδου.
16. Πυροπληκτότητα είναι ο βαθμός προσβολής μιας περιοχής, που υπολογίζεται βάσει των παλαιοτέρων συμβάντων και των επιπτώσεών τους (πλήθος, καμένες εκτάσεις και ποσοστό αυτών ανά νομό).
17. Σημεία τρωτότητας κτιρίου είναι ευάλωτα σημεία της κατασκευής του κτιρίου τα οποία ενδέχεται να επιτρέψουν τη διείσδυση της φωτιάς στο εσωτερικό του.
18. Τοπογραφία είναι το φυσικό ανάγλυφο, η καμπή και η κατεύθυνση των πλαγιών, καθώς και η τοποθεσία του κτιρίου σε σχέση με τη μορφολογία του εδάφους.
19. Υφιστάμενο κτίριο είναι είτε εκείνο το οποίο υφίσταται κατά την ισχύ του παρόντος κανονισμού, είτε εκείνο για το οποίο έχει εκδοθεί οικοδομική άδεια πριν την ισχύ του παρόντος κανονισμού, ανεξαρτήτως σταδίου κατασκευής.
Η επικινδυνότητα των ακινήτων καθορίζεται από τη θέση και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τοπίου της περιοχής επιρροής τους.
Για τις ανάγκες του παρόντος κανονισμού, καθορίζονται τέσσερις κατηγορίες επικινδυνότητας των ακινήτων: χαμηλή επικινδυνότητα, μεσαία επικινδυνότητα, υψηλή επικινδυνότητα και ιδιαίτερα υψηλή επικινδυνότητα.
Τα μέτρα και μέσα πυροπροστασίας, η απαίτηση και η περιοδικότητα δήλωσης συμμόρφωσης ή ελέγχου, καθώς και ο χρόνος προσαρμογής των υφιστάμενων κτιρίων στις απαιτήσεις του κανονισμού, προσδιορίζονται και διαβαθμίζονται με βάση την κατηγορία επικινδυνότητας στην οποία κατατάσσονται τα ακίνητα.
Η κατηγοριοποίηση των ακινήτων ως προς την επικινδυνότητά τους από άποψη κινδύνου πυρκαγιάς, γίνεται μετά από αξιολόγηση χαρακτηριστικών παραμέτρων της περιοχής επιρροής του ακινήτου.
Τα κριτήρια - παράμετροι που λαμβάνονται υπόψη για την αξιολόγηση είναι δεκατέσσερα και ομαδοποιούνται σε έξι ισοδύναμες ομάδες, ως εξής:
α) τα μορψολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής του ακινήτου, τα οποία περιλαμβάνουν την τοπογραφία και τον προσανατολισμό,
β) οι κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής του ακινήτου, οι οποίες εξετάζουν το κλίμα και τον ημερήσιο δείκτη πρόβλεψης κινδύνου πυρκαγιάς,
γ) η κλίση, δ) η βλάστηση και η ψυτική καύσιμη ύλη της περιοχής, τα οποία εξετάζουν τη ζώνη βλάστησης, τη δασική καύσιμη ύλη και το κυρίαρχο είδος φυτών,
ε) οι υποδομές και τα δίκτυα, οι οποίες περιλαμβάνουν την πρόσβαση στο ακίνητο, την ύπαρξη σημείων υδροληψίας, την πυκνότητα του δομημένου περιβάλλοντος και την ύπαρξη δικτύων ηλεκτρισμού και αερίων καυσίμων,
στ) η συχνότητα συμβάντων και οι εγγενείς κίνδυνοι, η οποία περιλαμβάνει την πυροπληκτότητα και την επικινδυνότητα του ακινήτου βάσει του π.δ 575/1980 (ΦΕΚ Α’ 157) «Περί κηρύξεως ιδιαιτέρως ευαισθήτων εις πυρκαϊάς περιοχών δασών και δασικών εκτάσεων ως επικινδύνων".
