Attachment | Size |
---|---|
ΦΕΚ 138Β_1991 | 242.06 KB |
1. Τις διατάξεις του άρθ. 1 του Ν. 1338/83 «Εφαρµογή του Κοινοτικού ∆ικαίου» (ΦΕΚ 34Α/1983) όπως τροποποιήθηκε και συµπληρώθηκε µε το άρθρο 6 του Ν. 1440/84 «Συµµετοχή της Ελλάδας στο κεφάλαιο, στα αποθεµατικά και τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων κλπ.» (ΦΕΚ 70Α/1984).
2. Τις διατάξεις των άρθρων 8 (παρ. 2α) 10 (παρ. 2) 28.29 και 30 του Ν. 1650/86 «Για την προστασία του Περιβάλλοντος» (ΦΕΚ 160΄/1986), όπως το τελευταίο αυτό άρθρο τροποποιήθηκε µε το άρθρο 98 (παρ. 12) του Ν. 1892/1990 «Για τον εκσυγχρονισµό και την ανάπτυξη και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 101Α/1990).
3. Τις διατάξεις των άρθρων 23 (παρ. 1) και 24 του Ν. 1558/85 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα»(ΦΕΚ 137Α/85) και των άρθρων 9 και 13 του Π.∆ 437/1985 «Καθορισµός και ανακατανοµή των αρµοδιοτήτων των Υπουργείων» (ΦΕΚ 157Α/1985).
4. Τις διατάξεις του Ν. 1515/1985 «Ρυθµιστικό σχέδιο και πρόγραµµα προστασία περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής της Αθήνας» (ΦΕΚ 18Α/1985) και του Ν. 1561/1985 «Ρυθµιστικό σχέδιο και πρόγραµµα προστασία περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής της Θεσσαλονίκης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 148Α/1985) και ειδικότερα τις διατάξεις των άρθρων 11 (παρ. 2, 3 και 12) των άρθρων 13 των Νόµων αυτών, όπως τα τελευταία τροποποιήθηκαν µε τις διατάξεις του άρθρου 31 παρ. 6 και 7 του Ν. 1650/86.
5. Την οδηγία 87/217/ΕΟΚ του Συµβουλίου της 19ης Μαρτίου 1987 των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
6. Την υπ’αριθ. 69269/5387/1990 Κοινή Υπουργική Απόφαση «Κατάταξη έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες, περιεχόµενο µελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ)....και λοιπές συναφείς διατάξεις, σύµφωνα µε το Ν. 1650/86» (ΦΕΚ 678Β/90).
7. Την υπ’αριθ. 75308/5512/1990 κοινή Υπουργική απόφαση «Καθορισµός τρόπου ενηµέρωσης των πολιτών και φορέων εκπροσώπησής τους για το περιεχόµενο της µελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων των έργων και δραστηριοτήτων σύµφωνα µε την παρ. 2 του άρθρου 5 του Ν. 1650/86» (ΦΕΚ 691Β).
8. Την υπ’αριθ. 59388/3363/1988 απόφαση «Τρόπος, όργανα και διαδικασία επιβολής και είσπραξης των διοικητικών προστίµων του άρθρου 30 του ν. 1650/86» (ΦΕΚ 638Β/88).
9. Το Π.∆. 70α/1988 «Προστασία των εργαζοµένων που εκτίθενται σε αµίαντο κατά την εργασία» (ΦΕΚ 31Α).
10. Την υπ'αριθ. Υ 1202/90 απόφαση του Πρωθυπουργού περί καθορισµού αρµοδιοτήτων Αναπλ. Υπ.Εθν.Οικονοµίας όπως συµπληρώθηκε µε την Υ1250/91.
11. Την υπ'αριθ. Υ1074/90 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και Υπουργού Βιοµ.Εν. και Τεχν. περί καθορισµού αρµοδιοτήτων του Υπουργού Βιοµηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, αποφασίζουµε:
Με την απόφαση αυτή αποσκοπείται η εφαρµογή των διατάξεων των άρθρων 8 (παρ. 2α) και 10 (παρ. 2) του Ν. 1650/86 και συγχρόνως η εναρµόνιση µε τις διατάξεις της υπ’αριθ. 87/217/ΕΟΚ οδηγίας του Συµβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 19ης Μαρτίου 1987 «σχετικά µε την πρόληψη και την µείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος από τον αµίαντο» που έχει δηµοσιευθεί στην ελληνική γλώσσα στην επίσηµη εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (L85 σελ. 40 της 28.3.1987), ώστε µε την θέσπιση των κατάλληλων µέτρων, όρων και περιορισµών να περιορίζονται οι δυσµενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον από τις εκποµπές αµιάντου και να προστατεύεται αποτελεσµατικά η ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον.
1. Για την εφαρµογή της Παρούσας Απόφασης νοούνται ως:
α. «Αµίαντος»: Τα ακόλουθα ινώδη πυριτικά ορυκτά:
- ο κροκιδόλιθος (κυανούς αµίαντος)
- ο ακτινόλιθος
- ανθοφυλλίτης
- ο χρυσότιλος (λευκός αµίαντος)
- ο αµοσίτης (φαιός αµίαντος)
- τρεµολίτης
- και κάθε µίγµα, που αποτελείται από συνδυασµό αυτών.
β. «Ακατέργαστος αµίαντος»: το προϊόν, που εξάγεται από την πρώτη θραύση του αµιαντοµεταλλεύµατος.
γ. «Χρησιµοποίηση του αµιάντου»: οι δραστηριότητες, που συνεπάγονται το χειρισµό ποσότητας µεγαλύτερης από 100 χιλιόγραµµα ακατέργαστου αµίαντου ετησίως και αναφέρονται:
- Στην εξαγωγή ακατέργαστου αµιάντου από αµιαντοµετάλλευµα, εξαιρουµένης κάθε διεργασίας άµεσα συνδεδεµένης µε την εξόρυξη του µεταλλεύµατος ή και
- Στη βιοµηχανική παραγωγή και τελική επεξεργασία των ακολούθων προϊόντων που περιέχουν ακατέργαστο αµίαντο: αµιαντοτσιµέντο ή προϊόντα αµιαντοτσιµέντου, υλικά τριβής από αµίαντο, διηθητικά υλικά από αµίαντο, υφάνσιµες ύλες αµιάντου, αµιαντόχαρτο και αµιαντοσανίδες, υλικά αρµολόγησης, συσκευασίας και ενίσχυσης από αµίαντο, καλλύµατα δαπέδου από αµίαντο, υλικά πληρώσεως από αµίαντο.
