Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Primary tabs
Βλέπετε τις εγγραφές : 601 - 650, σε σύνολο 915
Όρος: Anomer
Μετάφραση: Ανωμερές
Όρος: Anosmia
Μετάφραση: Ανοσμία
Όρος: Anoxia
Μετάφραση: Ανοξία
Όρος: Anthophyllite
Μετάφραση: Ανθοφυλλίτης
Όρος: Anthracene
Μετάφραση: Ανθρακένιο
Όρος: Anthracite
Μετάφραση: Ανθρακίτης
Όρος: Anthracosis
Μετάφραση: Ανθράκωση
Όρος: Anthranilic acid
Μετάφραση: Ανθρανιλικό οξύ
Όρος: Anthraquinone
Μετάφραση: Ανθρακινόνη
Όρος: Anthrone
Μετάφραση: Ανθρόνη
Όρος: Anthropometric data
Μετάφραση: Ανθρωπομετρικά δεδομένα
Όρος: Anti-inflammatories
Μετάφραση: Αντιφλεγμονώδη
Όρος: Antibacterial
Μετάφραση: Αντιβακτηριδιακό
Όρος: Antibacterial work socks
Μετάφραση: Αντιβακτηριακές κάλτσες εργασίας
Όρος: Antibiotic
Μετάφραση: Αντιβιοτικό
Όρος: Antibodies
Μετάφραση: Αντισώματα
Όρος: Anticoagulant
Μετάφραση: Αντιπηκτικό
Όρος: Anticorrosive coating
Μετάφραση: Αντιδιαβρωτικό επίστρωμα
Όρος: Antidote
Μετάφραση: Αντίδοτο
Όρος: Antifoamer or defoamer
Μετάφραση: Αντιαφριστικό ή αποαφριστικό
Όρος: antifreeze fluids
Μετάφραση: Αντιψυκτικά υγρά
Όρος: Antigen
Μετάφραση: Αντιγόνο
Όρος: Antiknock
Μετάφραση: Αντικροτικό
Όρος: Antimicrobial attributes
Μετάφραση: Αντιμικροβιακές ιδιότητες
Όρος: Antimony
Μετάφραση: Αντιμόνιο
Όρος: Antimony hydride see stibine
Μετάφραση: Στιβίνη, υδρίδιο του αντιμονίου
Συντομογραφία: ATO
Όρος: Antimony Trioxide
Μετάφραση: Τριοξείδιο του αντιμονίου
Όρος: Antineoplastic agent
Μετάφραση: Αντινεοπλασματικός παράγοντας
Όρος: Antioxidant
Μετάφραση: Αντιοξειδωτικό
Όρος: Antioxidant enzyme
Μετάφραση: Αντιοξειδωτικό ένζυμο
Όρος: Antipyrine see phenazone
Μετάφραση:
Όρος: Antiseptic
Μετάφραση: Αντισηπτικό
Όρος: Antistatic additive
Μετάφραση: Αντιστατικό πρόσθετο
Όρος: Antistatic gloves
Μετάφραση: Γάντια αντιστατικά
Όρος: Anxiety
Μετάφραση: Άγχος
Όρος: Anxiety disorders
Μετάφραση: Αγχώδεις διαταραχές
Όρος: Any other
Μετάφραση: Οποιαδήποτε άλλη
Όρος: Any supplementary information
Μετάφραση: Τυχόν συμπληρωματικές πληροφορίες
Όρος: Aorta
Μετάφραση: Αορτή
Όρος: Apnea
Μετάφραση: Άπνοια
Όρος: Apoenzyme
Μετάφραση: Αποένζυμο
Όρος: Apoptosis
Μετάφραση: Απόπτωση
Όρος: Apparatus
Μετάφραση: Συσκευή
Όρος: Apparatus with an internal source of release
Μετάφραση: Συσκευή με εσωτερική πηγή άπελευθέρωσης (έκλυσης)
Όρος: Appeal
Μετάφραση: Ένσταση, έκκληση, προσφυγή, έφεση
Όρος: Appearance
Μετάφραση: Όψη
Όρος: Applicability
Μετάφραση: Δυνατότητα εφαρμογής
Όρος: Applicant
Μετάφραση: Αιτών ή Προσφεύγων
Όρος: Applicant’s summary and conclusion
Μετάφραση: Περίληψη και συμπεράσματα αιτούντος
Όρος: Application
Μετάφραση: Εφαρμογή /αίτηση