5.1 Μορφολογικά χαρακτηριστικά
5.1.1 Τοπογραφία
Η τοπογραφία της ευρύτερης περιοχής του ακινήτου, παίζει μεγάλο ρόλο στην τρωτότητά του σε περίπτωση εκδήλωσης πυρκαγιάς. Διαφοροποιήσεις στα τοπογραφικά χαρακτηριστικά όπως κοιλάδες, κορυφογραμμές, φαράγγια και εξάρσεις παρουσιάζουν κινδύνους που εντείνουν περαιτέρω ή προσελκύουν πυρκαγιές. Μια κοιλάδα, ως κοίλη μορφή, τείνει να συλλέγει και να συγκεντρώνει ανέμους. Αυτό σημαίνει ότι η ένταση μιας πυρκαγιάς μπορεί να αυξηθεί καθώς κινείται μέσα σε μια κοιλάδα. Στα φαράγγια, αυτό το αποτέλεσμα είναι ακόμη πιο έντονο. Στις κορυφογραμμές, λόγω της υπερύψωσης, οι άνεμοι είναι ισχυρότεροι και μπορεί να παρατηρηθεί στροβιλισμός, με αποτέλεσμα τυχόν ανιούσες πυρκαγιές προς την κορυφογραμμή να αυξάνουν την ταχύτητα και την έντασή τους. Γενικότερα, ορεογραφικοί παράγοντες, όπως στενές κοιλάδες ή ανοίγματα βουνών, προκαλούν αύξηση των εντάσεων των ανέμων όταν τους διασχίζουν.
5.1.2 Προσανατολισμός
Η όψη της περιοχής επιρροής ακινήτου του οικοπέδου / γηπέδου, δηλαδή η κατεύθυνση που κοιτά η κλίση του, αποτελεί σημαντική παράμετρο προς εξέταση, επειδή η βλάστηση διαφοροποιείται κυρίως εξαιτίας της διαθέσιμης υγρασίας. Η βλάστηση ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό μεταξύ των πλαγιών που έχουν νότιο προσανατολισμό και εκείνων που έχουν βόρειο. Οι νότιες και δυτικές πλαγιές τείνουν να έχουν τη λιγότερη βλάστηση γιατί είναι εκτεθειμένες στην ηλιακή ακτινοβολία για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και έχουν χαμηλότερα διαθέσιμα ποσοστά υγρασίας για τα φυτά, σε αντίθεση με τις βόρειες (και λιγότερο τις ανατολικές) που παρουσιάζουν πλουσιότερη βλάστηση. Επειδή η περιεκτικότητα σε υγρασία της καύσιμης ύλης στις βόρειες πλαγιές είναι υψηλότερη, οι πυρκαγιές τείνουν να εξελίσσονται με μικρότερη ένταση. Ωστόσο, σε περιόδους ξηρασίας, λόγω της αυξημένης ποσότητας καύσιμης ύλης ενδέχεται να αναπτυχθούν πυρκαγιές με μεγάλη ένταση.
Πίνακας 2 α: Αξιολόγηση Μορφολογικών χαρακτηριστικών περιοχής επιρροής ακινήτου
5.2 Κλιματολογικές συνθήκες
5.2.1 Κλίμα
Όσον αφορά στις επικρατούσες κλιματολογικές συνθήκες, ακολουθείται η προτεινόμενη κατάταξη από την Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία, σύμφωνα με τα κριτήρια του Koppen, όπως αυτά αναθεωρήθηκαν το 2007 από το Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης. Με βάση αυτά, προέκυψαν πέντε (5) βασικές κατηγορίες κλίματος με έντεκα (11) υποκατηγορίες αυτών για την Ελλάδα, τα οποία αποτυπώνονται αναλυτικότερα στον κλιματολογικό χάρτη του Παραρτήματος (Παράρτημα Α).