δ.«Κατεργασία προϊόντων που περιέχουν αµίαντο»: οι δραστηριότητες εκτός από την χρησιµοποίηση αµιάντου οι οποίες ενδέχεται να αποδεσµεύουν στο περιβάλλον αµίαντο.
ε. «Απόβλητα»: κάθε ουσία ή αντικείµενο, από το οποίο ο κάτοχός του απαλλάσσεται ή προτίθεται, ή υποχρεώνεται να απαλλαγεί, προκειµένου αυτό να διατεθεί κατά ελεγχόµενο τρόπο για την προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας.
στ. «Εύθρυπτα υλικά µε αµίαντο»: τα υλικά εκείνα που περιέχουν µη σταθερά εγκλωβισµένο αµίαντο έτσι ώστε σε ενδεχόµενη µηχανική καταπόνησή τους, να µπορούν εύκολα να απελευθερώνουν ίνες ή σκόνη αµιάντου στο περιβάλλον.
2. Η παρούσα απόφαση εφαρµόζεται µε την επιφύλαξη των διατάξεων του Π.∆/τος 70α/1988 (ΦΕΚ 31Α/88).
1. Για κάθε έργο ή δραστηριότητα, που περιλαµβάνει χρησιµοποίηση αµιάντου ή κατεργασία προϊόντων που περιέχουν αµίαντο, απαιτείται έγκριση περιβαλλοντικών όρων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 (παρ. 1,2 και 3) του Ν. 1650/86 που χορηγείται κατά περίπτωση, ανάλογα εάν το έργο ή η δραστηριότητα είναι Α' ή Β' κατηγορίας, µε κοινή απόφαση των Υπουργών ΠΕΧΩ∆Ε Βιοµηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ή µε απόφαση του οικείου Νοµάρχη, σύµφωνα µε την διαδικασία που καθορίζεται στις σχετικές διατάξεις της υπ'αριθ. 69269/5387/1990 κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΦΕΚ 678Β/90).
2. Η αρµόδια για την έγκριση των περιβαλλοντικών όρων αρχή, σύµφωνα µε την προηγούµενη παράγραφο, µεριµνά ώστε τα µέτρα, στα οποία αναφέρεται η προαναφερόµενη απόφαση της έγκρισης αυτής, να αποβλέπουν στον περιορισµό στην πηγή, εφόσον αυτό είναι εύλογα εφικτό, και στην πρόληψη των εκποµπών αµιάντου στον αέρα, στα υγρά απόβλητα αµιάντου και στα στερεά απόβλητα αµιάντου.
Στην περίπτωση χρησιµοποίησης αµιάντου τα µέτρα αυτά συνεπάγονται την χρησιµοποίηση της καλύτερης διαθέσιµης τεχνολογίας που δεν συνεπάγεται υπερβολικό οικονοµικό κόστος, συµπεριλαµβανοµένης, οπότε ενδείκνυται, της ανακύκλωσης, ή της επεξεργασίας.
3. Οριακή τιµή για τις εκποµπές αµιάντου στην ατµόσφαιρα.
α. Με την επιφύλαξη της προηγούµενης παραγράφου (2) , στην απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων για τη χρησιµοποίηση αµιάντου προβλέπεται εκτός των άλλων και η επιβολή ανώτατης επιτρεπόµενης οριακής τιµής συγκέντρωσης αµιάντου, που εκπέµπεται στην ατµόσφαιρα, µέσω συστήµατος απαγωγής από κάποια σηµειακή πηγή εκποµπής. Η οριακή αυτή τιµή καθορίζεται σε 0,1 mg/Nm2 (χιλιοστόγραµµα αµιάντου ανά κανονικό κυβικό µέτρο αερίων αποβλήτων) µετρούµενη πριν από την έξοδο των απαερίων στην ατµόσφαιρα. Σε περίπτωση ανακύκλωσης των αερίων αποβλήτων στο εργασιακό περιβάλλον
ισχύουν οι διατάξεις του άρθρο 12 του Π.∆. 70α/88.
β. Είναι δυνατόν στην απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων για την χρησιµοποίηση αµιάντου να µην επιβάλλεται η προβλεπόµενη στο προηγούµενο εδάφιο (α) οριακή τιµή για ένα συγκεκριµένο έργο ή δραστηριότητα, που εκπέµπει συνολικά λιγότερα από 5.000 m3 αερίων αποβλήτων την ώρα, εφόσον η εκποµπή αµιάντου στον αέρα δεν υπερβαίνει τα 0,5 g/ώρα οποτεδήποτε και υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας.
Πάντως στην περίπτωση αυτή η έγκριση των περιβαλλοντικών όρων χορηγείται από την κατά περίπτωση αρµόδια αρχή (παρ.1) µόνον εφόσον διασφαλίζεται ότι δεν θα προκύψει υπέρβαση των ορίων που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο (β).
γ. Υπέρβαση της οριακής τιµής, που αναφέρεται στο εδάφιο (α) της παραγράφου αυτής επιτρέπεται µόνο σε περιπτώσεις βλάβης του συστήµατος αποκονίωσης ή ανώµαλης λειτουργίας του τµήµατος της παραγωγής από το οποίο προκύπτει η αντίστοιχη εκποµπή αµιάντου. Η υπέρβαση αυτή δεν επιτρέπεται να διαρκεί περισσότερο από 30 συνεχόµενα λεπτά της ώρας για κάθε µία περίπτωση. Η συνολική διάρκεια υπερβάσεων, για περίοδο ενός µηνός, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα 120 λεπτά της ώρας.
4. Οριακή τιµή και µέτρα για τις εκποµπές αµιάντου στα υγρά απόβλητα.
