Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Primary tabs
Βλέπετε τις εγγραφές : 201 - 250, σε σύνολο 435
Όρος: Flammable
Μετάφραση: Εύφλεκτο
Όρος: Flammable
Μετάφραση: Εύφλεκτο
Όρος: Flammable aerosol
Μετάφραση: Εύφλεκτο αερόλυμα
Όρος: Flammable aerosol
Μετάφραση: Εύφλεκτο αερόλυμα
Όρος: Flammable component
Μετάφραση: Εύφλεκτο συστατικό (για αερολύματα και φύσιγγες αερίων)
Όρος: Flammable dust
Μετάφραση: Εύφλεκτη σκόνη
Όρος: Flammable gas
Μετάφραση: Εύφλεκτο αέριο
Όρος: Flammable liquid
Μετάφραση: Εύφλεκτο υγρό
Όρος: Flammable liquid and vapor
Μετάφραση: Υγρό και ατμοί εύφλεκτα
Όρος: Flammable liquid and vapor
Μετάφραση: Υγρό και ατμοί εύφλεκτα
Όρος: Flammable range
Μετάφραση: Εύφλεκτη ζώνη
Όρος: Flammable solid
Μετάφραση: Εύφλεκτο στερεό
Όρος: Flammable substance
Μετάφραση: Εύφλεκτη ουσία
Όρος: Flange
Μετάφραση: Παρέμβυσμα
Όρος: Flash fire
Μετάφραση: Στιγμιαία ανάφλεξη, Φαινόμενο κατάκαυσης αερίου νέφους
Όρος: Flash point
Μετάφραση: Σημείο ανάφλεξης
Όρος: Flash welding
Μετάφραση: Συγκόλληση με σπινθηρισμούς
Όρος: Flashback
Μετάφραση:
Όρος: Flashover
Μετάφραση: Ταυτόχρονη ανάφλεξη πυρκαγιάς – φάση πλήρους ανάφλεξης
Όρος: flashover
Μετάφραση: φαινόμενο καθολικής ανάφλεξης
Όρος: Flask
Μετάφραση: Φιάλη
Όρος: Flask buchner filter
Μετάφραση: Κωνική φιάλη διήθησης Buchner
Όρος: Flask conical narrow mouth
Μετάφραση: Κωνική στενόλαιμη φιάλη
Όρος: Flask distillation, with Side Arm
Μετάφραση: Φιάλη, με πλευρικό απαγωγό
Όρος: Flask flat bottom
Μετάφραση: Φιάλη επίπεδου πάτου
Όρος: Flask round bottom
Μετάφραση: Φιάλη στρογγυλού πάτου
Όρος: Flat roof construction
Μετάφραση: Κατασκευή επίπεδης οροφής
Όρος: Flatwork ironers
Μετάφραση: Επίπεδα σιδερωτήρια
Όρος: Flavouring agent
Μετάφραση: Αρτυματική ουσία
Όρος: Flavouring in foodstuffs
Μετάφραση: Αρτυματική ύλη σε τρόφιμα
Όρος: Flavylium chloride
Μετάφραση: Χλωριούχο φλαβύλιο
Όρος: Flax
Μετάφραση: Λινάρι
Όρος: Flexibility
Μετάφραση: Ευκαμψία / κινητικότητα (εργαζομένων)
Όρος: Flexible
Μετάφραση: Εύκαμπτο
Όρος: Flexible cable
Μετάφραση: Εύκαμπτο καλώδιο
Όρος: Flexible cord
Μετάφραση: Εύκαμπτο καλώδιο
Όρος: Flexible IBC
Μετάφραση: Εύκαμπτο IBC
Όρος: Flexible working hours
Μετάφραση: Ελαστικό ωράριο
Όρος: Flexural elastic modulus
Μετάφραση: Συντελεστής ελαστικότητας
Όρος: flight crew member
Μετάφραση: μέλος πληρώματος διακυβέρνησης
Συντομογραφία: FIR
Όρος: Flight Information Region
Μετάφραση: Σύστημα πληροφόρησης πτήσεων
Όρος: Float crane
Μετάφραση: Πλωτός γερανός
Όρος: Floating dock
Μετάφραση: Πλωτή δεξαμενή
Όρος: Flocculant
Μετάφραση: Κροκιδωτικό μέσο
Όρος: Floor
Μετάφραση: Δάπεδο, πάτωμα
Όρος: Floor conveyor
Μετάφραση: Ταινιόδρομος
Όρος: Floor polishes
Μετάφραση: Γυαλιστικά πατωμάτων
Όρος: Flora
Μετάφραση: Χλωρίδα
Όρος: Flour dust
Μετάφραση: Σκόνη αλευριού
Όρος: Flow
Μετάφραση: Ροή ή παροχή