1. BS: Κλίματα στέππας
Στα κλίματα στέππας ή ημίξηρα η συνολική εξατμισοδιαπνοή είναι χαμηλότερη των τιμών του υετού αλλά υψηλότερη του μισού της τιμής του. Επομένως, παρουσιάζεται μεγαλύτερη «ωφέλιμη» υγρασία σε σχέση με την έρημο. Διακρίνονται σε:
1. Bsh: Κλίμα θερμής (τροπικής) στέππας
2. Bsk: Κλίμα ψυχρής στέππας
2. Cf: Υγρά ήπια κλίματα
Τα υγρά ήπια κλίματα παρουσιάζουν σταθερές βροχοπτώσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με το σύνολό τους να ξεπερνά τα 2000 χιλιοστόμετρα ετησίως. Η βλάστησή τους χαρακτηρίζεται από φυτά προσαρμοσμένα σε ήπιες θερμοκρασίες. Διακρίνονται σε:
1. Cfa: Εύκρατο, υγρό (υποτροπικό) κλίμα με πολύ θερμό θέρος
2. Cfb: Εύκρατο, υγρό (ωκεάνιο) κλίμα με θερμό θέρος
3. Cs: Μεσογειακά κλίματα
Στα μεσογειακά κλίματα οι βροχές συγκεντρώνονται στην κρύα εποχή (χειμώνα) ενώ το καλοκαίρι είναι ιδιαίτερα ξηρό. Η βροχόπτωση δεν ξεπερνά τα 2000 χιλιοστόμετρα ετησίως. Η βλάστησή τους χαρακτηρίζεται από φυτά προσαρμοσμένα σε ήπιες θερμοκρασίες και σε μία ξηρή και θερμή εποχή με τα ξηρόφυλλα φυτά και τα αειθαλή δέντρα να κυριαρχούν, ενσωματωμένα σε αραιά δάση. Διακρίνονται σε:
1. Csa: Εύκρατο μεσογειακό κλίμα με ξηρό και πολύ θερμό θέρος
Σύμφωνα με την Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία αυτό το κλίμα εμφανίζεται στο μεγαλύτερο μέρος της Ελλάδας.
2. Csb: Εύκρατο μεσογειακό κλίμα με ξηρό και θερμό θέρος
4. Df: Υγρά ηπειρωτικά κλίματα
Τα υγρά ηπειρωτικά κλίματα παρουσιάζουν σταθερές βροχοπτώσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με το σύνολό τους να ξεπερνά τα 2000 χιλιοστόμετρα ετησίως. Η βλάστησή τους αποτελείται από φυτά προσαρμοσμένα σε χαμηλές θερμοκρασίες. Διακρίνονται σε:
1. Dfa: Ηπειρωτικό και υγρό κλίμα, με πολύ θερμό θέρος
2. Dfb: Ηπειρωτικό και υγρό κλίμα, με θερμό θέρος
3. Dfc: Ηπειρωτικό, υγρό και ψυχρό (υποπολικό) κλίμα
5. Ds: Ηπειρωτικά κλίματα με ξηρό καλοκαίρι
Αυτήν την κατηγορία αποτελούν τα ηπειρωτικά κλίματα όπου οι βροχές συγκεντρώνονται στην κρύα εποχή (χειμώνα) ενώ το καλοκαίρι είναι ιδιαίτερα ξηρό. Η βροχόπτωση δεν ξεπερνά τα 2000 χιλιοστόμετρα ετησίως. Η βλάστησή τους χαρακτηρίζεται από φυτά προσαρμοσμένα σε χαμηλές θερμοκρασίες και σε μία ξηρή και θερμή εποχή.
1. Dsa: Ηπειρωτικό κλίμα με ξηρό και πολύ θερμό θέρος
2. Dsb: Ηπειρωτικό κλίμα με ξηρό και θερμό θέρος
5.2.2 Ημερήσιος Δείκτης Πρόβλεψης Κινδύνου Πυρκαγιάς
Το κριτήριο αυτό αφορά τη συγκριτική αξιολόγηση των διαφόρων περιοχών στα διοικητικά όρια των Δασαρχείων της χώρας, κατόπιν συλλογής, επεξεργασίας και ανάλυσης των στατιστικών δεδομένων, που αποτυπώνονται στον Ημερήσιο Χάρτη Πρόβλεψης Κινδύνου Πυρκαγιάς της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας κατά την τελευταία δεκαετία.
Για τον καθορισμό του κριτηρίου λαμβάνονται υπόψη ο μέσος όρος του ημερήσιου δείκτη ανά δασαρχείο και η σχετική συχνότητα ημερών με δείκτη επικινδυνότητας 3 και 4 - 5 (Παράρτημα Β).
