Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 10151 - 10200, σε σύνολο 12273
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Severity
Μετάφραση: Μέγεθος κινδύνου

Όρος: Severity of accidents
Μετάφραση: Σοβαρότητα των ατυχημάτων

Όρος: Severity rate
Μετάφραση: Δείκτης βαρύτητας

Όρος: Sewing machine
Μετάφραση: Ραπτομηχανή

Όρος: Sex
Μετάφραση: Φύλο

Όρος: Sex workers
Μετάφραση: Εργαζόμενοι στον τομέα παροχής σεξουαλικών υπηρεσιών

Όρος: Sexual harassement
Μετάφραση: Σεξουαλική παρενόχληση

Όρος: Shaft
Μετάφραση: Άξονας

Όρος: Shape
Μετάφραση: Σχήμα

Συντομογραφία: STD
Όρος: Shaped time domain
Μετάφραση: Διαμορφωμένο πεδίο του χρόνου

Συντομογραφία: SEIS
Όρος: Shared Environmental Information System
Μετάφραση: Ενιαίο Σύστημα Πληροφοριών για το Περιβάλλον (ΕΣΠΠ)

Όρος: Sharps
Μετάφραση: Κοπτερά εργαλεία

Όρος: Shearing
Μετάφραση: Κοπή με ψαλίδι

Όρος: Sheeted bulk container
Μετάφραση: Εμπορευματοκιβώτιο χύδην φορτίων με κάλυμμα

Όρος: Sheeted container
Μετάφραση: Εμπορευματοκιβώτιο με κάλυμμα

Όρος: Sheeted vehicle
Μετάφραση: Όχημα με κάλυμμα

Όρος: Sheeted wagon
Μετάφραση: Φορτάμαξα με κάλυμμα

Όρος: Shelf-life
Μετάφραση: Χρόνος διατήρησης

Όρος: Shell
Μετάφραση: Περίβλημα, κέλυφος

Όρος: shell compartment
Μετάφραση: Χωρητικότητα κελύφους, διαμέρισμα κελύφους, Χωρητικότητα δεξαμενής

Όρος: shell compartment
Μετάφραση: Χωρητικότητα κελύφους, διαμέρισμα κελύφους, Χωρητικότητα δεξαμενής

Όρος: Shell compartment
Μετάφραση: Διαμέρισμα κελύφους

Όρος: Shield
Μετάφραση: Ασπίδα, διάφραγμα

Όρος: Shift
Μετάφραση: Βάρδια

Όρος: Shift work
Μετάφραση: Εργασία σε βάρδια

Όρος: Shift work that involves circadian disruption
Μετάφραση: Βάρδιες που συνδέονται με τη διατάραξη του κιρκαδικού κύκλου

Όρος: Shift workers
Μετάφραση: Εργαζόμενοι σε βάρδιες

Όρος: Shipment
Μετάφραση: Αποστολή

Όρος: Shipyard
Μετάφραση: Ναυπηγείο

Όρος: Shivering
Μετάφραση: Ρίγος

Όρος: Shock
Μετάφραση: Κρούση ή χτύπημα

Όρος: Shock (e.g. psychological)
Μετάφραση: Σοκ (π.χ. ψυχολογικό)

Όρος: Shore clean up
Μετάφραση: Καθαρισμός ρυπανθείσης ακτογραμμής

Συντομογραφία: STEL
Όρος: Short - Term Exposure Limit
Μετάφραση: Οριακή τιμή έκθεσης μικρής διάρκειας

Συντομογραφία: SCCP
Όρος: Short chain chlorinated paraffins (C10-C13)
Μετάφραση: Χλωριωμένες παραφίνες βραχείας αλυσίδας (C10-C13)

Όρος: Short circuit
Μετάφραση: Βραχυκύκλωμα

Όρος: Short term toxicity
Μετάφραση: Βραχυπρόθεσμη τοξικότητα

Όρος: Short-notice Audit
Μετάφραση: Έκτακτη επιθεώρηση

Όρος: short-term hazard
Μετάφραση: βραχυπρόθεσμος κίνδυνος

Όρος: Short-term relief
Μετάφραση: Βραχεία αποκατάσταση
Όρος: Short-term toxicity
Μετάφραση: Υποχρόνια τοξικότητα

Όρος: Shot blaster or shot blasting machine
Μετάφραση: Μηχανή μεταλλοβολής

Όρος: Shoulder
Μετάφραση: Ώμος

Όρος: Shoulder bursitis
Μετάφραση: Θυλακίτιδα του ώμου

Όρος: Shoulder disorders
Μετάφραση: Παθήσεις ώμων

Όρος: Shoulder injuries
Μετάφραση: Κακώσεις των ώμων

Όρος: Shower
Μετάφραση: Καταιονητήρας, ντους

Όρος: Shunt
Μετάφραση: Βραχυκυκλωτής

Όρος: Shut down
Μετάφραση: Παύση λειτουργίας

Όρος: Shut-off valve
Μετάφραση: Στρόφιγγα απομόνωσης

Ακολουθήστε μας