Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 7651 - 7700, σε σύνολο 12273
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Natural ventilation
Μετάφραση: Φυσικός αερισμός

Όρος: Nature of special risks
Μετάφραση: Φύση των ειδικών κινδύνων

Όρος: Nature of special risks attributed to dangerous substances and preparations
Μετάφραση: Φύση των ειδικών κινδύνων που αφορούν επικίνδυνες ουσίες και παρασκευάσματα

Όρος: Nausea
Μετάφραση: Ναυτία

Όρος: Near accidents
Μετάφραση: Παρ’ολίγον ατυχήματα

Όρος: Near misses
Μετάφραση: Παρ’ολίγον απώλειες (ατυχήματα)

Όρος: Nebulae
Μετάφραση: Νέφη

Όρος: Neck
Μετάφραση: Λαιμός

Όρος: Neck injuries
Μετάφραση: Κακώσεις του αυχένα

Όρος: Necrosis
Μετάφραση: Νέκρωση

Συντομογραφία: NNI
Όρος: Nederlands Normalisatie Institute
Μετάφραση: Ολλανδικό Ινστιτούτο Τυποποίησης

Όρος: Needle punching
Μετάφραση: Ήλωση, διάτρηση, σφυρηλάτηση

Όρος: Needle scalers
Μετάφραση: Λατομικά σφυριά, κρουστικά βελόνια

Όρος: Needles
Μετάφραση: Βελόνες

Όρος: Needlesticks
Μετάφραση: Νυγμοί με βελόνη

Συντομογραφία: NC
Όρος: negative control
Μετάφραση: αρνητικός μάρτυρας

Συντομογραφία: NPU
Όρος: Negative Pressure Unit
Μετάφραση: Μονάδα αρνητικής πίεσης

Όρος: Negligible
Μετάφραση: Αμελητέος

Όρος: Negligible dermal exposure
Μετάφραση: Πιθανή αμελητέα έκθεση

Όρος: Negligible likelihood of exposure
Μετάφραση: Αμελητέα πιθανότητα έκθεσης

Όρος: Neighbouring establishment
Μετάφραση: Γειτονική μονάδα

Όρος: Neoamyl alcohol see neopentyl alcohol
Μετάφραση:

Όρος: Neodecanoic acid
Μετάφραση: Νεοδεκανοϊκό οξύ

Όρος: Neodecanoic acid vinyl ester
Μετάφραση: Νεοδεκανοϊκός βινυλεστέρας

Όρος: Neodymium
Μετάφραση: Νεοδύμιο

Όρος: Neon
Μετάφραση: Νέο

Όρος: Neopentane
Μετάφραση: Νεοπεντάνιο

Όρος: Neopentanoic acid see pivalic acid
Μετάφραση:

Όρος: Neopentanol see neopentyl alcohol
Μετάφραση:

Όρος: Neopentyl
Μετάφραση: Νεοπεντύλιο ή 2,2-διμεθυλοπροπύλιο

Όρος: Neopentyl alcohol or 2,2-dimethyl-1-propanol or neopentanol or neoamyl alcohol
Μετάφραση: Νεοπεντυλική αλκοόλη ή 2,2-διμεθυλο-1-προπανόλη ή νεοπεντανόλη ή νεοαμυλική αλκοόλη

Όρος: Neopentyl chloride
Μετάφραση: Νεοπεντυλοχλωρίδιο ή χλωριούχο νεοπεντύλιο

Όρος: Neoplasia
Μετάφραση: Νεοπλασία

Όρος: Neotrehalose
Μετάφραση: Νεοτρεαλόζη

Όρος: Nephrotoxicants
Μετάφραση: Νεφροτοξικά

Όρος: Nephrotoxicity
Μετάφραση: Νεφροτοξικότητα

Όρος: Neptunium
Μετάφραση: Ποσειδώνιο ή νεπτούνιο

Όρος: Nerol
Μετάφραση: Νερόλη

Όρος: Nerve
Μετάφραση: Νεύρο

Όρος: Nerve damages
Μετάφραση: Βλάβες των νεύρων

Συντομογραφία: NGF
Όρος: Nerve growth factor
Μετάφραση: Αυξητικός παράγοντας νεύρων

Όρος: Nervonic acid
Μετάφραση: Νερβονικό οξύ

Συντομογραφία: NEC
Όρος: net explosive contents
Μετάφραση: καθαρό περιεχόμενο εκρηκτικού

Συντομογραφία: NEM
Όρος: Net explosive mass
Μετάφραση: Καθαρή μάζα εκρηκτικού

Συντομογραφία: NEQ
Όρος: Net explosive quantity
Μετάφραση: Καθαρή ποσότητα εκρηκτικού

Συντομογραφία: NEW
Όρος: net explosive weight
Μετάφραση: καθαρό βάρος εκρηκτικού

Όρος: net mass of explosive contents
Μετάφραση: καθαρή μάζα εκρηκτικού περιεχομένου

Συντομογραφία: NPV
Όρος: Net present value
Μετάφραση: Καθαρή παρούσα αξία

Όρος: Net retention volume (VN)
Μετάφραση: Καθαρός όγκος συγκράτησης

Όρος: Network
Μετάφραση: Δίκτυο

Ακολουθήστε μας