Η έγκριση των περιβαλλοντικών όρων για ένα έργο ή δραστηριότητα χορηγείται από την κατά περίπτωση αρµόδια αρχή σύµφωνα µε την παρ. 1 του παρόντος άρθρου, µόνον εφόσον τηρούνται οι εξής προϋποθέσεις:
α. Πραγµατοποίηση ανακύκλωσης των υγρών αποβλήτων που προέρχονται από την παραγωγή αµιαντοτσιµένου. Εάν η ανακύκλωση αυτή δεν είναι οικονοµικά εφικτή, η διάθεση των υγρών αποβλήτων που περιέχουν αµίαντο πρέπει να γίνεται κατά τρόπον ώστε να ελαχιστοποιείται η ρύπανση του υδάτινου περιβάλλοντος και άλλων φυσικών αποδεκτών συµπεριλαµβανοµένου και του αέρα.
Για το σκοπό αυτό τα µέτρα στα οποία αναφέρεται η απόφαση της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων περιλαµβάνουν εκτός των άλλων και :
- την ανώτατη επιτρεπόµενη οριακή τιµή των 30g αιωρουµένων σωµατιδίων ανά m3 απορριπτοµένων υγρών αποβλήτων.
- τον επιτρεπόµενο όγκο των απορρίψεων υγρών αποβλήτων στο υδάτινο περιβάλλον ή την επιτρεπόµενη συνολική ποσότητα αιωρούµενων σωµατιδίων απορριπτόµενων ανά τόνο παραγωγής, λαµβανοµένης υπόψη της ειδικής κατάστασης της εγκατάστασης.
Οι ως άνω οριακές τιµές εφαρµόζονται στο σηµείο εξόδου των αποβλήτων από τις εγκαταστάσεις του συγκεκριµένου έργου ή δραστηριότητας.
β. Πραγµατοποίηση πλήρους ανακύκλωσης των υγρών αποβλήτων που προέρχονται από την παραγωγή αµιαντοχάρτου ή αµιαντοσανίδων. Στην περίπτωση αυτή είναι δυνατόν στην απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων, να προβλέπεται ότι κατ’εξαίρεση είναι επιτρεπτή κατά τις συνήθεις εργασίες καθαρισµού ή συντήρησης της εγκατάστασης , η απόρριψη υγρών αποβλήτων που δεν περιέχουν περισσότερο από 30g αιωρουµένων σωµατιδίων ανά m3 υγρών αποβλήτων.
5. Σε δραστηριότητες που συνδέονται µε την κατεργασία προϊόντων που περιέχουν αµίαντο η προβλεποµένη στην παρ. 1 του άρθρου αυτού έγκριση περιβαλλοντικών όρων χορηγείται µόνο εφόσον διασφαλίζεται, ότι οι δραστηριότητες αυτές δεν προκαλούν σηµαντική ρύπανση του περιβάλλοντος από ίνες ή σκόνη αµιάντου.
α. Με την επιφύλαξη της προηγούµενης παραγράφου (2) , στην απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων για τη χρησιµοποίηση αµιάντου προβλέπεται εκτός των άλλων και η επιβολή ανώτατης επιτρεπόµενης οριακής τιµής συγκέντρωσης αµιάντου, που εκπέµπεται στην ατµόσφαιρα, µέσω συστήµατος απαγωγής από κάποια σηµειακή πηγή εκποµπής. Η οριακή αυτή τιµή καθορίζεται σε 0,1 mg/Nm2 (χιλιοστόγραµµα αµιάντου ανά κανονικό κυβικό µέτρο αερίων αποβλήτων) µετρούµενη πριν από την έξοδο των απαερίων στην ατµόσφαιρα. Σε περίπτωση ανακύκλωσης των αερίων αποβλήτων στο εργασιακό περιβάλλον
ισχύουν οι διατάξεις του άρθρο 12 του Π.∆. 70α/88.
β. Είναι δυνατόν στην απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων για την χρησιµοποίηση αµιάντου να µην επιβάλλεται η προβλεπόµενη στο προηγούµενο εδάφιο (α) οριακή τιµή για ένα συγκεκριµένο έργο ή δραστηριότητα, που εκπέµπει συνολικά λιγότερα από 5.000 m3 αερίων αποβλήτων την ώρα, εφόσον η εκποµπή αµιάντου στον αέρα δεν υπερβαίνει τα 0,5 g/ώρα οποτεδήποτε και υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας.
Πάντως στην περίπτωση αυτή η έγκριση των περιβαλλοντικών όρων χορηγείται από την κατά περίπτωση αρµόδια αρχή (παρ.1) µόνον εφόσον διασφαλίζεται ότι δεν θα προκύψει υπέρβαση των ορίων που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο (β).
γ. Υπέρβαση της οριακής τιµής, που αναφέρεται στο εδάφιο (α) της παραγράφου αυτής επιτρέπεται µόνο σε περιπτώσεις βλάβης του συστήµατος αποκονίωσης ή ανώµαλης λειτουργίας του τµήµατος της παραγωγής από το οποίο προκύπτει η αντίστοιχη εκποµπή αµιάντου. Η υπέρβαση αυτή δεν επιτρέπεται να διαρκεί περισσότερο από 30 συνεχόµενα λεπτά της ώρας για κάθε µία περίπτωση. Η συνολική διάρκεια υπερβάσεων, για περίοδο ενός µηνός, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα 120 λεπτά της ώρας.
Η έγκριση των περιβαλλοντικών όρων για ένα έργο ή δραστηριότητα χορηγείται από την κατά περίπτωση αρµόδια αρχή σύµφωνα µε την παρ. 1 του παρόντος άρθρου, µόνον εφόσον τηρούνται οι εξής προϋποθέσεις:
α. Πραγµατοποίηση ανακύκλωσης των υγρών αποβλήτων που προέρχονται από την παραγωγή αµιαντοτσιµένου. Εάν η ανακύκλωση αυτή δεν είναι οικονοµικά εφικτή, η διάθεση των υγρών αποβλήτων που περιέχουν αµίαντο πρέπει να γίνεται κατά τρόπον ώστε να ελαχιστοποιείται η ρύπανση του υδάτινου περιβάλλοντος και άλλων φυσικών αποδεκτών συµπεριλαµβανοµένου και του αέρα.
