Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων
Πρωτεύουσες καρτέλες
Βλέπετε τις εγγραφές : 10501 - 10550, σε σύνολο 12273
Όρος: Spent solvents
Μετάφραση: Χρησιμοποιημένοι διαλύτες
Όρος: Spermaceti
Μετάφραση: Κητόσπερμα
Όρος: Spermine
Μετάφραση: Σπερμίνη
Όρος: Spike
Μετάφραση: Στιγμιαία κορυφή (π.χ θορύβου)
Όρος: Spirit varnishes
Μετάφραση: Αλκοολικά βερνίκια
Όρος: Spirometry
Μετάφραση: Σπιρομετρία
Όρος: Spittle
Μετάφραση: Πτύελο
Όρος: Splash
Μετάφραση: Σταγονίδιο
Όρος: Spleen
Μετάφραση: Σπλήνας
Όρος: Splint
Μετάφραση: Νάρθηκας
Όρος: Split sample
Μετάφραση: Υποδιαιρεμένο δείγμα
Όρος: Splitting
Μετάφραση: Διαχωρισμός
Όρος: Spontaneous flammable
Μετάφραση: Αυτοαναφλεγόμενο
Όρος: Spontaneous ignition
Μετάφραση: Αυτανάφλεξη
Όρος: Spontaneously flammable in air
Μετάφραση: Αυτοαναφλέγεται στον αέρα
Όρος: Spontaneously flammable in air
Μετάφραση: Αυτοαναφλέγεται στον αέρα
Όρος: Spores
Μετάφραση: Σπόρια
Όρος: Sport accidents
Μετάφραση: Αθλητικά ατυχήματα
Όρος: Spot
Μετάφραση: Κηλίδα
Όρος: Spot sample
Μετάφραση: Στιγμιαίο δείγμα
Όρος: Spot test
Μετάφραση: Δοκιμή κηλίδας
Όρος: Sprain
Μετάφραση: Διάστρεμμα
Όρος: Spray aerosol
Μετάφραση: Αερόλυμα ψεκασμού
Όρος: Spray painting
Μετάφραση: Βάψιμο με ψεκασμό
Όρος: Spray-vacuuming
Μετάφραση: Ψεκασμός-σάρωσης αναρρόφησης
Όρος: Sprayed asbestos
Μετάφραση: Ψεκασμένος αμίαντος
Όρος: Sprayer
Μετάφραση: Ψεκαστήρας
Όρος: Spraying
Μετάφραση: Ψεκασμός
Όρος: Spraying of the preparation
Μετάφραση: Ψεκασμός του παρασκευάσματος
Όρος: Spraying of the substance
Μετάφραση: Ψεκασμός της ουσίας
Όρος: Spring
Μετάφραση: Ελατήριο
Όρος: Sprinkler system
Μετάφραση: Σύστημα κατασβέσεως πυρκαϊάς
Όρος: Sputum
Μετάφραση: Πτύελο ή σάλιο
Όρος: Squalene
Μετάφραση: Σκουαλένιο
Όρος: Squatting position
Μετάφραση: Ανακούρκουδα
Όρος: Squirrel cage rotor
Μετάφραση: Βραχυκυκλωμένος δρομέας
Όρος: Stabiliser
Μετάφραση: Σταθεροποιητής
Όρος: Stability
Μετάφραση: Σταθερότητα
Όρος: Stability criteria
Μετάφραση: Κριτήρια σταθερότητας
Όρος: Staff turnover
Μετάφραση: Εναλλαγή του προσωπικού στις θέσεις εργασίας
Όρος: Staffing
Μετάφραση: Στελέχωση
Όρος: Staggered conformation
Μετάφραση: Διαβαθμισμένη διαμόρφωση
Όρος: Stairs
Μετάφραση: Κλιμακοστάσιο
Όρος: Stand clamp
Μετάφραση: Λαβίδα για ορθοστάτη
Όρος: Stand retort bases
Μετάφραση: Βάση ορθοστάτη με ομφαλό
Όρος: Stand retort rods
Μετάφραση: Ράβδοι για ορθοστάτη
Όρος: Stand ring retort
Μετάφραση: Δακτύλιος υποδοχή για ορθοστάτες
Όρος: Standard
Μετάφραση: Πρότυπο
Όρος: Standard addition
Μετάφραση: Μέθοδος της σταθερής προσθήκης
Όρος: Standard analyte
Μετάφραση: Πρότυπη αναλυτέα ουσία