Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 301 - 350, σε σύνολο 770
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Equipment category
Μετάφραση: Κατηγορία συσκευών

Όρος: Equipment design
Μετάφραση: Σχεδιασμός εξοπλισμού

Όρος: Equipment for chemical processes
Μετάφραση: Συσκευές χημικής επεξεργασίας

Όρος: Equipment for heat treatment
Μετάφραση: Συσκευές θερμικής επεξεργασίας

Όρος: Equipment for raising persons
Μετάφραση: Εξοπλισμοί ανέλκυσης ατόμων

Όρος: Equipment for the lifting of persons
Μετάφραση: Εξοπλισμός για την ανύψωση προσώπων

Όρος: Equipment group
Μετάφραση: Ομάδες συσκευών

Συντομογραφία: ATEX
Όρος: Equipment intended for use in potentially explosive atmospheres
Μετάφραση: Εξοπλισμός που προορίζεται για χρήση σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες

Όρος: Equipment modification
Μετάφραση: Μετατροπή εξοπλισμού

Όρος: Equipment replacement
Μετάφραση: Αντικατάσταση εξοπλισμού

Όρος: Equipment testing
Μετάφραση: Δοκιμή εξοπλισμού

Όρος: Equivalent
Μετάφραση: Ισοδύναμο

Όρος: Equivalent continuous noise level
Μετάφραση: Ισοδύναμη συνεχής στάθμη θορύβου

Όρος: Equivalent dose
Μετάφραση: Ισοδύναμη δόση

Όρος: Equivalent level
Μετάφραση: Ισοδύναμη στάθμη

Όρος: Equivocal
Μετάφραση: Αμφίβολο

Όρος: Erbium
Μετάφραση: Έρβιο

Όρος: Ergocalciferol or calciferol or vitamin D2
Μετάφραση: Εργοκαλσιφερόλη ή καλσιφερόλη ή βιταμίνη D2

Όρος: Ergonomic design principles
Μετάφραση: Αρχές εργονομικού σχεδιασμού

Όρος: Ergonomic factors
Μετάφραση: Εργονομικοί παράγοντες

Όρος: Ergonomic hazards
Μετάφραση: Εργονομικοί κίνδυνοι

Όρος: Ergonomical
Μετάφραση: Εργονομικός

Όρος: Ergonomics
Μετάφραση: Εργονομία

Όρος: Ergonomics of the thermal environment
Μετάφραση: Εργονομία θερμικού περιβάλλοντος

Όρος: Ergonomist
Μετάφραση: Εργονόμος

Όρος: Ergosterol
Μετάφραση: Εργοστερόλη

Όρος: Error
Μετάφραση: Λάθος, Σφάλμα

Όρος: Error message
Μετάφραση: Μήνυμα σφάλματος

Όρος: Error or mistake
Μετάφραση: Σφάλμα ή λάθος

Όρος: Erucic acid
Μετάφραση: Ερουκικό οξύ

Όρος: Erucic acid, 3-docosenoic acid
Μετάφραση: Ερουκικό οξύ

Όρος: Erythema
Μετάφραση: Ερύθημα

Όρος: Erythrose
Μετάφραση: Ερυθρόζη

Όρος: Escalator
Μετάφραση: Κυλιόμενη κλίμακα

Όρος: Escape device
Μετάφραση: Συσκευή διαφυγής

Όρος: Escape plan
Μετάφραση: Σχέδιο διαφυγής

Όρος: Esophagus
Μετάφραση: Οισοφάγος

Συντομογραφία: EHSRs
Όρος: Essential Health and Safety Requirements
Μετάφραση: Βασικές απαιτήσεις ασφάλειας και υγείας

Όρος: Essential oils
Μετάφραση: Αρωματικά έλαια

Όρος: Establishment
Μετάφραση: Δημιουργία (π.χ. θεσμού) / Μονάδα/ Εγκατάσταση (δραστηριότητας), Εγκαταστάσεις (κτηριακές)

Όρος: Ester
Μετάφραση: Εστέρας

Όρος: Ester gum
Μετάφραση: Εστερική γόμα, Εστερικό κόμμι

Όρος: Estimate
Μετάφραση: Εκτίμημα

Όρος: Estimated concentration three
Μετάφραση: Εκτιμώμενη συγκέντρωση τρία

Όρος: Estimated concentration threshold
Μετάφραση: Τιμή κατωφλίου εκτιμώμενης συγκέντρωσης

Όρος: Estimated quantities
Μετάφραση: Εκτιμώμενες ποσότητες

Όρος: Estimated value
Μετάφραση: Εκτιμώμενη τιμή

Συντομογραφία: EASE
Όρος: Estimation and assessment of substance exposure
Μετάφραση:

Όρος: Estrogen
Μετάφραση: Οιστρογόνο

Όρος: Estrone
Μετάφραση: Οιστρόνη

Ακολουθήστε μας