Για το σκοπό αυτό τα µέτρα στα οποία αναφέρεται η απόφαση της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων περιλαµβάνουν εκτός των άλλων και :
- την ανώτατη επιτρεπόµενη οριακή τιµή των 30g αιωρουµένων σωµατιδίων ανά m3 απορριπτοµένων υγρών αποβλήτων.
- τον επιτρεπόµενο όγκο των απορρίψεων υγρών αποβλήτων στο υδάτινο περιβάλλον ή την επιτρεπόµενη συνολική ποσότητα αιωρούµενων σωµατιδίων απορριπτόµενων ανά τόνο παραγωγής, λαµβανοµένης υπόψη της ειδικής κατάστασης της εγκατάστασης.
Οι ως άνω οριακές τιµές εφαρµόζονται στο σηµείο εξόδου των αποβλήτων από τις εγκαταστάσεις του συγκεκριµένου έργου ή δραστηριότητας.
β. Πραγµατοποίηση πλήρους ανακύκλωσης των υγρών αποβλήτων που προέρχονται από την παραγωγή αµιαντοχάρτου ή αµιαντοσανίδων. Στην περίπτωση αυτή είναι δυνατόν στην απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων, να προβλέπεται ότι κατ’εξαίρεση είναι επιτρεπτή κατά τις συνήθεις εργασίες καθαρισµού ή συντήρησης της εγκατάστασης , η απόρριψη υγρών αποβλήτων που δεν περιέχουν περισσότερο από 30g αιωρουµένων σωµατιδίων ανά m3 υγρών αποβλήτων.
1. Ο υπεύθυνος κάθε έργου ή δραστηριότητας, που περιλαµβάνει χρησιµοποίηση του αµιάντου ή κατεργασία προϊόντων που περιέχουν αµίαντο, υποχρεούται να λαµβάνει κάθε αναγκαίο και πρόσφορο µέτρο για την πρόληψη των εκποµπών αµίαντου στα αέρια και υγρά απόβλητα, και την τήρηση των οριακών τιµών που αναφέρονται στο άρθρο 3 της παρούσας απόφασης.
Από τα µέτρα αυτά αναφέρονται ιδιαίτερα τα προβλεπόµενα στο άρθρο 4 του Π.∆. 70α/1988 (ΦΕΚ 31/Α) ως προς την προστασία του ευρύτερου περιβάλλοντος, και είναι τα ακόλουθα:
α. Η ποσότητα αµιάντου, που χρησιµοποιείται σε κάθε περίπτωση, πρέπει να περιορίζεται στην ελάχιστη αναγκαία ποσότητα. Ιδιαίτερα η χρήση του κροκιδόλιθου πρέπει να αποφεύγεται κατά το δυνατόν και να επιδιώκεται η αντικατάστασή του από άλλα υλικά λιγότερο επικίνδυνα, όσο αυτό είναι πρακτικά εφικτό.
β. Πρέπει να σχεδιάζονται µέθοδοι και διαδικασίες εργασίας, ώστε να µην απελευθερώνεται σκόνη αµιάντου στην ατµόσφαιρα. Αν τούτο δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί, η σκόνη πρέπει να δεσµεύεται όσο το δυνατόν πλησιέστερα στο σηµείο εκποµπής της.
γ. Ο αµίαντος ή τα µίγµατα που περιέχουν ελεύθερο αµίαντο, πρέπει να αποθηκεύονται και να διακινούντα µέσα σε κατάλληλες κλειστές συσκευασίες, επισηµασµένες σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 15 του Π.∆. 70α/88.
δ. Απαγορεύεται η εφαρµογή του αµιάντου µε την µέθοδο του ψεκασµού (spray) εξαιρουµένων των ασφαλτούχων ενώσεων που περιέχουν αµίαντο και προορίζονται για ψεκασµό του κάτω µέρους του πλαισίου των αυτοκινήτων για προστασία του από την διάβρωση.
ε. Όσο είναι τεχνικά δυνατό, οι διάφορες κατεργασίες ή χρήσεις του αµιάντου πρέπει να διενεργούνται µε υγρές µεθόδους, ώστε να περιορίζεται στο ελάχιστο η δηµιουργία και η διασπορά σκόνης στο περιβάλλον.
στ. Η αφαίρεση του αµιάντου ή των πρώτων υλών, που περιέχουν ελεύθερο αµίαντο, από τους σάκκους ή δοχεία συσκευασίας, κατά την οποία είναι δυνατή η διασπορά του στο περιβάλλον, πρέπει να διενεργείται, όσο είναι πρακτικά δυνατό, σε κατάλληλα κλειστά τµήµατα µε ισχυρό τοπικό εξαερισµό και εφοδιασµένα µε κατάλληλο σύστηµα αποκονίωσης, ώστε να αποφεύγεται η διαφυγή σκόνης στο περιβάλλον.
ζ. Όλα τα κτίρια, οι εγκαταστάσεις και ο εξοπλισµός, που χρησιµοποιούνται για την αποθήκευση ή κατεργασία του αµιάντου, πρέπει να καθαρίζονται και να συντηρούνται αποτελεσµατικά και τακτικά. Ειδικότερα, ο καθαρισµός πρέπει να διενεργείται, όσο είναι πρακτικό δυνατόν, µε κατάλληλο σύστηµα δηµιουργίας κενού ή άλλη κατάλληλη µέθοδο, ώστε να αποφεύγεται η δηµιουργία και διασπορά σκόνης αµιάντου στο περιβάλλον.
2. Ο υπεύθυνος κάθε εγκατάστασης που έχει την υποχρέωση τήρησης των οριακών τιµών εκποµπών του άρθρου 3 της παρούσας απόφασης οφείλει να τηρεί βιβλίο µετρήσεων, στο οποίο να καταγραφεί επίσης και να αιτιολογεί τις σηµειούµενες υπερβάσεις της επιτρεπόµενης οριακής τιµής εκποµπής. Το βιβλίο αυτό πρέπει να είναι διαθέσιµο για θεώρηση σε οποιονδήποτε διενεργούµενο έλεγχο από τις αρµόδιες υπηρεσίες του ∆ηµόσιου.
