Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 1201 - 1250, σε σύνολο 12273
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Bismuth telluride, tellurobismuthite
Μετάφραση: Τελλουριούχο βισμούθιο

Όρος: Bisphenol
Μετάφραση: Διφαινόλη

Συντομογραφία: BPA
Όρος: Bisphenol A, Epichlorhydrin, 4,4’-isopropylidenediphenol
Μετάφραση: Δισφαινόλη Α, επιχλωρυδρίνη

Όρος: Bis[4-(2,3-epoxypropoxy)phenyl]propan
Μετάφραση: Δίς-[4-(2,3-εποξυπροπόξυ)φαινύλο]-προπάνιο

Όρος: Bitter almond
Μετάφραση: Πικραμύγδαλο

Όρος: Bitumen
Μετάφραση: Πίσσα, Άσφαλτος, Ορυκτή πίσσα

Όρος: Bivariate distribution
Μετάφραση: Διδιάστατη κατανομή

Όρος: Black ash see barium sulphide
Μετάφραση:

Όρος: Bladder
Μετάφραση: Ουροδόχος κύστη

Όρος: Bladder cancer
Μετάφραση: Καρκίνος ουροδόχου κύστης

Όρος: Blanching
Μετάφραση: Λεύκανση

Όρος: Bland-brain barrier
Μετάφραση: Αιματοεγκεφαλικό φράγμα

Όρος: Blank
Μετάφραση: Τυφλό (π.χ. στη χημική ανάλυση)

Όρος: Blasting
Μετάφραση: Ανατίναξη (με εκρηκτικά)

Όρος: Bleaching
Μετάφραση: Αποχρωματισμός

Όρος: Bleaching agent
Μετάφραση: Λευκαντικό

Όρος: Bleaching sludges
Μετάφραση: Λάσπες λεύκανσης

Όρος: Bleeding
Μετάφραση: Εξίδρωση

Όρος: Bleeding
Μετάφραση: Αιμορραγία, εξίδρωση

Όρος: Blended learning
Μετάφραση: Μικτή κατάρτιση

Όρος: Blending
Μετάφραση: Ανάδευση

Όρος: Blind sample
Μετάφραση: Τυφλό δείγμα

Όρος: Blocking tendency
Μετάφραση: Αυτοκολλητικότητα

Όρος: Blood
Μετάφραση: Αίμα

Όρος: Blood concentrations
Μετάφραση: Συγκεντρώσεις στο αίμα

Όρος: Blood gas analysis
Μετάφραση: Ανάλυση αερίων αίματος

Όρος: Blood platelets
Μετάφραση: Αιμοπετάλια αίματος

Όρος: Blood pressure
Μετάφραση: Αρτηριακή πίεση

Όρος: Blood sedimentation
Μετάφραση: Καθίζηση αίματος

Όρος: Blood specimen collection
Μετάφραση: Αιμοληψία

Όρος: Blood urea nintrogen
Μετάφραση: Άζωτο της ουρίας στο αίμα

Όρος: Blowing agents
Μετάφραση: Διογκωτικά

Όρος: Blue asbestos
Μετάφραση: Μπλε αμίαντος

Όρος: Blue formazan salt
Μετάφραση: Μπλε άλας φορμαζάνης

Όρος: Blue-collar worker
Μετάφραση: Βιομηχανικός εργάτης

Όρος: Blunt injury
Μετάφραση: Θλαστικό τραύμα

Όρος: Board
Μετάφραση: Πλάκα

Όρος: Board of directors
Μετάφραση: Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ)

Όρος: BOD see biological oxygen demand
Μετάφραση:

Όρος: Body
Μετάφραση: Σώμα / φορέας

Όρος: Body burden
Μετάφραση:

Συντομογραφία: Bw
Όρος: Body weight
Μετάφραση: Σωματικό βάρος

Όρος: Boiler
Μετάφραση: Λέβητας

Όρος: Boiler-room
Μετάφραση: Λεβητοστάσιο

Συντομογραφία: BLEVE
Όρος: Boiling liquid expanding vapour explosion
Μετάφραση: Έκρηξη οφειλούμενη σε απότομη διαστολή ατμών, Φαινόμενο BLEVE

Συντομογραφία: BP
Όρος: Boiling point
Μετάφραση: Σημείο βρασμού ή σημείο ζέσης

Όρος: Boiling range
Μετάφραση: περιοχή ζέσης

Όρος: Boilover
Μετάφραση: Αναβρασμός

Όρος: Bolometer
Μετάφραση: Θερμόμετρο αντίστασης ή βολόμετρο

Όρος: Bolt
Μετάφραση: Βίδα, κοχλίας (μπουλόνι, είδος βλήτρου)

Ακολουθήστε μας