Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Displaying 1045 - 1080 of 1306
Ελληνικός όρος
Αγγλικός όρος
2
|
I
|
P
|
Α
|
Β
|
Γ
|
Δ
|
Ε
|
Ζ
|
Η
|
Θ
|
Ι
|
Κ
|
Λ
|
Μ
|
Ν
|
Ξ
|
Ο
|
Π
|
Ρ
|
Σ
|
Τ
|
Ύ
|
Φ
|
Χ
|
Ψ
|
Ω
Ελληνικός όρος:
Απώλεια λόγω παρεμβολής
Αγγλικός όρος:
Insertion loss
Μετάφραση:
Insertion loss
Ελληνικός όρος:
Απώλεια χρόνου εργασίας
Αγγλικός όρος:
Lost working time
Μετάφραση:
Lost working time
Ελληνικός όρος:
Απωλεσθείσες ημέρες
Αγγλικός όρος:
Days lost
Μετάφραση:
Days lost
Ελληνικός όρος:
Αραβάνη
Αγγλικός όρος:
Araban
Μετάφραση:
Araban
Ελληνικός όρος:
Αραβινόζη
Αγγλικός όρος:
Arabinose
Μετάφραση:
Arabinose
Ελληνικός όρος:
Αραβινοζίτης
Αγγλικός όρος:
Arabinoside
Μετάφραση:
Arabinoside
Ελληνικός όρος:
Αραβινοπυρανόζη
Αγγλικός όρος:
Arabinopyranose
Μετάφραση:
Arabinopyranose
Ελληνικός όρος:
Αραγωνίτης
Αγγλικός όρος:
Aragonite
Μετάφραση:
Aragonite
Ελληνικός όρος:
Αραιό
Αγγλικός όρος:
Dilute
Μετάφραση:
Dilute
Ελληνικός όρος:
Αραιώνω
Αγγλικός όρος:
Dilute
Μετάφραση:
Dilute
Ελληνικός όρος:
Αραίωση
Αγγλικός όρος:
Dilution
Μετάφραση:
Dilution
Ελληνικός όρος:
Αραίωση κόλλας
Αγγλικός όρος:
Dilution of pastes
Μετάφραση:
Dilution of pastes
Ελληνικός όρος:
Αραιωτικό
Αγγλικός όρος:
Diluent
Μετάφραση:
Diluent
Ελληνικός όρος:
Αργιλικό (πέτρωμα)
Αγγλικός όρος:
Argillaceous
Μετάφραση:
Argillaceous
Ελληνικός όρος:
Αργίλιο ή αλουμίνιο
Αγγλικός όρος:
Aluminium, Al
Μετάφραση:
Aluminium, Al
Ελληνικός όρος:
Αργιλίου καπνοί συγκολλήσεων
Αγγλικός όρος:
Aluminium welding fumes
Μετάφραση:
Aluminium welding fumes
Ελληνικός όρος:
Αργιλίου πυροφορική σκόνη
Αγγλικός όρος:
Aluminium pyro powders
Μετάφραση:
Aluminium pyro powders
Ελληνικός όρος:
Αργιλιούχος
Αγγλικός όρος:
Argilliferous
Μετάφραση:
Argilliferous
Ελληνικός όρος:
Άργιλος
Αγγλικός όρος:
Clays
Μετάφραση:
Clays
Ελληνικός όρος:
Αργιλούχα υλικά από εξαντλημένα φίλτρα
Αγγλικός όρος:
Spent filter clays
Μετάφραση:
Spent filter clays
Ελληνικός όρος:
Αργινίνη
Αγγλικός όρος:
Arginine, Arg, R
Μετάφραση:
Arginine, Arg, R
Ελληνικός όρος:
Αργό
Αγγλικός όρος:
Argon, Ar
Μετάφραση:
Argon, Ar
Ελληνικός όρος:
Αργό πετρέλαιο
Αγγλικός όρος:
Crude oil
Μετάφραση:
Crude oil
Ελληνικός όρος:
Αργυρία (χρόνια δηλητηρίαση από άργυρο)
Αγγλικός όρος:
Argyria
Μετάφραση:
Argyria
Ελληνικός όρος:
Αργυρομετρία
Αγγλικός όρος:
Argentometry
Μετάφραση:
Argentometry
Ελληνικός όρος:
Άργυρος
Αγγλικός όρος:
Silver
Μετάφραση:
Silver
Ελληνικός όρος:
Άρδευση ή πότισμα
Αγγλικός όρος:
Irrigation
Μετάφραση:
Irrigation
Ελληνικός όρος:
Αρεκαϊδίνη
Αγγλικός όρος:
Arecaidine
Μετάφραση:
Arecaidine
Ελληνικός όρος:
Αρένια
Αγγλικός όρος:
Arenes
Μετάφραση:
Arenes
Ελληνικός όρος:
Αρθρίτιδα
Αγγλικός όρος:
Arthritis
Μετάφραση:
Arthritis
Ελληνικός όρος:
Άρθρο (π.χ. νόμου)
Αγγλικός όρος:
Article
Μετάφραση:
Article
Ελληνικός όρος:
Αρθρώσεις
Αγγλικός όρος:
Joints
Μετάφραση:
Joints
Ελληνικός όρος:
Αριθμός UN
Αγγλικός όρος:
UN number
Μετάφραση:
UN number
Ελληνικός όρος:
Αριθμός Καταλόγου Υπηρεσίας Περιλήψεων Χημικών Μελετών
Αγγλικός όρος:
Chemical Abstracts Service Registry Number, CAS#
Μετάφραση:
Chemical Abstracts Service Registry Number, CAS#
Ελληνικός όρος:
Αριθμός οκτανίου
Αγγλικός όρος:
Octane number
Μετάφραση:
Octane number
Ελληνικός όρος:
Αριθμός συστατικών
Αγγλικός όρος:
Number of ingredients
Μετάφραση:
Number of ingredients
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
26
Page
27
Page
28
Page
29
Current page
30
Page
31
Page
32
Page
33
Page
34
…
Next page
››
Last page
τελευταία »