3.Ο υπεύθυνος κάθε εγκατάστασης χρησιµοποίησης αµιάντου υποχρεούται στη διενέργεια µετρήσεων των εκποµπών αµιάντου στα αέρια απόβλητά της τουλάχιστον µια φορά το χρόνο και στα υγρά απόβλητά της τουλάχιστον κάθε 6 µήνες και στη γνωστοποίηση µε αντίστοιχη συχνότητα των αποτελεσµάτων των µετρήσεων αυτών στην αρµόδια για την έγκριση των περιβαλλοντικών όρων αρχή σύµφωνα µε την παρ. 1 του άρθρου 3 της παρούσας απόφασης.
1. Ως προς τις εκποµπές αµιάντου στην ατµόσφαιρα:
Για τον έλεγχο τήρησης των οριακών τιµών εκποµπών που προβλέπονται στην παρ. 3 του άρθρου 3 της παρούσας απόφασης:
α. πραγµατοποιούνται τακτικές µετρήσεις µε τη µέθοδο που περιγράφεται στο παράρτηµα (Β) του άρθρου 12 της απόφασης αυτής και
β. η χρησιµοποιούµενη διαδικασία και µέθοδος δειγµατοληψίας και ανάλυσης πρέπει να συµφωνεί µε τη µέθοδο αναφοράς που περιγράφεται στο Παράρτηµα (Β) του άρθρου 12 της παρούσης απόφασης ή µε άλλη ισοδύναµη µέθοδο που έχει βαθµονοµηθεί σύµφωνα µε αυτή.
Σε περίπτωση που επιλέγεται η χρησιµοποίηση ισοδύναµης µεθόδου, η αναφορά είναι υποχρεωτική στην απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων του συγκεκριµένου έργου ή δραστηριότητας (άρθρο 3 παρ. 1) . Εάν η ισοδύναµη αυτή µέθοδος περιλαµβάνει σύστηµα συνεχούς καταµέτρησης ή και καταγραφής των εκποµπών σκόνης, θα πρέπει να συνοδεύεται και από κατάλληλο σύστηµα συναγερµού, που θα τίθεται σε λειτουργία όταν σηµειώνεται υπέρβαση των οριακών τιµών εκποµπών στην ατµόσφαιρα.
2. Ως προς τις εκποµπές αµιάντου στα υγρά απόβλητα:
Για τον έλεγχο τήρησης των οριακών τιµών εκποµπών που προβλέπονται στην παρ. 4 του άρθρου 3 της παρούσας απόφασης:
α. πραγµατοποιούνται τακτικές µετρήσεις µε τη µέθοδο που περιγράφεται στο Παράρτηµα (Α) του άρθρου 12 της απόφασης αυτής και
β. η χρησιµοποιούµενη διαδικασία και µέθοδος δειγµατοληψίας και ανάλυσης πρέπει να συµφωνεί µε τη µέθοδο αναφοράς που περιγράφεται στο Παράρτηµα (Α) του άρθρου 12 της παρούσας απόφασης ή µε άλλη ισοδύναµη µέθοδο που έχει βαθµονοµηθεί σύµφωνα µε αυτή.
Σε περίπτωση που επιλέγεται η χρησιµοποίηση ισοδύναµης µεθόδου η αναφορά της είναι υποχρεωτική στην απόφαση έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων του συγκεκριµένου έργου ή δραστηριότητας (άρθρο 2 παρ. 1).
1. Οι έλεγχοι τήρησης των περιβαλλοντικών όρων που εγκρίνονται σύµφωνα µε το άρθρο 3 (παρ. 1) της παρούσας απόφασης, διενεργούνται σύµφωνα µε το άρθρο 6 του Ν. 1650/86.
2. Η αρµόδια κατά περίπτωση κεντρική ή Νοµαρχιακή Υπηρεσία του ΥΠΕΧΩ∆Ε ή και άλλου συναρµόδιου Υπουργείου, πραγµατοποιεί τακτικούς ελέγχους για την διαπίστωση της εφαρµογής των διατάξεων της παρούσας απόφασης.
1. Κάθε φυσικό ή νοµικό πρόσωπο που αναλαµβάνει την εκτέλεση εργασιών:
- κατεδάφισης κτιρίων, κατασκευών και εγκαταστάσεων που περιέχουν αµίαντο ή εύθρυπτα υλικά µε αµίαντο (π.χ. µονωτικά υλικά ή µονωτικά επιχρίσµατα από εκτοξευθέντα αµίαντο.)
- αποµάκρυνσης του αµιάντου ή των εύθρυπτων υλικών µε αµίαντο από κτίρια, κατασκευές και εγκαταστάσεις και εφόσον κατά τη διάρκεια αυτών των εργασιών είναι δυνατόν να αποδεσµευθούν στο περιβάλλον ίνες ή σκόνη αµιάντου, έχει την υποχρέωση να ζητά σχετική έγκριση των ως άνω εργασιών από την αρµόδια νοµαρχιακή υπηρεσία του ΥΠΕΧΩ∆Ε.
2. Με την επιφύλαξη εφαρµογής των διατάξεων του άρθρου 14 του Π.∆. 70α/1988 (ΦΕΚ 31Α) ή συνυποβολή του προβλεποµένου σ' αυτό σχεδίου εργασία στην αρµόδια νοµαρχιακή υπηρεσία του ΥΠΕΧΩ∆Ε, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση της ως άνω έγκρισης. Στην περίπτωση αυτή το σχέδιο εργασίας αναφέρεται επιπροσθέτως και στον τόπο και στον χρόνο διεξαγωγής των εργασιών, καθώς και σε κάθε άλλο πρόσφορο, πρακτικό µέτρο για τον περιορισµό των εκποµπών ινών ή σκόνης αµιάντου στο περιβάλλον όπως:
- εφαρµογή τεχνικών διαβροχής κατά την κατεδάφιση µη αποµακρυνθέτων υλικών που περιέχουν αµίαντο.
- εξωτερικό κλείσιµο µε πλαστικά φύλλα των ανοιγµάτων (π.χ. παραθύρων) του χώρου όπου συντελείται η προαναφερόµενη εργασία κατεδάφισης.
- καθαρισµός του χώρου κατεδάφισης µε τεχνικές δηµιουργίες κενού ή, αν αυτό δεν είναι οικονοµικά εφικτό µετά από προηγούµενη διαβροχή των κατεδαφισθέντων υλικών.
- συσκευασία και αποµάκρυνση των κατεδαφισθέντων υλικών που περιέχουν αµίαντο, σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 8 της παρούσας απόφασης.
