Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 751 - 800, σε σύνολο 1246
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Common safety device
Μετάφραση: Κοινή διάταξη ασφάλειας

Συντομογραφία: CTD
Όρος: Common Technical Document
Μετάφραση: Κοινό Τεχνικό Έγγραφο (ΚΤΕ)

Όρος: Community agency
Μετάφραση: Κοινοτικός οργανισμός

Συντομογραφία: CDCIR
Όρος: Community Documentation Centre on Industrial Risk
Μετάφραση: Κοινοτικό κέντρο τεκμηρίωσης βιομηχανικών κινδύνων (ΚΚΤΒΚ)

Συντομογραφία: CPVO
Όρος: Community Plant Variety Office
Μετάφραση: Κοινοτικό Γραφείο Φυτικών Ποικιλιών (ΚΓΦΠ)

Συντομογραφία: CoRAP
Όρος: Community rolling action plan
Μετάφραση: Κοινοτικό κυλιόμενο πρόγραμμα δράσης

Όρος: Commutator
Μετάφραση: Συλλέκτης

Όρος: Commuting accidents
Μετάφραση: Ατύχημα κατά τη μετάβαση προς και από την εργασία

Όρος: compact
Μετάφραση: συμπαγής

Όρος: Compact unit
1η Μετάφραση: Ενιαία μονάδα

Με σχετικά Links:

2η Μετάφραση: Μονάδα συμπίεσης

Όρος: Compaction
Μετάφραση: Συμπύκνωση συμπίεση

Όρος: Compaction machine
Μετάφραση: Μηχανή συμπίεσης /συμπύκνωσης

Όρος: Company physician
Μετάφραση: Ιατρός επιχείρησης

Όρος: Comparative criteria
Μετάφραση: Συγκριτικά κριτήρια

Όρος: Comparative emission data
Μετάφραση: Συγκρίσιμα δεδομένα εκπομπών

Όρος: Comparative method
Μετάφραση: Συγκριτική μέθοδος

Όρος: Comparatives
Μετάφραση: Συγκριτικά στοιχεία

Όρος: Comparison
Μετάφραση: Σύγκριση

Όρος: Compatibility
Μετάφραση: Συμβατότητα

Όρος: Compensation
Μετάφραση: Αποζημίωση

Όρος: Competence
Μετάφραση: Ικανότητα

Όρος: Competencies
Μετάφραση: Αρμοδιότητες

Συντομογραφία: CARACAL
Όρος: Competent Authorities for REACH and CLP
Μετάφραση: Αρμόδιες αρχές για τους κανονισμούς REACH και CLP

Συντομογραφία: CAR
Όρος: Competent Authority Report
Μετάφραση: Έκθεση της αρμόδιας αρχής

Συντομογραφία: CA
Όρος: Competent Authority
Μετάφραση: Αρμόδια Αρχή, Αρμόδιος φορέας

Όρος: Competent institution
Μετάφραση: Αρμόδιος φορέας

Όρος: Competent person
Μετάφραση: Αρμόδιο πρόσωπο

Όρος: Compilation engagement
Μετάφραση: Συντακτικό έργο (έργο σύνταξης)

Όρος: Complementarity
Μετάφραση: Συμπληρωματικότητα

Όρος: Complete reference
Μετάφραση: Πλήρης παραπομπή

Όρος: Complete run sequence
Μετάφραση: Πλήρης σειρά μετρήσεων

Όρος: Completed incineration
Μετάφραση: Ολοκληρωμένη αποτέφρωση

Όρος: Completed vehicle
Μετάφραση: Ολοκληρωμένο όχημα

Όρος: Completeness
Μετάφραση: Πληρότητα

Όρος: Completeness check
Μετάφραση: Έλεγχος πληρότητας

Όρος: Complex
Μετάφραση: Σύμπλοκο / σύνθετος

Συντομογραφία: CIPs
Όρος: Complex inorganic pigments
Μετάφραση: Σύνθετες ανόργανες χρωστικές

Όρος: Compliance
Μετάφραση: Συμμόρφωση

Όρος: compliance assurance
Μετάφραση: πιστοποίηση συμφωνίας

Όρος: Compliance assurance
Μετάφραση: Πιστοποίηση συμφωνίας (ραδιενεργό υλικό)

Όρος: Compliance assurance
Μετάφραση: Διασφάλιση της συμφωνίας

Συντομογραφία: CCH
Όρος: Compliance check
Μετάφραση: Έλεγχος συμμόρφωσης

Όρος: Compliance cost
Μετάφραση: Κόστος συμμόρφωσης

Όρος: Compliance testing
Μετάφραση: Έλεγχος συμμόρφωσης

Όρος: Complication of asbestos in the form of bronchial cancer
Μετάφραση: Επιπλοκή της αμιάντωσης από τον καρκίνο των βρόγχων

Όρος: Comply with the instructions for use
Μετάφραση: Ακολουθήστε τις οδηγίες χρήσης

Όρος: Component
Μετάφραση: Εξάρτημα, συστατικό Συστατικά μέρη

Όρος: Component
Μετάφραση: Συνθετικό (στοιχείο)

Όρος: Composite
Μετάφραση: Σύνθετος

Όρος: Composite IBC with plastic inner receptacle
Μετάφραση: Σύνθετο IBC με πλαστικό εσωτερικό δοχείο

Ακολουθήστε μας