Πίνακας 2 β: Αξιολόγηση Κλιματολογικών Συνθηκών περιοχής επιρροής ακινήτου
5.3 Κλίση
5.3.1 Κλίση
Η κλίση του εδάφους αποτελεί εξαιρετικά κρίσιμο παράγοντα στην εξάπλωση μιας πυρκαγιάς. Μάλιστα έχει αντίστοιχη επίδραση στην ταχύτητα εξάπλωσης με αυτή που θα είχαμε από την επίδραση ανέμου. Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε γειτνίαση της φλόγας με το καύσιμο υλικό οπότε αυτό θερμαίνεται εντονότερα. Έτσι, η ταχύτητα διάδοσης προς τα ανάντη είναι μεγάλη ενώ αντίστροφα η ταχύτητα εξάπλωσης προς τα κατάντη, με τις αυτές συνθήκες, είναι πολύ μικρότερη.
Ως κριτήριο υπολογισμού λαμβάνεται η μέση κλίση της περιοχής του ακινήτου. Ενώ το σύνολο των κριτηρίων εξετάζονται στην περιοχή επιρροής του ακινήτου (με ακτίνα τριακόσια μέτρα με κέντρο το κτίριο), η μέση κλίση εξετάζεται επί οριζοντίου προβολής πλάτους διακοσίων (200) μέτρων με κέντρο το κτίριο (Σχήμα 1). Σε περίπτωση οικοπέδων ή γηπέδων στα οποία υφίστανται διαφορετικών κατευθύνσεων μέσες κλίσεις, για τον υπολογισμό του κριτηρίου λαμβάνεται η δυσμενέστερη εξ αυτών.
Σχήμα 1: Παράδειγμα Υπολογισμού μέσης κλίσης
Η μέση κλίση υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαφοράς του υψομέτρου των άκρων οριζοντίου
τμήματος μήκους 200 μ. (100μ. εκατέρωθεν του ακινήτου) προς το μήκος του τμήματος αυτού. Μέση κλίση = ύψος X/ μήκος ΑΒ = 80 μ. / 200 μ. = 0,40 = 40%
Πίνακας 2 γ: Αξιολόγηση Κλίσης περιοχής ακινήτου
5.4 Βλάστηση - Φυτική Καύσιμη Ύλη
5.4.1 Δασική καύσιμη ύλη
Ο γενικός κανόνας είναι ότι όσο πυκνότερη, ψηλότερη και ξηρότερη είναι η βλάστηση ενός ακινήτου και του περιβάλλοντος αυτού χώρου, τόσο αυξάνεται και ο κίνδυνος έναρξης και γρήγορης μετάδοσης της φλόγας, αλλά και η ένταση μιας ενδεχόμενης πυρκαγιάς.
Το είδος της βλάστησης, η συνέχειά της, η οριζόντια και κατακόρυφη διανομή της, όπως και τα χαρακτηριστικά της δασοκοινότητας ως σύνολο, αλλά και η ποσότητα και το είδος της νεκρής καύσιμης ύλης αποτελούν συνολικά βαρυσήμαντο από άποψη πυροπροστασίας παράγοντα. Το ίδιο και η ενδεχόμενη διαφοροποίηση των χαρακτηριστικών της βλάστησης από εποχή σε εποχή.
Σε ένα δασογενές περιβάλλον, η καύσιμη ύλη διακρίνεται σε επιδάφια και εναέρια. Η επιδάφια περιλαμβάνει το φυλλόστρωμα ή το βελονοτάπητα, τα χόρτα (χορτοτάπητας), τα φρύγανα, τους θάμνους, νεαρά δεντρύλλια, αλλά και κατακείμενη νεκρή βλάστηση από φυσική νέκρωση/αποκλάδωση ή ως υπολείμματα υλοτομιών. Η εναέρια καύσιμη ύλη αποτελείται κυρίως από ιστάμενα ζωντανά και νεκρά δέντρα πάνω από τα δύο μέτρα. Ασφαλώς, υπάρχουν και περιοχές όπου το έδαφος είναι βραχώδες ή γυμνό, καθώς και πλημμυρικά πεδία.