3. Η αρµόδια νοµαρχιακή υπηρεσία του ΥΠΕΧΩ∆Ε είναι δυνατόν να διενεργεί επιτόπιους ελέγχους στο χώρο διεξαγωγής των προαναφεροµένων στην παρ. 1 εργασιών, για την εξακρίβωση της τήρησης των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
1. Εύθρυπτα στερεά απόβλητα ή λάσπες µε ελεύθερο αµίαντο.
α. Κατά την εκτέλεση δραστηριοτήτων που συνοδεύονται από µεταφορά ή και εναπόθεση εύθρυπτων στερεών αποβλήτων ή λασπών που περιέχουν ελεύθερες ίνες ή σκόνη αµιάντου πρέπει να αποφεύγεται η διασπορά ινών ή σκόνης αµιάντου στον αέρα ή η διαρροή υγρών που µπορεί να περιέχουν αµίαντο. Για το λόγο αυτό οι ασκούντες τέτοιες δραστηριότητες οφείλουν να λαµβάνουν όλα τα απαραίτητα προς τούτο µέτρα, όπως : διαβροχή των προς απόρριψη υλικών που περιέχουν αµίαντο και συσκευασία αυτών σε αδιάβροχους σάκκους ή σε ειδικά δοχεία ασφαλώς κλεισµένα και επισηµασµένα σύµφωνα µε τις σχετικές διατάξεις του άρθρου 15 του Π∆. 70α/88. Τα µέτρα αυτά πρέπει να εφαρµόζονται τόσο κατά τη µεταφορά των υλικών αυτών όσο και κατά την εναπόθεσή τους σε εγκεκριµένους προς τούτο χώρους, λαµβανοµένων υπόψη σε κάθε περίπτωση και των τοπικών συνθηκών.
β. Για την εναπόθεση ή αποθήκευση των ως άνω αποβλήτων και λασπών απαιτείται σχετική άδεια που χορηγείται από τον οικείο Νοµάρχη σύµφωνα µε τη διαδικασία που προβλέπεται στην υπ’αριθ. 72751/3054/1985 κοινή Υπουργική απόφαση Τοξικά και επικίνδυνα απόβλητα και εξάλειψη πολυχλωροδιφαινυλίων και πολυχλωροτριφαινυλίων σε συµµόρφωση µε τις οδηγίες 78/319/ΕΟΚ και 76/403/ΕΟΚ των Συµβουλίων της 20.3.1978 και 6.4.1976 (ΦΕΚ 665Β/1985).
2. Μη εύθρυπτα στερεά απόβλητα ή λάσπες µε εγκλωβισµένο αµίαντο.
α. Οι ασκούντες δραστηριότητες που συνοδεύονται από µεταφορά ή και εναπόθεση µη εύθρυπτων στερεών αποβλήτων ή λασπών που περιέχουν σταθερά εγκλωβισµένες ίνες ή σκόνη αµιάντου (π.χ. θραύσµατα προϊόντων αµιαντοτσιµέντου, κατάλοιπα δεξαµενών καθίζησης που προέρχονται από τη διαδικασία παραγωγής αµιαντοτσιµέντου κ.α.) οφείλουν να εφαρµόζουν τουλάχιστον διαβροχή ή εν πάση περιπτώσει να διατηρούν επαρκή υγρασία στα υλικά αυτά, τόσο κατά τη µεταφορά τους όσο και κατά την εναπόθεσή τους ώστε να αποφεύγεται η διασπορά ινών ή σκόνης αµιάντου στο περιβάλλον.
β. Για την εναπόθεση ή αποθήκευση των ως άνω αποβλήτων και λασπών απαιτείται σχετική άδεια που χορηγείται από τον οικείο Νοµάρχη σύµφωνα µε τη διαδικασία που προβλέπεται στην υπ’αριθ. 49541/1424/86 κοινή Υπουργική Απόφαση «Στερεά απόβλητα σε συµµόρφωση µε την οδηγία 75/442/ΕΟΚ..... (ΦΕΚ 444Β/1986).
3. Τα απόβλητα , που κατά τις εργασίες διάθεσής τους περιέχουν ίνες ή σκόνη αµιάντου, πρέπει να καλύπτονται µε στρώµα πάχους τουλάχιστον 25cm από στερεοποιηµένο χώµα ή άλλο κατάλληλο υλικό ικανό να παρεµποδίσει πιθανή διασκόρπιση του αµιάντου στο περιβάλλον. Όταν η πιο πάνω διάθεση γίνεται σε χωµατερή, η κάλυψη των αποβλήτων του αµιάντου µπορεί να γίνει και από άλλου είδους απορρίµµατα.
Το Υπουργείο ΠΕΧΩ∆Ε πληροφορεί την Επιτροπή Ευρ. Κοινοτήτων:
α. Για τις διαδικασίες και τις µεθόδους που χρησιµοποιούνται για τις µετρήσεις των εκποµπών αµιάντου στα αέρια και υγρά απόβλητα καθώς και για τις εκτιµήσεις ως προς την καταλληλότητα των διαδικασιών αυτών και µεθόδων.
β. Για τα αποτελέσµατα από την εφαρµογή της παρούσας απόφασης ως προς την πρόληψη και τη µείωση των εκποµπών αµιάντου στο περιβάλλον.
Υφιστάµενα έργα ή δραστηριότητες στα οποία έχει χορηγηθεί µέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης άδεια εγκατάστασης ή λειτουργίας, εφαρµόζουν τις οριακές τιµές που αναφέρονται στο άρθρο 3 (παρ. 3 και 4) της απόφασης αυτής από 30 Ιουνίου 1991.
1. Σε οποιονδήποτε γίνεται αίτιος παράβασης των διατάξεων της παρούσας απόφασης µε πράξη ή παράλειψη επιβάλλονται οι ποινικές, αστικές και διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 28, 29 και 30 του Ν. 1650/86, όπως το τελευταίο αυτό άρθρο τροποποιήθηκε µε το άρθρο 98 (παρ. 12) του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101Α/1990).
