Τα βιομηχανικά ατυχήματα μεγάλης έκτασης (ΒΑΜΕ) σχετίζονται με εγκαταστάσεις που διαχειρίζονται μεγάλες ποσότητες επικίνδυνων ουσιών, εύφλεκτων, εκρηκτικών ή τοξικών. Στην περίπτωση αστοχίας ενός συστήματος κανονικής λειτουργίας ή ασφάλειας μπορεί να προκληθεί μεγάλη διαρροή τοξικών ουσιών στην ατμόσφαιρα, πυρκαγιά, έκρηξη ή συνδυασμός αυτών των φαινομένων.
Η ΚΥΑ 172058/2016 καθορίζει τους κανόνες και τα μέτρα για την αντιμετώπιση κινδύνων από ατυχήματα μεγάλης έκτασης σε εγκαταστάσεις ή μονάδες, λόγω της ύπαρξης επικίνδυνων ουσιών.
Σύμφωνα με τον ορισμό που δίνεται στην εν λόγω ΚΥΑ, ως «μεγάλο ατύχημα» ορίζεται ένα συμβάν, όπως μεγάλη διαρροή, πυρκαγιά ή έκρηξη που προκύπτει από ανεξέλεγκτες εξελίξεις κατά τη λειτουργία οποιασδήποτε εγκατάστασης που υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής της ΚΥΑ, το οποίο προκαλεί σοβαρούς κινδύνους, άμεσους ή απώτερους, για την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον, εντός ή εκτός της εγκατάστασης και σχετίζεται με μία ή περισσότερες επικίνδυνες ουσίες.
Για την πρόληψη και αντιμετώπιση βιομηχανικών ατυχημάτων μεγάλης έκτασης (ΒΑΜΕ) που σχετίζονται με εγκαταστάσεις που διαχειρίζονται μεγάλες ποσότητες επικίνδυνων ουσιών (εύφλεκτων, εκρηκτικών, τοξικών) εφαρμόζεται ειδική νομοθεσία. Πρόκειται για την ΚΥΑ 172058/2016 με την οποία η χώρα μας ενσωματώνει την ευρωπαϊκή οδηγία Seveso III.
Στο πεδίο εφαρμογής της ΚΥΑ περιλαμβάνονται εγκαταστάσεις που διαχειρίζονται μεγάλες ποσότητες επικίνδυνων ουσιών σε συγκεκριμένες ποσότητες και άνω. Εξαιρούνται ορισμένες δραστηριότητες (π.χ. μεταφορά μέσω αγωγών, μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων, στρατιωτικές εγκαταστάσεις, πλατφόρμες εξόρυξης κ.ά. που καλύπτονται από άλλους κανονισμούς).
Η ΚΥΑ περιλαμβάνει συγκεκριμένες υποχρεώσεις του φορέα εκμετάλλευσης της εγκατάστασης, καθώς και των εμπλεκομένων αρχών, σχετικά με την πρόληψη των ΒΑΜΕ, τον σχεδιασμό έκτακτης ανάγκης, τον σχεδιασμό χρήσεων γης, την ανταλλαγή πληροφοριών κ.ά.
Αναλυτικότερα, βλ. σχετική νομοθεσία.
Στην ΚΥΑ 172058/2016 με την οποία ενσωματώθηκε η ευρωπαϊκή οδηγία Seveso III στην Ελλάδα, εντάσσονται οι εγκαταστάσεις ή μονάδες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της και στις οποίες υπάρχουν ποσότητες επικίνδυνων ουσιών μεγαλύτερες ή ίσες από αυτές που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι της ΚΥΑ (Μέρος 1 ή Μέρος 2), χρησιμοποιώντας, όπου έχει εφαρμογή, τον αθροιστικό κανόνα που καθορίζεται στη σημείωση 4 του παραρτήματος Ι.
Αναλυτικότερα, βλ. σχετική νομοθεσία.
Σύμφωνα με την ΚΥΑ 172058/2016:
- «εγκατάσταση κατώτερης βαθμίδας» είναι η εγκατάσταση όπου υπάρχουν επικίνδυνες ουσίες σε ποσότητες ίσες ή μεγαλύτερες των ποσοτήτων που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι μέρος 1 στήλη 2 ή στο παράρτημα Ι μέρος 2 στήλη 2, αλλά μικρότερες των ποσοτήτων που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι μέρος 1 στήλη 3 ή στο παράρτημα Ι μέρος 2 στήλη 3, χρησιμοποιώντας, όπου έχει εφαρμογή, τον αθροιστικό κανόνα που καθορίζεται στη σημείωση 4 του παραρτήματος Ι της ΚΥΑ
- «εγκατάσταση ανώτερης βαθμίδας» είναι η εγκατάσταση όπου υπάρχουν επικίνδυνες ουσίες σε ποσότητες ίσες ή μεγαλύτερες των ποσοτήτων που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι μέρος 1 στήλη 3 ή στο παράρτημα Ι μέρος 2 στήλη 3, χρησιμοποιώντας, όπου έχει εφαρμογή, τον αθροιστικό κανόνα που καθορίζεται στη σημείωση 4 του παραρτήματος Ι της ΚΥΑ.
Αναλόγως του αν η εγκατάσταση χαρακτηρίζεται ως ανώτερης ή κατώτερης βαθμίδας, διαφοροποιούνται οι υποχρεώσεις του φορέα της εκμετάλλευσης. Για παράδειγμα, οι φορείς εκμετάλλευσης ανώτερης βαθμίδας υποχρεούνται, μεταξύ άλλων, να υποβάλλουν στην αδειδοτούσα αρχή Μελέτη Ασφάλειας και Εσωτερικό Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης. Επίσης, στην περίπτωση εγκατάστασης ανώτερης βαθμίδας υπάρχει πρόβλεψη εκπόνησης Ειδικού ΣΑΤΑΜΕ από την Αυτοτελή Δ/νση Πολιτικής Προστασίας της οικείας Περιφέρειας (εξωτερικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης).
Αναλυτικότερα, βλ. σχετική νομοθεσία.