5.4.2 Κυρίαρχο Είδος φυτών
Ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να γίνει και σε ορισμένα φυτικά είδη που εξαιτίας των μορφολογικών χαρακτηριστικών τους είναι ιδιαίτερα εύφλεκτα. Τα χαρακτηριστικά αυτά περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την παραγωγή από αυτά πτητικών ουσιών και ρητινών, την ύπαρξη βελονών, την πολυετή παραμονή νεκρών κλάδων και φύλλων σε ιστάμενα δέντρα, αλλά κυρίως τη χαμηλή περιεχόμενη υγρασία. Όταν τα ανωτέρω είδη κυριαρχούν σε ένα δασικό οικοσύστημα καθιστούν αυτό περισσότερο ευάλωτο στην εκδήλωση πυρκαγιάς. Στον ακόλουθο πίνακα (Πίνακας 1) περιλαμβάνονται τα ιδιαιτέρως εύφλεκτα ενδημικά δέντρα και θάμνοι.
Πίνακας 2 δ i: Ιδιαίτερα εύφλεκτα ενδημικά φυτά
Σε αντιδιαστολή με τα ανωτέρω είδη, υπάρχουν αρκετά παθητικά πυρίμαχα φυτά τα οποία είναι ανθεκτικά στη φωτιά. Ενδεικτικά αναφέρονται τα παχύφυτα, οι κάκτοι, τα ποώδη, τα εδαφοκαλυπτικά, ενώ μερικοί από τους θάμνους και τα δέντρα που συναντώνται στο Μεσογειακό κλίμα είναι το Θυμάρι, το Μυόπορο, η Δάφνη, τα Αμπέλια, ο Σφένδαμος, τα είδη της οικογένειας των ροδωδών, η Πασχαλιά, η Λεβάντα, ο Λιβανόκεδρος, ο Σφένδαμος, η Οξιά, η Καρυδιά, η Δρυς η Λεύκα, η Ιτιά, ο Πλάτανος, η Μανώλια, η Μουσμουλιά, η Κουμαριά και η Κουτσουπιά.
5.4.3 Ζώνες Βλάστησης
Πρόσθετο κριτήριο που εξετάζεται, είναι η ζώνη βλάστησης της περιοχής επιρροής του ακινήτου όπως αποτυπώνεται στον Χάρτη Βλάστησης του Παραρτήματος (Παράρτημα Γ).
Στην Ελλάδα παρατηρούνται πέντε (5) κυρίως ζώνες δασικής βλάστησης:
1. Η ευμεσογειακή ζώνη βλάστησης, η οποία εμφανίζεται ως μια συνεχής λωρίδα κατά μήκος των ακτών της δυτικής, νοτιοανατολικής και ανατολικής Ελλάδας (μέχρι Ολύμπου), στα νησιά του Ιονίου και Αιγαίου Πελάγους, στο νότιο τμήμα και στις ανατολικές ακτές της Χαλκιδικής και κατά νησίδες στις ακτές της Μακεδονίας και Θράκης και όπου κυριαρχούν ενώσεις φρύγανων (ακανθώδεις ημίθαμνοι, χειλανθή) και πλούσιες συστάδες χαλεπίου και τραχείας πεύκης. Διακρίνονται σε δύο (2) υποζώνες:
- Υποζώνη Oleo-Ceratonion (στις πλέον ξηρές και θερμές περιοχές).
- Υποζώνη Quercion-ilicis (σε υγρότερες και βορειότερες περιοχές).
2. Η παραμεσογειακή ζώνη βλάστησης, η οποία εμφανίζεται συνέχεια της προηγούμενης, κατακόρυφα στα όρη και οριζόντια στο εσωτερικό της χώρας και όπου κυριαρχούν τα ξηρόφιλα φυλλοβόλα πλατύφυλλα και κυρίως τα δρυοδάση. Διακρίνονταισε δύο (2) υποζώνες:
- Υποζώνη Ostryo-Carpinion. Εδώ εντάσσεται και ο αυξητικός χώρος του Κυπαρισσιού.
- Υποζώνη Quercion confertae (θερμόφιλων φυλλοβόλων δρυών).
