Skip to main content
Header Top
Contact
Greek Site
Greek
English
English Menu
HOME
ABOUT
INFORMATION
LEGISLATION
RESEARCH
RESOURCES
SERVICES
TRAINING
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Ελληνοαγγλικό Λεξικό Όρων
(ενεργή καρτέλα)
Βλέπετε τις εγγραφές : 151 - 200, σε σύνολο 915
Συντομογραφία
Αγγλικός όρος
|
(
|
1
|
2
|
3
|
4
|
A
|
B
|
C
|
D
|
E
|
F
|
G
|
H
|
I
|
J
|
K
|
L
|
M
|
N
|
O
|
P
|
Q
|
R
|
S
|
T
|
U
|
V
|
W
|
X
|
Y
|
Z
|
Ε
Όρος:
Acrylic acid vinyl ester
Μετάφραση:
Ακρυλικός βινυλεστέρας
Όρος:
Acrylic acid, dodecyl ester
Μετάφραση:
Ακρυλικός δωδεκυλεστέρας
Όρος:
Acrylonitrile or propenenitrile, vinyl cyanide
Μετάφραση:
Ακρυλονιτρίλιο ή προπενονιτρίλιο
Όρος:
Actinium
Μετάφραση:
Ακτίνιο
Όρος:
Actinoids
Μετάφραση:
Ακτινίδες
Όρος:
Actinolite
Μετάφραση:
Ακτινόλιθος
Συντομογραφία:
AL
Όρος:
Action level
Μετάφραση:
Επίπεδο ανάληψης δράσης
Όρος:
Action values
Μετάφραση:
Τιμές ανάληψης δράσης
Όρος:
Activate
Μετάφραση:
Ενεργοποιώ
Όρος:
Activated
Μετάφραση:
Ενεργοποιημένος
Όρος:
Activated carbon
Μετάφραση:
Ενεργός άνθρακας
Όρος:
Activation
Μετάφραση:
Eνεργοποίηση
Όρος:
Active ageing
Μετάφραση:
Ενεργός γήρανση
Συντομογραφία:
AIMD
Όρος:
Active Implantable Medical Devices
Μετάφραση:
Ενεργά Εμφιτεύσιμα Ιατροτεχνολογικά Προϊόντα
Συντομογραφία:
AOPD
Όρος:
Active opto-electronic protective device
Μετάφραση:
Οπτικο-ηλεκτρονικός προστατευτικός εξοπλισμός
Όρος:
Active substance
Μετάφραση:
Ενεργή ουσία, Δραστική ουσία
Όρος:
Activity
Μετάφραση:
Δραστηριότητα / ενεργότητα
Όρος:
Activity coefficient
Μετάφραση:
Συντελεστής ενεργότητας
Όρος:
Activity of a radionuclide
Μετάφραση:
Ενεργότητα των ακτινονουκλιδίων
Όρος:
Actors in the supply chain
Μετάφραση:
Φορείς της αλυσίδας εφοδιασμού
Όρος:
Acts of unlawful interference
Μετάφραση:
Έκνομες ενέργειες
Όρος:
Actual bioaccumulation
Μετάφραση:
Πραγματική βιοσυσσώρευση
Όρος:
Actual dermal exposure
Μετάφραση:
Όρος:
Actual Range
Μετάφραση:
Πραγματικό εύρος τιμών
Όρος:
Actuating principles
Μετάφραση:
Αρχές ενεργοποίησης
Όρος:
Acute
Μετάφραση:
Οξύς, αιχμηρός
Όρος:
Acute aquatic toxicity
Μετάφραση:
Οξεία τοξικότητα για το υδάτινο περιβάλλον
Όρος:
Acute dermal toxicity
Μετάφραση:
Οξεία τοξικότητα διά του δέρματος
Όρος:
Acute effect
Μετάφραση:
Άμεση επιπτώση
Όρος:
Acute form
Μετάφραση:
οξεια μορφη
Όρος:
Acute hazard
Μετάφραση:
Οξύς κίνδυνος
Όρος:
Acute hearing losses
Μετάφραση:
Οξεία απώλεια της ακοής
Όρος:
Acute infections
Μετάφραση:
Οξείες λοιμώξεις/οξείες μολύνσεις
Όρος:
Acute inhalation toxicity
Μετάφραση:
Οξεία τοξικότητα διά της εισπνοής
Όρος:
Acute oral toxicity
Μετάφραση:
Οξεία τοξικότητα από του στόματος
Όρος:
Acute poisonings
Μετάφραση:
Οξείες δηλητηριάσεις
Συντομογραφία:
ARfD
Όρος:
Acute reference dose
Μετάφραση:
Δόση αναφοράς οξείας έκθεσης
Όρος:
Acute toxicity
Μετάφραση:
Οξεία τοξικότητα
Συντομογραφία:
ATE
Όρος:
Acute toxicity estimate
Μετάφραση:
Εκτίμηση οξείας τοξικότητας
Όρος:
Acute trauma
Μετάφραση:
Οξύ τραύμα
Όρος:
Acyl chloride
Μετάφραση:
Ακυλοχλωρίδιο
Όρος:
Acylation
Μετάφραση:
Ακυλίωση
Όρος:
Acylium ion
Μετάφραση:
Ιον ακυλίου
Όρος:
Adaptation
Μετάφραση:
Προσαρμογή
Όρος:
adapting the work to the individual
Μετάφραση:
προσαρμογή της εργασίας στον άνθρωπο
Όρος:
Addiction
Μετάφραση:
Εθισμός
Όρος:
Addition
Μετάφραση:
Προσθήκη
Όρος:
addition of dispersion agents
Μετάφραση:
Προσθήκη μέσων διασποράς
Όρος:
Addition of water or hydration
Μετάφραση:
Προσθήκη νερού ή ενυδάτωση
Όρος:
Addition-elimination reaction
Μετάφραση:
Αντίδραση προσθήκης- απόσπασης
Pagination
First page
« αρχική
Previous page
‹‹
Page
1
Page
2
Page
3
Current page
4
Page
5
Page
6
Page
7
Page
8
Page
9
…
Next page
››
Last page
τελευταία »