2. Ειδικότερα για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων στις περιοχές των ρυθµιστικών σχεδίων Αθήνας και Θεσσαλονίκης εφαρµόζονται οι διατάξεις του άρθρου 13 του Ν. 1515/85 και του άρθρου 13 του Ν. 1561/85 όπως τροποποιήθηκαν και συµπληρώθηκαν µε το άρθρο 31 παρ. 6 και 7 αντίστοιχα του Ν. 1650/86.
Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο µέρος της παρούσας απόφασης τα παραρτήµατα (Α) και (Β) που ακολουθούν.
Η µέθοδος αναφοράς για τον αναλυτικό προσδιορισµό της ολικής αιωρούµενης ύλης (διηθητής ύλης από δείγµα που δεν έχει υποστεί καθίζηση) εκφρασµένης σε mg/L, είναι διήθηση σε διηθητική µεµβράνη µεγέθους πόρων 0,45 µm, ξήρανση στους 1050C και ζύγιση.
Τα δείγµατα πρέπει να λαµβάνονται κατά τρόπο ώστε να είναι αντιπροσωπευτικά της απόρριψης των αποβλήτων για χρονική περίοδο 24 ωρών. Ο ως άνω προσδιορισµός γίνεται επί συνδυασµένου δείγµατος τριών τουλάχιστον αντιπροσωπευτικών δειγµάτων ενός 24ώρου.
Ο προσδιορισµός αυτός πρέπει να πραγµατοποιείται µε προσέγγιση +- 5% και ακρίβεια +/-10% όπου για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, νοούνται ως :
- Προσέγγιση : το διάστηµα στο οποίο βρίσκονται τα 95% των αποτελεσµάτων των µετρήσεων, που πραγµατοποιούνται στο ίδιος δείγµα και µε την χρήση της ίδιας µεθόδου.
- Ακρίβεια : η διαφορά που λαµβάνεται µεταξύ της πραγµατικής τιµής της υπό εξέταση παραµέτρου και της µέσης πειραµατικής τιµής.
1. Η µέθοδος που επιλέγεται είναι µια σταθµική, κατάλληλη για τη µέτρηση της συνολικής ποσότητας σκόνης, που εκπέµπεται µέσω του συστήµατος απαγωγής . Η δειγµατοληψία πρέπει να γίνεται πριν από οποιαδήποτε αραίωση της προς µέτρηση ροής.
Η οριακή τιµή της παρ. 3 εδάφιο α. του άρθρου 3 της παρούσας απόφασης µετρείται λαµβανοµένης πάντοτε υπόψη της περιεκτικότητας της σκόνης σε αµίαντα. Η περιεκτικότητας αυτή µπορεί είτε να µετρείται, είτε να υπολογίζεται. Όπου απαιτείται µέτρηση της περιεκτικότητας , η µέτρηση αυτή πρέπει να γίνεται κατ’αρχήν κάθε 6 µήνες.
Εάν µελλοντικά διαπιστωθεί, ότι η εν λόγω περιεκτικότητα δεν παρουσιάζει αξιοσηµείωτες διακυµάνσεις, η συχνότητα µέτρησής της µπορεί να µειωθεί ύστερα από σχετική έγκριση της αρµόδιας για έγκριση των περιβαλλοντικών όρων αρχής, που αναφέρεται στην παρ. 1 του άρθρου 3 της παρούσας απόφασης. Εάν δεν εκτελούνται περιοδικές µετρήσεις για τον έλεγχο της περιεκτικότητας της σκόνης σε αµίαντο, τότε η αναφερθείσα προηγουµένως οριακή τιµή συγκέντρωσης ισχύει για το σύνολο της εκπεµπόµενης σκόνης.
Η οριακή τιµή συγκέντρωσης (0,1 mg/Nm3) πρέπει να προκύπτει ως αριθµητικός µέσος όρος τουλάχιστο δύο αντιπροσωπευτικών µετρήσεων υπό τις ίδιες συνθήκες και ει δυνατόν κατά τη διάρκεια του ίδιου 24ώρου.
2. Η δειγµατοληψία για την τήρηση της οριακής τιµής πρέπει να πραγµατοποιείται:
α. µε προσέγγιση +-40% της οριακής τιµής, δηλαδή το 95% των αποτελεσµάτων των µετρήσεων να βρίσκονται στο διάστηµα 0,06 έως 0,14 mg/Nm3) απαερίων.
β. µε ακρίβεια +- 20% της οριακής τιµής δηλαδή η διαφορά µεταξύ της µέσης πειραµατικής τιµής και της οριακής τιµής να µην υπερβαίνει τα +- 0,02 mg/Nm3) απαερίων.
γ. µε όριο ανίχνευσης το 20% της οριακής τιµής, δηλαδή µε µικρότερη µετρήσιµη ποσότητα τα 0,02 mg/Nm3) απαερίων.
3. Όροι λειτουργίας της εγκατάστασης.
Οι µετρήσεις είναι έγκυρες µόνον εάν η δειγµατοληψία γίνεται κατά τη διάρκεια κανονικής λειτουργίας της εγκατάστασης, από την οποία προκύπτει η εκποµπή αµιάντου.
4. Επιλογή του σηµείου δειγµατοληψίας.
Το σηµείο δειγµατοληψίας πρέπει να βρίσκεται σε µέρος που να παρουσιάζει συνθήκες γραµµικής ροής. Συνθήκες στροβιλώδους ροής και εµπόδια τα οποία ενδέχεται να διαταράξουν τη ροή των διερχοµένων απαερίων πρέπει κατά το δυνατό να αποφεύγονται επιµελώς.
5. Μετατροπές που απαιτούνται για τη δειγµατοληψία.
Στους αγωγούς από τους οποίους θα γίνει δειγµατοληψία πρέπει να προβλεφθούν κατάλληλα ανοίγµατα και εξέδρες.
6. Προκαταρκτικές µετρήσεις πριν από τη δειγµατοληψία.
Πριν να αρχίσει η δειγµατοληψία πρέπει να διεξαχθούν ορισµένες µετρήσεις και δη της θερµοκρασίας, της πίεσης και της ταχύτητας των απαερίων στο αγωγό. Κανονικά, η θερµοκρασία και η πίεση των απαερίων µετρούνται στη γραµµή δειγµατοληψίας υπό κανονικές συνθήκες ροής. Υπό εξαιρετικές συνθήκες πρέπει να γίνονται επί πλέον µετρήσεις όσον αφορά την συγκέντρωση υδρατµών έτσι ώστε να γίνουν οι απαραίτητες διορθώσεις στα αποτελέσµατα.
