Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 201 - 250, σε σύνολο 314
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Organic compounds
Μετάφραση: Οργανικές ενώσεις

Όρος: Organic compounds of mercury
Μετάφραση: Οργανικές ενώσεις υδραργύρου

Όρος: Organic dusts
Μετάφραση: Σκόνη από οργανικές ουσίες

Όρος: organic halogenated solvents
Μετάφραση: Οργανικοί αλογονούχοι διαλύτες

Όρος: Organic peroxide
Μετάφραση: Οργανικό υπεροξείδιο

Όρος: Organic products
Μετάφραση: Βιολογικά προϊόντα

Όρος: Organic psycho syndrome
Μετάφραση: Ψυχο-οργανικό σύνδρομο

Όρος: organic solvents
Μετάφραση: Οργανικοί διαλύτες

Όρος: Organic substance
Μετάφραση: Οργανική ουσία

Συντομογραφία: OECD
Όρος: Organisation for Economic Cooperation and Development
Μετάφραση: Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ)

Όρος: Organisation of work
Μετάφραση: Οργάνωση εργασίας

Όρος: Organisation or organization
Μετάφραση: Οργάνωση

Όρος: Organisational climate
Μετάφραση: Οργανωτικό κλίμα

Όρος: Organisational culture
Μετάφραση: Οργανωτική αγωγή

Όρος: Organisational OSH consultant
Μετάφραση: Σύμβουλος οργάνωσης στον τομέα της ΕΑΥ

Όρος: Organisational structure
Μετάφραση: Οργανωτική δομή

Όρος: Organism
Μετάφραση: Οργανισμός (π.χ. βιολογικός)

Όρος: Organization
Μετάφραση: Οργανισμός (π.χ. υπηρεσία)

Όρος: Organization chart
Μετάφραση: Οργανόγραμμα

Συντομογραφία: OSJD or OSShD
Όρος: Organization for Cooperation of Railways
Μετάφραση: Οργάνωση για τη συνεργασία μεταξύ των σιδηροδρόμων

Όρος: Organochlorines
Μετάφραση: Οργανοχλωριωμένα

Όρος: Organophosphates
Μετάφραση: Οργανοφωσφορικά άλατα

Όρος: Organophosphorus esters
Μετάφραση: Οργανοφωσφορικοί εστέρες

Όρος: Organotin compounds
Μετάφραση: Οργανοκασσιτερικές ενώσεις

Όρος: Orientation
Μετάφραση: Προσανατολισμός

Όρος: Orientation factor
Μετάφραση: Παράγοντας προσανατολισμού

Όρος: orphan source
Μετάφραση: Έκθετη πηγή

Όρος: Orphenadrine citrate
Μετάφραση: Κιτρική ορφεναδρίνη

Όρος: Ortho - (o-)
Μετάφραση: Ορθο-

Όρος: Orthohydroxybenzoic acid see salicylic acid
Μετάφραση:

Όρος: Orthopedics
Μετάφραση: Ορθοπεδική

Όρος: Orthophosphoric acid see phosphoric acid
Μετάφραση:

Όρος: Osazone
Μετάφραση: Οσαζόνη

Όρος: Oscillation
Μετάφραση: Ταλάντωση

Όρος: Oscillator
Μετάφραση: Ταλαντωτής

Όρος: OSH monitoring
Μετάφραση: Παρακολούθηση της ΕΑΥ

Όρος: OSH policy
Μετάφραση: Πολιτική υγείας και ασφάλειας στην εργασία (ΥΑΕ)

Όρος: OSH research
Μετάφραση: Έρευνα στον τομέα της ΕΑΥ

Όρος: OSH see Occupational safety and health
Μετάφραση:

Όρος: OSH systems and programmes
Μετάφραση: Συστήματα και προγράμματα ΕΑΥ

Συντομογραφία: OSPAR
Όρος: Oslo - Paris Convention for the Protection of the Marine Environment of the North East Atlantic
Μετάφραση: Όσλο-Παρίσι Σύμβαση για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος του Βορειο-Ανατολικού Ατλαντικού

Συντομογραφία: Oslo Convention
Όρος: Oslo Convention for the Prevention of Marine Pollution by Dumping from Ships and Aircraft
Μετάφραση: Σύμβαση του Όσλο για την Πρόληψη της Θαλάσσιας Ρύπανσης από Απορρίψεις Πλοίων και Αεροσκαφών

Όρος: Osmium
Μετάφραση: Όσμιο

Όρος: Osmium tetroxide, Tetraoxoosmium, Osmium(VIII) oxide
Μετάφραση: Τετροξείδιο του οσμίου

Όρος: Osmolality
Μετάφραση: Οσμωτικότητα

Όρος: Osmosis
Μετάφραση: Όσμωση

Όρος: Osmotic pressure
Μετάφραση: Οσμωτική πίεση

Όρος: Osteoarticular diseases of the hands and wrists caused by mechanical vibration
Μετάφραση: Οστεοαρθρικές ασθένειες των χεριών και των καρπών που προκαλούνται από μηχανικές δονήσεις

Όρος: Osteoporosis
Μετάφραση: Οστεοπόρωση

Όρος: Other auditor
Μετάφραση: Τρίτος ελεγκτής

Ακολουθήστε μας