Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 201 - 250, σε σύνολο 1013
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Selenium hydride see hydrogen selenide
Μετάφραση:

Όρος: Self –reactive substances
Μετάφραση: Αυτοαντιδρώσες ουσίες

Συντομογραφία: SADT
Όρος: Self-accelerating decomposition temperature
Μετάφραση: Θερμοκρασία αυτόεπιταχυνόμενης διάσπασης

Όρος: Self-assessment
Μετάφραση: Αυτοαξιολόγηση

Συντομογραφία: SCBA
Όρος: Self-contained breathing apparatus
Μετάφραση: Αυτόνομη αναπνευστική συσκευή

Όρος: Self-contained mask
Μετάφραση: Αυτόνομη, αυτοτελής μάσκα

Όρος: Self-employed
Μετάφραση: Αυτοαπασχολούμενος

Όρος: Self-employed person'
Μετάφραση: Ελεύθερος επαγγελματίας

Όρος: Self-heating in large quantities; may catch fire
Μετάφραση: Σε μεγάλες ποσότητες αυτοθερμαίνεται: μπορεί να αναφλεγεί

Όρος: Self-heating substance
Μετάφραση: Αυτοθερμενόμενη ουσία

Όρος: Self-heating: may catch fire
Μετάφραση: Αυτοθερμαίνεται: μπορεί να αναφλεγεί

Όρος: Self-heating: may catch fire
Μετάφραση: Αυτοθερμαίνεται: μπορεί να αναφλεγεί

Όρος: Self-inspection
Μετάφραση: Αυτοέλεγχος

Όρος: Self-operating ventilation valve
Μετάφραση: Αυτενεργή βαλβίδα εξαερισμού

Όρος: Self-reactive mixture
Μετάφραση: Αυτοαντιδρών μείγμα

Όρος: Self-reactive substance
Μετάφραση: Αυτενεργή ουσία Αυτοαντιδρώσα ουσία

Όρος: Self-rescue
Μετάφραση: Αυτοδιάσωση

Όρος: self−operating ventilation valve
Μετάφραση: αυτενεργή βαλβίδα εξαερισμού

Όρος: Semi-rigid hose
Μετάφραση: Ημιάκαμπτος σωλήνας

Όρος: Semicarbazide
Μετάφραση: Σεμικαρβαζίδιο

Όρος: Semicarbazone
Μετάφραση: Σεμικαρβαζόνη

Όρος: Semiconductor
Μετάφραση: Ημιαγωγός

Όρος: Seminar
Μετάφραση: Σεμινάριο

Όρος: Sendiment
Μετάφραση: Ίζημα

Όρος: Senior executive
Μετάφραση: Ανώτερο στέλεχος

Συντομογραφία: SLIC
Όρος: Senior Labour Inspectors Committee
Μετάφραση: Επιτροπή Ανώτερων Επιθεωρητών Εργασίας

Όρος: Sense organs
Μετάφραση: Αισθητήρια όργανα

Όρος: Sensitive protective equipment
Μετάφραση: Προστατευτικός εξοπλισμός με αισθητήρα

Όρος: Sensitiveness
Μετάφραση: Ευαισθησία

Όρος: Sensitivity
Μετάφραση: Ευαισθησία ή ευπάθεια

Όρος: Sensitivity analysis
Μετάφραση: Ανάλυση ευαισθησίας

Όρος: Sensitization
Μετάφραση: Ευαισθητοποίηση

Όρος: Sensitizer
Μετάφραση: Ευαισθητοποιητής

Όρος: Sensitizing
Μετάφραση: Ευαισθητοποιητικό

Όρος: Sensitizing substance
Μετάφραση: Ευαισθητοποιητική ουσία

Όρος: Sensor
Μετάφραση: Αισθητήρας

Όρος: Sensory organs
Μετάφραση: Αισθητήρια όργανα

Όρος: separate collection
Μετάφραση: χωριστή συλλογή

Όρος: separated lymphocytes
Μετάφραση: Διαχωρισμένα λεμφοκύτταρα

Όρος: Separation
Μετάφραση: Διαχωρισμός

Όρος: Sequesterant
Μετάφραση: Δεσμευτικό μέσο

Όρος: Serial correlation
Μετάφραση: Σειριακή συσχέτιση

Όρος: Serine
Μετάφραση: Σερίνη

Όρος: Serine endopeptidases
Μετάφραση: Ενδοπεπτιδάσες σερίνης

Όρος: Serine or 2-amino-3-hydroxypropanoic acid
Μετάφραση: Σερίνη

Όρος: Serious casualty
Μετάφραση: Σοβαρό ατύχημα

Όρος: Serious damage to eyes
Μετάφραση: Σοβαρή οφθαλμική βλάβη

Συντομογραφία: SIR
Όρος: Serious event report
Μετάφραση: Έκθεση για σοβαρά συμβάντα

Όρος: Serious eye damage
Μετάφραση: Σοβαρή οφθαλμική βλάβη

Όρος: Serious eye irritation
Μετάφραση: Σοβαρός ερεθισμός των οφθαλμών

Ακολουθήστε μας