3. H ζώνη δασών οξυάς - ελάτης και ορεινών παραμεσόγειων κωνοφόρων που εκτείνεται στις ορεινές περιοχές τις Στερεάς Ελλάδας, της Πελοποννήσου καθώς και της κεντρικής και βόρειας Ελλάδος και όπου κυριαρχούντα είδη είναι η υβριδογενής ελάτη και η οξυά και σχηματίζονται μικτά δάση ελάτης και οξυάς καθώς και αμιγή δάση οξυάς που φθάνουν μέχρι τα δασοόρια (1800-1900 μ). Διακρίνονται σε δύο (2) υποζώνες:
- Υποζώνη Abietion cephalonicae (κεφαλληνιακής Ελάτης) στην Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα.
- Υποζώνη Fagion moesiacae (Οξιάς-υβριδογενούς Ελάτης), στις περιοχές της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας. Εδώ εμφανίζονται και τα δάση της μαύρης Πεύκης.
4. H ζώνη ψυχρόβιων κωνοφόρων η οποία εμφανίζεται στα υψηλά όρη της Βόρειας Ελλάδας και αποτελείται από ψυχρόβια κωνοφόρα και δάση της δασικής πεύκης, της ερυθρελάτης και της λευκής ελάτης. Διακρίνονται σε δύο (2) υποζώνες:
- Υποζώνη Pinion heldreichii με χαρακτηριστικό είδος το Pinus heldreichii σε εδάφη προερχόμενα από ασβεστολιθικά πετρώματα
- Υποζώνη Vaccinio - Piceion σε εδάφη από πυριτικά πετρώματα με χαρακτηριστικά τα είδη Pinus sylvestris και Picea abies (δασικής Πεύκης και Ερυθρελάτης αντίστοιχα).
5. Η εξωδασική ζώνη, η οποία εμφανίζεται στα υψηλά όρη της χώρας μας, πάνω από τα δάση και τα δενδροόρια και συντίθεται από ποώδη κυρίως βλάστηση, με διάσπαρτους μικρούς θάμνους. Για τις ανάγκες της παρούσας κατηγοριοποίησης από άποψη επικινδυνότητας πυρκαγιάς, στην ίδια κατηγορία εντάσσεται και η υδρόφιλη-υδροχαρής βλάστηση (αζωνικές παραποτάμιες διαπλάσεις).
Πίνακας 2 δ ii: Αξιολόγηση Βλάστησης - Φυτικής Καύσιμης ύλης περιοχής επιρροής ακινήτου
5.5 Υποδομές - Δίκτυα
5.5.1 Πρόσβαση στο ακίνητο
Εξετάζεται ο αριθμός και το καθαρό πλάτος της ή των οδών πρόσβασης στο ακίνητο. Το κριτήριο αυτό είναι ιδιαίτερα κρίσιμο γιατί αφορά στη δυνατότητα πρόσβασης στο ακίνητο πυροσβεστικών οχημάτων και λοιπών οχημάτων έκτακτης ανάγκης, καθώς και στην ασφαλή εκκένωση των χρηστών του κτιρίου σε περίπτωση συμβάντος.
5.5.2 Ύπαρξη σημείων υδροληψίας πυροσβεστικού οχήματος
Η ύπαρξη σημείων υδροληψίας σε ικανή απόσταση από το ακίνητο, επιτρέπει την πιο γρήγορη αντιμετώπιση της πυρκαγιάς.
5.5.3 Πυκνότητα δομημένου περιβάλλοντος
Η πυκνότητα του δομημένου περιβάλλοντος εξετάζεται ως προς τον κίνδυνο μετάδοσης της πυρκαγιάς. Όσο πυκνότερη και πιο συμπαγής είναι η δόμηση στην ευρύτερη περιοχή του ακινήτου, τόσο αυξάνονται οι κίνδυνοι εξάπλωσης της πυρκαγιάς από το ένα κτίριο στα όμορά του.
5.5.4 Δίκτυα ηλεκτρισμού καί αερίου
Το κριτήριο αυτό αφορά στην ύπαρξη εναερίων καλωδίων υψηλής ή μεσαίας τάσης στην περιοχή επιρροής του ακινήτου, σε συνδυασμό με την ύπαρξη εγκαταστάσεων αερίου.
