Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Primary tabs
Βλέπετε τις εγγραφές : 1101 - 1150, σε σύνολο 1246
Όρος: Creatinine or 1-methylglycocyanidine
Μετάφραση: Κρεατινίνη, 1- μεθυλογλυκοκυανιδίνη
Όρος: Creeping
Μετάφραση: Ερπυσμός
Όρος: Creosote
Μετάφραση: Κρεόζωτο
Όρος: Cresidine
Μετάφραση: Κρεσιδίνη
Όρος: Cresol
Μετάφραση: Κρεζόλη
Όρος: Cresyl acetate
Μετάφραση: Οξικός κρεζυλεστέρας
Όρος: Cresylic acid dιphenolized
Μετάφραση: Διφαινολικός εστέρας του κρεζυλικού οξέος
Όρος: Crew
Μετάφραση: Πλήρωμα
Όρος: crew member
Μετάφραση: μέλος πληρώματος
Όρος: Crimidine
Μετάφραση: Κριμιδίνη
Όρος: Cristobalite
Μετάφραση: Χριστοβαλίτης
Όρος: Criteria
Μετάφραση: Κριτήρια
Όρος: Criteria for micronucleus identification
Μετάφραση: Κριτήρια αναγνώρισης μικροπυρήνων
Όρος: Critical batch size
Μετάφραση: Κρίσιμο μέγεθος φουρνιάς δειγμάτων
Συντομογραφία: CCP
Όρος: Critical control points
Μετάφραση: Κρίσιμα σημεία ελέγχου
Όρος: Critical group
Μετάφραση: Κρίσιμη ομάδα
Όρος: Critical levels
Μετάφραση: Κρίσιμες στάθμες
Όρος: Critical limits
Μετάφραση: Κρίσιμα όρια
Όρος: Critical load
Μετάφραση: Κρίσιμο φορτίο
Όρος: Critical region
Μετάφραση: Κρίσιμη περιοχή
Όρος: Critical sulphur deposition
Μετάφραση: Κρίσιμη εναπόθεση θείου
Όρος: Critical temperature
Μετάφραση: Κρίσιμη θερμοκρασία
Όρος: Critical value
Μετάφραση: Κρίσιμη τιμή
Συντομογραφία: CSI
Όρος: Criticality safety index
Μετάφραση: Δείκτης ασφαλείας κρισιμότητας, Κρίσιμος δείκτης ασφαλείας
Όρος: Crocidolite
Μετάφραση: Κροκιδόλιθος
Όρος: Crocodile clips
Μετάφραση: Κροκοδειλάκια
Όρος: Cross reactivity
Μετάφραση: Διασταυρούμενη δραστικότητα
Όρος: Cross section
Μετάφραση: Διατομή
Όρος: Cross sensitivity
Μετάφραση: Ευαισθησία παρεμπόδισης ουσίας
Όρος: Cross tabulation, two way classification
Μετάφραση: Διαξονική ταξινόμηση
Όρος: Cross-linked polyethylene
Μετάφραση: Πολυαιθυλένιο διασταυρωµένου δεσμού
Όρος: Cross-sectional studies
Μετάφραση: Συγχρονικές μελέτες
Όρος: Crotonaldehyde or crotonic aldehyde or 2-butenal or butyraldehyde
Μετάφραση: Κροτωναλδεΰδη ή κροτωνική αλδεΰδη ή 2-βουτενάλη ή βουτυραλδεΰδη ή βουτυρική αλδεϋδη
Όρος: Crotonic acid
Μετάφραση: Κροτωνικό οξύ
Όρος: Crotonic acid methyl ester
Μετάφραση: Κροτωνικός μεθυλεστέρας
Όρος: Crotonic aldehyde see crotonaldehyde
Μετάφραση:
Όρος: Crowdsourcing
Μετάφραση: Πληθοπορισμός
Όρος: Crown ethers
Μετάφραση: Αιθέρες στέμματος
Όρος: Crucible
Μετάφραση: Κάψα
Όρος: Crude
Μετάφραση: Ακατέργαστος
Όρος: Crude oil
Μετάφραση: Αργό πετρέλαιο
Όρος: Crude paraffin
Μετάφραση: Ακατέργαστη παραφίνη
Όρος: Crude tall oil
Μετάφραση: Ακατέργαστο ρητινέλαιο
Όρος: Crufomate, 4-tert-butyl-2-chlorophenyl methyl methylphosphoramidate
Μετάφραση: Κρουφομικό άλας
Όρος: Crushing
Μετάφραση: Θραύση, σύνθλιψη
Όρος: Crushing of concrete roadway
Μετάφραση: Θραύση οδών σκυροδέματος
Όρος: Cryofluorane or Freon 114 or 1,2-dichloro-1,1,2,2-tetrafluoroethane
Μετάφραση: Κρυοφλουοράνη ή φρέον 114 ή 1,2-διχλωρο-1,1,2,2-τετραφθοροαιθάνιο
Όρος: Cryogenic receptacle
Μετάφραση: Κρυογονικό δοχείο
Όρος: Crystalline
Μετάφραση: κρυσταλλική
Όρος: Crystals
Μετάφραση: Κρύσταλλοι