Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 9851 - 9900, σε σύνολο 12273
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Rotor
Μετάφραση: Δρομέας

Συντομογραφία: PIC
Όρος: Rotterdam Convention on the Prior Informed Consent
Μετάφραση: Σύμβαση του Ρότερνταμ σχετικά με τη διαδικασία συναίνεσης έπειτα από ενημέρωση, ΣΜΕ

Όρος: Rouge
Μετάφραση: Ρούζ

Όρος: Round robin test
Μετάφραση: Διεργαστηριακή δοκιμή

Όρος: Rounding
Μετάφραση: Στρογγυλοποίηση

Όρος: Rounding interval
Μετάφραση: Διάστημα στρογγυλοποίησης

Όρος: Route of exposure
Μετάφραση: Oδός έκθεσης

Όρος: Routes of exposure
Μετάφραση: Οδοί έκθεσης

Όρος: Routhenium
Μετάφραση: Ρουθήνιο

Όρος: routine maintenance of flexible IBC’s
Μετάφραση: συνήθης συντήρηση των εύκαμπτων IBC’s

Όρος: Routine maintenance of rigid IBC’s
Μετάφραση: Συνήθης συντήρηση άκαμπτων IBC ή Επαναλαμβανόμενη συντήρηση άκαμπτων IBC

Όρος: Routine method
Μετάφραση: Μέθοδος καθημερινής πράξης (ρουτίνας)

Όρος: Rubber
Μετάφραση: Ελαστικό

Όρος: Rubber fumes
Μετάφραση: Αναθυμιάσεις από την κατεργασία καουτσούκ

Όρος: Rubber solvent (naptha)
Μετάφραση: Διαλύτης καουτσούκ (νάφθα)

Όρος: Rubber, chlorinated
Μετάφραση: Ελαστικό, χλωριωμένο

Όρος: Rubber-facing
Μετάφραση: Ελαστικοποίηση

Όρος: Rubber-tyred machine
Μετάφραση: Ελαστικοφόρος μηχανή

Όρος: rubbish
Μετάφραση: στερεά υπόλοιπα π.χ χαρτί, πλαστικό

Όρος: Ruberythric acid
Μετάφραση: Ρουβερυθρικό οξύ

Όρος: Rubidium
Μετάφραση: Ρουβίδιο

Όρος: Ruby
Μετάφραση: Ρουμπίνιο

Όρος: Ruggedness
Μετάφραση: Ανθεκτικότητα

Όρος: Ruggedness test
Μετάφραση: Δοκιμή αξιοπιστίας

Όρος: Rule
Μετάφραση: Κανόνας

Όρος: Ruled chart paper
Μετάφραση: Βαθμολογημένο χαρτί

Όρος: Run sequence
Μετάφραση: Σειρά μετρήσεων

Όρος: Rupture
Μετάφραση: Θραύση

Όρος: Rupture valve
Μετάφραση: Βαλβίδα θραύσης

Όρος: Rust
Μετάφραση: Σκωρία

Όρος: Rutherfordium
Μετάφραση: Ραδερφόρδιο

Όρος: Rutile
Μετάφραση: Ρουτίλιο

Όρος: Saccharic acid see glutaric acid
Μετάφραση:

Όρος: Safe for fire
Μετάφραση: Ασφαλείς για θερμές εργασίες

Όρος: Safe for men
Μετάφραση: Ασφαλείς για τον άνθρωπο

Όρος: Safe handling of cytotoxic drugs
Μετάφραση: Ασφαλής διακίνηση κυτταροτοξικών ουσιών

Συντομογραφία: SESAME
Όρος: Safe Small and Micro Enterprises-
Μετάφραση: Ασφαλείς Πολύ Μικρές και Μικρές Επιχειρήσεις

Όρος: Safe use
Μετάφραση: Ασφαλής χρήση

Όρος: Safeguard
Μετάφραση: Διάταξη προστασίας ή προστατευτικό μέτρο

Όρος: Safeguard clause
Μετάφραση: Ρήτρα διασφάλισης

Όρος: Safeguarding
Μετάφραση: Προστασία

Όρος: Safety
Μετάφραση: Ασφάλεια

Συντομογραφία: SAFE
Όρος: Safety Actions for Europe
Μετάφραση: Ενέργειες για την ασφάλεια στην Ευρώπη

Όρος: Safety advice
Μετάφραση: Οδηγίες ασφαλούς χρήσης

Όρος: Safety advice concerning dangerous substances and preparations
Μετάφραση: Οδηγίες ασφαλούς χρήσης που αφορούν επικίνδυνες ουσίες και παρασκευάσματα

Όρος: safety and health at work
Μετάφραση: ασφάλειας και της υγείας στο χώρο εργασίας

Όρος: Safety and health committee
Μετάφραση: Επιτροπή υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας

Όρος: Safety and health management
Μετάφραση: Διαχείριση της ασφάλειας και της υγείας

Όρος: Safety and health plan
Μετάφραση: Σχέδιο ασφάλειας και υγείας

Όρος: Safety and health representatives
Μετάφραση: Εκπρόσωποι υγιεινής και ασφάλειας

Ακολουθήστε μας