Πίνακας 2 ε: Αξιολόγηση Υποδομών και Δικτύων περιοχής επιρροής ακινήτου
5.6 Συχνότητα συμβάντων και εγγενείς κίνδυνοι
5.6.1 Πυροπληκτότητα περιοχής ακινήτου
Από τη μελέτη, ανάλυση και επεξεργασία στατιστικών δεδομένων καταγραφής δασικών- αγροτοδασικών πυρκαγιών που εκδηλώθηκαν στη χώρα μας σε επίπεδο Νομού, κατά τη δεκαετία 2010-2019, έγινε υπολογισμός της πυροπληκτότητας με κατανομή του βαθμού προσβολής από δασικές - αγροτοδασικές πυρκαγιές και η αντιστοίχισή τους στις κατηγορίες κατάταξης του κριτηρίου σύμφωνα με τον Πίνακα Πυροπληκτότητας του Παραρτήματος (Παράρτημα Δ). Για τον ως άνω υπολογισμό ελήφθησαν υπόψη:
- ο κατά τόπους αριθμός των πυρκαγιών («αριθμός απειλών» ανά Νομό)
- οι καμένες εκτάσεις (συνέπειες ανά Νομό) και
- το ποσοστό που αυτές καταλαμβάνουν στον Νομό σε σχέση με την έκτασή του (επίπτωση των συνεπειών σε τοπικό επίπεδο).
5.6.2 Επικινδυνότητα βάσει του Π.δ 575/1980
Οι ιδιαίτερα επικίνδυνες περιοχές της χώρας για την εκδήλωση πυρκαγιών σε δάση και δασικές εκτάσεις αναφέρονται στο ΠΔ 575/1980 (ΦΕΚ 157/Α/1980), το οποίο εκδόθηκε κατ’ εφαρμογή του άρθρου 25 του Ν. 998/1979 (ΦΕΚ 289/Α'/1979).
Το κριτήριο αυτό συνδυάζει τις ευαίσθητες περιοχές (κλάσεις επικινδυνότητας) του π.δ 575/80 και το Παράρτημα Α’ του υπ’ αρίθμ. 73751/2992/14-4-93 εγγράφου της Δ/νσης Προστασίας Δασών του Υπουργείου Γεωργίας, όπως αποτυπώνονται στον χάρτη του Παραρτήματος (Παραρτήμα Ε).
Πίνακας 2 στ: Αξιολόγηση Συχνότητας συμβάντων και εγγενών κινδύνων περιοχής επιρροής ακινήτου
Για τον καθορισμό της επικινδυνότητας, επιλέγεται αρχικά η κατάλληλη για το ακίνητο περίπτωση για καθένα από τα δεκατέσσερα κριτήρια αξιολόγησης. Στη συνέχεια, αθροίζονται για κάθε ομάδα κριτηρίων οι βαθμοί που αντιστοιχούν στα επιμέρους κριτήρια που την αποτελούν και υπολογίζεται ο μέσος όρος της κάθε ομάδας. Κατόπιν, αθροίζονται οι υπολογισθέντες μέσοι όροι των έξι ομάδων και υπολογίζεται εκ νέου ο συνολικός μέσος όρος ο οποίος στρογγυλοποιείται. Ο τελικός αυτός αριθμός, καθορίζει τον βαθμό επικινδυνότητας ως εξής:
Πίνακας 3: Καθορισμός επικινδυνότητας ακινήτου
Τα ανωτέρω στάδια υπολογισμού απεικονίζονται στο ακόλουθο διάγραμμα ροής:
Σχήμα 2: Διαδικασία υπολογισμών για τον καθορισμό της επικινδυνότητας ακινήτου
Ο παρών κανονισμός να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Ο παρών κανονισμός ισχύει από την ημέρα δημοσίευσής του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 19 Μαΐου 2023
Οι Υπουργοί
Υφυπουργός Περιβάλλοντος Και Ενέργειας ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΑΓΑΡΑΣ |
Αναπληρωτής Υπουργός Εσωτερικών ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΠΕΤΣΑΣ |
Υφυπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΤΟΥΡΝΑΣ
The social partners body for health and safety at work