Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 351 - 400, σε σύνολο 565
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Residue
Μετάφραση: Υπόλειμμα ή κατάλοιπο

Όρος: Resilience
Μετάφραση: Ανθεκτικότητα

Με σχετικά Links:

Όρος: Resilient material
Μετάφραση: Ελαστικό υλικό

Όρος: Resin
Μετάφραση: Ρητίνη

Όρος: Resistance
Μετάφραση: Αντίσταση

Όρος: Resistance heating devices
Μετάφραση: Διατάξεις θέρμανσης με αντίσταση

Όρος: Resistance spot welding
Μετάφραση: Σημειακή συγκόλληση με αντίσταση

Όρος: Resistance welding machine
Μετάφραση: Μηχανή συγκόλλησης με αντίσταση

Όρος: Resistivity
Μετάφραση: Ειδική αντίσταση

Συντομογραφία: RC
Όρος: Resistor capacitor
Μετάφραση: Αντιστάτης πυκνωτής

Όρος: Resolution
Μετάφραση: Διαχωριστική ικανότητα ή διαχωριστότητα

Όρος: Resonance
Μετάφραση: Συντονισμός (π.χ. μηχανικός, μαγνητικός)

Όρος: Resorcinol diglycidyl ether, Bis(2,3-epoxypropoxy)benzene 1,3-
Μετάφραση: Διγλυκιδυλαιθέρας της ρεσορκίνης, 1,3-Δίς-(2,3-έποξυπροποξυ)-βενζόλιο

Όρος: Resorcinol or 1,3-benzenediol or 1,3-dihydroxybenzene
Μετάφραση: Ρεζορκινόλη ή 1,3-βενζενοδιόλη ή 1,3-διυδροξυβενζόλιο

Συντομογραφία: RCRA
Όρος: Resource Conservation and Recovery Act
Μετάφραση: Νόμος περί της Διατήρησης και Ανάκτησης Φυσικών Πόρων

Όρος: Respirable
Μετάφραση: Αναπνεύσιμος

Όρος: Respirable dust
Μετάφραση: Αναπνεύσιμη σκόνη

Όρος: Respirable fraction
Μετάφραση: Αναπνεύσιμο κλάσμα

Όρος: Respiration
Μετάφραση: Αναπνοή

Όρος: Respirators
Μετάφραση: Αναπνευστήρες

Όρος: Respiratory ailments
Μετάφραση: Αναπνευστικές παθήσεις

Όρος: Respiratory ailments caused by the inhalation of dust from cobalt, tin, barium and graphite
Μετάφραση: Αναπνευστικές ανωμαλίες προκαλούμενες από την εισπνοή σκόνης κοβαλτίου, κασσιτέρου, βαρίου και γραφίτη

Όρος: Respiratory ailments, particularly asthma, caused by irritants
Μετάφραση: Αναπνευστικές παθήσεις, ιδίως άσθμα, προκαλούμενες από ερεθιστικές ουσίες

Όρος: Respiratory diseases
Μετάφραση: Αναπνευστικά νοσήματα

Όρος: Respiratory protective devices
Μετάφραση: Μέσα προστασίας της αναπνοής

Συντομογραφία: RPE
Όρος: Respiratory protective equipment
Μετάφραση:

Συντομογραφία: RS
Όρος: Respiratory sensitizer
Μετάφραση: Ευαισθητοποιητικό του αναπνευστικού

Όρος: Respiratory system
Μετάφραση: Αναπνευστικό σύστημα

Όρος: Respiratory system diseases
Μετάφραση: Νοσήματα του αναπνευστικού

Όρος: Respiratory toxicology
Μετάφραση: Τοξικολογία του αναπνευστικού συστήματος

Όρος: Respiratory tract
Μετάφραση: Αναπνευστική οδός

Συντομογραφία: RTI
Όρος: Respiratory tract irritation
Μετάφραση: Ερεθισμός της αναπνευστικής οδού

Όρος: Response
Μετάφραση: Απόκριση ή απάντηση Ανταπόκριση

Όρος: Response
Μετάφραση: Απόκριση

Όρος: Response
Μετάφραση: Αντιμετώπιση

Με σχετικά Links:

Όρος: Response factor
Μετάφραση: Παράγοντας απόκρισης

Όρος: Response function
Μετάφραση: Συνάρτηση απόκρισης

Όρος: Response ratio
Μετάφραση: Λόγος απόκρισης

Συντομογραφία: RCOM
Όρος: Response to comments
Μετάφραση: Απάντηση σε σχόλια

Όρος: Responsibility
Μετάφραση: Υπευθυνότητα / ευθύνη (π.χ.νομική)

Όρος: Rest
Μετάφραση: Ανάπαυση

Όρος: Restoration
Μετάφραση: Αποκατάσταση

Όρος: Restrict access
Μετάφραση: Περιορισμός πρόσβασης

Όρος: Restriction
Μετάφραση: Περιορισμός

Συντομογραφία: RoHS
Όρος: Restriction of Hazardous substances Directive
Μετάφραση: Οδηγία για τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων επικίνδυνων ουσιών σε είδη ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού

Όρος: Restrictor
Μετάφραση: Περιοριστήρας παροχής (ασανσέρ)

Όρος: Result
Μετάφραση: Αποτέλεσμα

Όρος: Result repeatable block fields
Μετάφραση: Πεδία επαναλαμβανόμενων ομάδων πληροφοριών αποτελεσμάτων

Όρος: Results and discussions
Μετάφραση: Αποτελέσματα και συζήτηση

Όρος: Results of analyis
Μετάφραση: Αποτελέσματα ανάλυσης

Ακολουθήστε μας