Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 7551 - 7600, σε σύνολο 12273
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Muscovite see mica
Μετάφραση:

Συντομογραφία: MSDs
Όρος: Musculoskeletal disorders
Μετάφραση: Μυοσκελετικές παθήσεις, Οστεομυικές ασθένειες

Όρος: Mushroom workers lung
Μετάφραση: Πνεύμονας καλλιεργητών μανιταριών

Συντομογραφία: MOPP
Όρος: Mustargen, oncovin, procarbazine and prednisone
Μετάφραση: Μεχλωραιθαμίνη, βινκριστίνη, προκαρβαζίνη και πρεδνιζόνη

Όρος: Mutagen
Μετάφραση: Μεταλλαξιγόνο, Μεταλλαξιογόνος ουσίας

Όρος: Mutagenesis
Μετάφραση: Μεταλλαξιγένεση

Όρος: Mutagenic
Μετάφραση: Μεταλλαξιογόνο

Όρος: Mutagenicity
Μετάφραση: Μεταλλακτικότητα

Όρος: Mutation
Μετάφραση: Μετάλλαξη

Όρος: Mutual inductance
Μετάφραση: Αμοιβαία επαγωγή

Όρος: Mutual recognition
Μετάφραση: Αμοιβαία αναγνώριση

Όρος: Mutual recognition in parallel
Μετάφραση: Παράλληλη αμοιβαία αναγνώριση

Όρος: Mutual recognition in sequence
Μετάφραση: Διαδοχική αμοιβαία αναγνώριση

Όρος: Mycarose
Μετάφραση: Μυκαρόζη

Όρος: Mycotoxin-producing fungi
Μετάφραση: Μύκητες που παράγουν μυκοτοξίνες

Όρος: Mycotoxins
Μετάφραση: Μυκοτοξίνες

Όρος: Myelodysplastic syndrome
Μετάφραση: Μυελοδυσπλαστικό σύνδρομο

Όρος: Myeloproliferative
Μετάφραση: Μυελοϋπερπλαστικό σύνδρομο

Όρος: Myosin
Μετάφραση: Μυοσίνη

Όρος: Myrcene
Μετάφραση: Μυρσένιο

Όρος: Myristic acid or tetradecanoic acid
Μετάφραση: Μυριστικό οξύ ή τετραδεκανοϊκό οξύ ∆εκατετρανοϊκό

Συντομογραφία: DNP-AA
Όρος: N-(2,4-dinitrophenyl)amino acid
Μετάφραση: Ν-(2,4-δινιτροφαινυλο)αμινοξύ

Όρος: N-hydroxyethylethylenediamine
Μετάφραση:

Όρος: Nail
Μετάφραση: Ήλος, καρφί

Όρος: Naked lights
Μετάφραση: Ακάλυπτες πηγές ανάφλεξης

Όρος: Naled, Dimethyl-1,2-dibromo-2,2-dichlorethyl phosphate, Dibrom, 1,2-Dibromo-2,2-dichloroethyl dimethyl phosphate, Nibrom
Μετάφραση: Ναλέντ ή διμεθυλο-1,2-διβρωμο-2,2-διχλωροαιθυλοφωσφορικός εστέρας

Όρος: Name of substance
Μετάφραση: Ονομασία ουσίας

Όρος: Naming convention
Μετάφραση: Σύμβαση ονοματοδοσίας

Συντομογραφία: NM
Όρος: Nanomaterial
Μετάφραση: Νανοϋλικό

Όρος: Nape
Μετάφραση: Αυχένας

Όρος: Naphtha
Μετάφραση: Νάφθα

Όρος: Naphthalaldehyde
Μετάφραση: Ναφθαλαλδεΰδη

Όρος: Naphthalene acetic acid
Μετάφραση: Ναφθαλινοξικό οξύ

Όρος: Naphthalene counterparts or counterpart of naphthalene
Μετάφραση: Ομόλογα του ναφθαλινίου

Όρος: Naphthalene diisocyanate
Μετάφραση: Διισοκυανικός εστέρας του ναφθαλινίου

Όρος: Naphthalene or white tar
Μετάφραση: Ναφθαλίνιο ή ναφθαλίνη ή ναφθαλένιο

Όρος: Naphthalenecarboxylic acid see naphthoic acid
Μετάφραση:

Όρος: Naphthalenesulfonic acid
Μετάφραση: Ναφθαλινοσουλφονικό οξύ

Όρος: Naphthenic acid
Μετάφραση: Ναφθενικό οξύ

Όρος: Naphthoic acid or naphthalenecarboxylic acid
Μετάφραση: Ναφθοϊκό οξύ ή ναφθαλινοκαρβοξυλικό οξύ

Όρος: Naphthol
Μετάφραση: Ναφθόλη

Όρος: Naphthonitrile
Μετάφραση: Ναφθονιτρίλιο

Όρος: Naphthoquinone
Μετάφραση: Ναφθοκινόνη

Όρος: Naphthoyl chloride
Μετάφραση: Ναφθοϋλοχλωρίδιο

Όρος: Naphthyl acetamide
Μετάφραση: Ναφθυλοακεταμίδιο

Όρος: Naphthyl acetic acid
Μετάφραση: Ναφθυλοοξικό οξύ

Όρος: Naphthyl butyric acid
Μετάφραση: Ναφθυλοβουτυρικό οξύ

Όρος: Naphthyl ethyl ketone
Μετάφραση: Ναφθυλοαιθυλοκετόνη

Όρος: Naphthyl methanol
Μετάφραση: Ναφθυλομεθανόλη

Όρος: naphthyl methylcarbamate 1-
Μετάφραση: Καρβαρύλιο

Ακολουθήστε μας