Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 851 - 900, σε σύνολο 1246
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Concreting
Μετάφραση: Σκυροδέτηση

Όρος: Concussion
Μετάφραση: Διάσειση

Όρος: Condensation
Μετάφραση: Συμπύκνωση

Όρος: Condensation particle counter
Μετάφραση: Μετρητής συμπύκνωσης σωματιδίων

Όρος: Condensed
Μετάφραση: Συμπυκνωμένο

Όρος: Condenser liebig
Μετάφραση: Ψυκτύρα Liebig

Όρος: Conditional formation constant
Μετάφραση: Πραγματική σταθερά σχηματισμού ή σταθερά σχηματισμού υπό όρους

Όρος: Conditioning
Μετάφραση: Εγκλιματισμός (π.χ. αέρα)

Όρος: Conditions for renewal
Μετάφραση: Όροι ανανέωσης

Όρος: Conditions of restriction
Μετάφραση: Όροι περιορισμού

Όρος: Conditions of use
Μετάφραση: Συνθήκες χρήσης

Όρος: Conduction
Μετάφραση: Αγωγή (π.χ. θερμότητας)

Όρος: Conductivity
Μετάφραση: Αγωγιμότητα

Όρος: Conductor
Μετάφραση: Αγωγός (π.χ. ηλεκτρισμού, θερμότητας)

Όρος: Conductor terminations
Μετάφραση: Ακροδέκτες αγωγών

Όρος: Conduit or duct
Μετάφραση: Αγωγός (π.χ υδραυλικός, αερίων)

Όρος: Conduit system
Μετάφραση: Σύστημα σωλήνων

Όρος: Conessine or 3β-dimethylaminocon-5-enine
Μετάφραση: Κονεσσίνη ή 3β-διμεθυλαμινοκον-5-ενίνη

Συντομογραφία: CES
Όρος: Conféderation Européenne des Syndicats
Μετάφραση: Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Εργατικών Συνδικάτων

Συντομογραφία: ADEDY
Όρος: Confederation of Public Servants
Μετάφραση: Ανώτατη Διοίκηση Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων (ΑΔΕΔΥ)

Συντομογραφία: GSEVEE
Όρος: Confederation of Small and Medium-sized Enterprises of Greece
Μετάφραση: Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών, Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ)

Όρος: Confidence
Μετάφραση: Εμπιστοσύνη

Όρος: Confidence interval
Μετάφραση: Διάστημα εμπιστοσύνης ή διάστημα αξιοπιστίας ή όριο εμπιστοσύνης

Όρος: Confidence level
Μετάφραση: Επίπεδο αξιοπιστίας

Όρος: Confidence limits
Μετάφραση: Όρια εμπιστοσύνης

Συντομογραφία: CBI
Όρος: Confidential business information
Μετάφραση: Εμπιστευτικές επιχειρηματικές πληροφορίες

Όρος: Confidential information
Μετάφραση: Εμπιστευτική πληροφορία

Όρος: Confidentiality
Μετάφραση: Εμπιστευτικότητα

Όρος: Confidentiality and regulatory purpose flags
Μετάφραση: Ειδικές ενδείξεις εμπιστευτικότητας και κανονιστικού σκοπού

Όρος: Confidentially claim
Μετάφραση: Αίτημα εμπιστευτικότητας

Όρος: Configuration
Μετάφραση: Διάταξη

Όρος: Confined space
Μετάφραση: Περιορισμένος χώρος, κλειστός χώρος εργασίας

Όρος: Confinement system
Μετάφραση: Σύστημα συγκράτησης, Συστοιχία κλωβών

Όρος: Confirmation
Μετάφραση: Επιβεβαίωση

Όρος: Confirmatory method
Μετάφραση: Μέθοδος επιβεβαίωσης

Όρος: Conformance
Μετάφραση: Συμμόρφωση ή προσαρμοστικότητα

Όρος: Conformation
Μετάφραση: Διαμόρφωση

Όρος: Conformation analysis
Μετάφραση: Ανάλυση της διαμόρφωσης

Όρος: Conformity
Μετάφραση: Συμμόρφωση

Όρος: Conformity assessment
Μετάφραση: Αξιολόγηση συμμόρφωσης

Όρος: Conformity assessment system
Μετάφραση: Σύστημα ελέγχου συμμόρφωσης

Όρος: Conformity criteria
Μετάφραση: Κριτήριο συμμόρφωσης

Όρος: Conformity marking
Μετάφραση: Σήμα συμμόρφωσης

Όρος: Confounding
Μετάφραση: Δευτερογενής ή πλασματική συσχέτιση

Όρος: Confounding by indication
Μετάφραση: Σύγχυση από ένδειξη

Όρος: Congelation
Μετάφραση: Πήξη, κατάψυξη

Όρος: Conic flask
Μετάφραση: Κωνική φιάλη

Όρος: Conjunctival ailments following exposure to ultraviolet radiation
Μετάφραση: Ερεθισμοί του επιπεφυκότος λόγω έκθεσης σε υπεριώδεις ακτινοβολίες

Όρος: Conjunctivitis
Μετάφραση: Επιπεφυκίτις

Όρος: Connecting processes
Μετάφραση: Συνδεόμενες διεργασίες

Ακολουθήστε μας