Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 801 - 850, σε σύνολο 1013
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
Strong oxidizer
Μετάφραση:
Ισχυρό οξειδωτικό
Όρος:
Strontium
Μετάφραση:
Στρόντιο
Όρος:
Strontium chromate
Μετάφραση:
Χρωμικό στρόντιο
Όρος:
Strontium nitrate
Μετάφραση:
Νιτρικό στρόντιο
Όρος:
Structural engineering
Μετάφραση:
Μηχανική κατασκευών
Όρος:
Structural equipment
Μετάφραση:
Δομικός εξοπλισμός
Όρος:
Structure
Μετάφραση:
Δομή, διάρθρωση
Συντομογραφία:
SAR
Όρος:
Structure Activity Relationship
Μετάφραση:
Σχέσεις δομής - δραστικότητας
Συντομογραφία:
SPR
Όρος:
Structure property relationship
Μετάφραση:
Συντομογραφία:
SQI
Όρος:
Structured quality improvement
Μετάφραση:
Δομημένη βελτίωση ποιότητας
Όρος:
Strychnine
Μετάφραση:
Στρυχνίνη
Όρος:
Study Acceptance Criteria
Μετάφραση:
Κριτήρια αποδοχής της μελέτης
Όρος:
Study result type
Μετάφραση:
Τύπος αποτελεσμάτων μελέτης
Όρος:
Study scientifically not justified
Μετάφραση:
Μελέτη χωρίς επιστημονική αιτιολόγηση
Όρος:
Study summary
Μετάφραση:
Περίληψη μελέτης
Όρος:
Study type result
Μετάφραση:
Αποτέλεσμα τύπου μελέτης
Όρος:
Styrene or vinylbenzene or phenylethylene
Μετάφραση:
Στυρόλιο ή στυρένιο ή βινυλοβενζόλιο ή φαινυλοαιθυλένιο
Όρος:
Styrene, substituted by alkyl groups
Μετάφραση:
Στυρόλιο, με αλκυλομάδες ως υποκατάστατες
Όρος:
Styrene, substituted by halogens
Μετάφραση:
Στυρόλιο, με αλογόνα ως υποκαταστάτες
Όρος:
Styrene, substituted in the benzene ring
Μετάφραση:
Στυρόλιο, υποκατεστημένο στο βενζολικό δακτύλιο
Όρος:
Styrene, substituted in the vinyl group
Μετάφραση:
Στυρόλιο, υποκατεστημένο στη βινυλομάδα
Όρος:
Subacute forms
Μετάφραση:
υποξειες μορφες
Όρος:
Subacute toxicity
Μετάφραση:
Υποξεία τοξικότητα
Όρος:
Subcontracted work
Μετάφραση:
Υπεργολαβική εργασία
Όρος:
Subcontractor
Μετάφραση:
Υπεργολάβος
Όρος:
Subcontracts
Μετάφραση:
Συμβάσεις υπεργολαβίας
Όρος:
Subdivision
Μετάφραση:
Υποδιαίρεση
Όρος:
Suberic acid, octanedioic acid
Μετάφραση:
Σουβερικό οξύ, φελλικό οξύ, φελλονικό οξύ
Όρος:
Sublimation
Μετάφραση:
Εξάχνωση
Όρος:
sublimation temperature
Μετάφραση:
θερμοκρασία εξάχνωσης
Συντομογραφία:
SAW
Όρος:
Submerged Arc Welding
Μετάφραση:
Συγκόλληση βυθισμένου τόξου
Όρος:
Subsample
Μετάφραση:
Υπόδειγμα
Όρος:
Subsequent events
Μετάφραση:
Μεταγενέστερα γεγονότα
Όρος:
Subsequent life stage
Μετάφραση:
Μεταγενέστερο στάδιο απόρριψης
Όρος:
Substance
Μετάφραση:
Ουσία
Όρος:
Substance abuse
Μετάφραση:
Κατάχρηση ουσιών
Όρος:
Substance composition
Μετάφραση:
Σύνθεση ουσίας
Όρος:
Substance corrosive to metals
Μετάφραση:
Ουσία που διαβρώνει τα μέταλλα
Όρος:
Substance evaluation
Μετάφραση:
Αξιολόγηση της ουσίας
Όρος:
Substance function
Μετάφραση:
Λειτουργία ουσίας
Συντομογραφία:
ODP
Όρος:
Substance Hazardous to the Ozone Layer
Μετάφραση:
Δυναμικό καταστροφής του όζοντος
Όρος:
Substance identity or Substance ID
Μετάφραση:
Ταυτότητα ουσίας
Συντομογραφία:
SIEF
Όρος:
Substance Information Exchange Forum
Μετάφραση:
Φόρουμ ανταλλαγής πληροφοριών για τις ουσίες (ΦΑΠΟ)
Όρος:
Substance of concern
Μετάφραση:
Ανησυχητική ουσία
Όρος:
Substance which in contact with water emits flammable gas
Μετάφραση:
Ουσία που όταν έρθει σε επαφή με το νερό εκλύει εύφλεκτο αέριο
Όρος:
Substance which occurs in nature
Μετάφραση:
Ουσία που απαντά στη φύση
Συντομογραφία:
SoC
Όρος:
Substances of concern
Μετάφραση:
Συντομογραφία:
UVCB substance
Όρος:
Substances of Unknown or Variable Composition, Complex reaction products or Biological materials
Μετάφραση:
Ουσίες άγνωστης ή ασταθούς σύνθεσης, προϊόντα πολύπλοκων αντιδράσεων ή βιολογικά υλικά
Συντομογραφία:
SVHC
Όρος:
Substances of Very High Concern
Μετάφραση:
Ουσίες που προκαλούν πολύ μεγάλη ανησυχία (ΟΠΜΑ)
Όρος:
Substances that deplete the ozone layer
Μετάφραση:
Ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος (ΟΚΟ)
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
…
Page
13
Page
14
Page
15
Page
16
Current page
17
Page
18
Page
19
Page
20
Page
21
Next page
››
Last page
τελευταία »