7. Γενικές απαιτήσεις κατά τη διαδικασία δειγµατοληψίας.
Η διαδικασία απαιτεί τη διήθηση δείγµατος απαερίων από αγωγή που απάγει τις εκποµπές σκόνης αµιάντου και τη µέτρηση της περιεκτικότητας σε αµίαντο της σκόνης που κατακρατείται στο φίλτρο.
7.1. ∆ιεξάγεται κατ’αρχήν δοκιµή στεγανότητας στη γραµµή δειγµατοληψίας για να διαπιστωθεί αν υπάρχουν διαρροές ικανές να οδηγήσουν σε σφάλµατα µέτρησης. Η κεφαλή του δειγµατολήπτη φράσσεται επιµελώς και η αντλία δειγµατοληψίας τίθεται σε λειτουργία.
Η διαρροή δεν πρέπει να υπερβαίνει το 1% της κανονικής παροχής της δειγµατοληψίας.
7.2. Η δειγµατοληψία κανονικά πρέπει να διεξάγεται υπό ισοκινητικές συνθήκες σύµφωνα µε τη διαδικασία που περιγράφεται στο σχέδιο προτύπου ΙSO/DIS 9096.
7.3. Η διάρκεια της δειγµατοληψίας εξαρτάται από τον τύπο της διεργασίας που υπόκειται σε έλεγχο και από τη χρησιµοποιούµενη γραµµή δειγµατοληψίας και η διάρκεια δειγµατοληψίας πρέπει να επαρκεί ώστε να εξασφαλίζεται ότι συλλέγεται η ενδεδειγµένη ποσότητα του υλικού προς ζύγιση. Η δειγµατοληψία πρέπει να είναι αντιπροσωπευτική της συνολικής διεργασίας που υπόκειται σε έλεγχο.
7.4. Όταν το φίλτρο του δειγµατολήπτη δεν βρίσκεται πλησίον της κεφαλής του δειγµατολήπτη, πρέπει να χρησιµοποιούνται µέθοδοι ανάκτησης των υλών που ενδέχεται να έχουν επικαθίσει στον καθετήρα δειγµατοληψίας.
7.5 Η κεφαλή του δειγµατολήπτη και ο αριθµός των σηµείων δειγµατοληψίας προσδιορίζονται σύµφωνα µε το σχέδιο διεθνούς προτύπου ISO/DIS 9096.
8. Φίλτρο δειγµατοληψίας
8.1. Προτιµούνται τα φίλτρα από υαλοβάµβακα.
8.2. Απαιτείται ελάχιστη διηθητική ικανότητα 99% όπως αυτή καθορίζεται σε συνάρτηση µε τη δοκιµασία DOP, όπου χρησιµοποιείται αερόλυµα µε σωµατίδια διαµέτρου 0,3 µm.
9. Ζύγιση
9.1. Πρέπει να χρησιµοποιείται κατάλληλος ζυγός ακριβείας τουλάχιστον ενός δεκάκις χιλιοστού του γραµµαρίου.
9.2. Για να επιτυγχάνεται η απαιτούµενη ακρίβεια κατά τη ζύγιση, τα φίλτρα πρέπει να υποβάλλονται σε σχολαστική προεργασία πριν και µετά από τη δειγµατοληψία (καθορισµός και ξήρανση µέχρι σταθεροποίησης βάρους).
10. Έκφραση των αποτελεσµάτων.
Η παρουσίασης των αποτελεσµάτων πρέπει να αναφέρει, εκτός από τα στοιχεία της µέτρησης, τις παραµέτρους που αφορούν τη θερµοκρασία την πίεση και τη ροή και πρέπει να περιλαµβάνει κάθε σχετική πληροφορία όπως ένα απλό σχήµα που να δείχνει τη θέση των σηµείων δειγµατοληψίας, τις διαστάσεις των αγωγών, τους όγκους στους οποίους αναφέρεται η δειγµατοληψία και τη µέθοδο υπολογισµού που χρησιµοποιήθηκε για τον προσδιορισµό
των αποτελεσµάτων. Τα αποτελέσµατα αυτά εκφράζονται σε κανονικές συνθήκες θερµοκρασίας (2730 Κ) και πίεσης (10,1, 3ΚΡa).
11. Προσδιορισµός της περιεκτικότητας της σκόνης σε αµίαντο.
Η περιεκτικότητα της σκόνης σε αµίαντο µπορεί να προσδιορίζεται είτε µε µέτρηση, είτε µε υπολογισµό. Σε ότι αφορά τη µέτρηση, εφαρµόζεται µία από τις διεθνώς δόκιµες µεθόδους όπως π.χ. µέθοδοι που βασίζονται στην περίθλαση ακτινών Χ. Σε περίπτωση που η προαναφερόµενη µέτρηση δεν είναι πρακτικά ή οικονοµικά εφικτή, ο προσδιορισµός της σκόνης σε αµίαντο πραγµατοποιείται µε υπολογισµό. Στην περίπτωση αυτή θεωρείται κατά παραδοχή ότι η ζητούµενη περιεκτικότητα ταυτίζεται µε την περιεκτικότητα σε αµίαντο του ή των υλικών , από την επεξεργασία των οποίων προκαλείται η αντίστοιχη εκποµπή σκόνης λαµβανοµένης υπόψη της σύνθεσης αυτών σε αµίαντο.
Κάθε διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις της παρούσας απόφασης καταργείται.
Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει ένα µήνα από τη δηµοσίευσή της στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως.
Η απόφαση αυτή να δηµοσιευθεί στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 26 Φεβρουαρίου 1991
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΣΩΤΗΡΗΣ ΚΟΥΒΕΛΑΣ |
ΑΝΑΠΛ. ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΕΥΘ. ΧΡΙΣΤΟ∆ΟΥΛΟΥ |
ΥΓΕΙΑΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ & ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Μ. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ |
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΜΑΝΟΣ |
ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ∆ΗΜΑΣ |
Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΒΑΣ. ΜΑΝΤΖΩΡΗΣ |
The social partners body for health and safety at work