Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 9151 - 9200, σε σύνολο 12273
| 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Protein foam
Μετάφραση: Πρωτεϊνικός αφρός

Όρος: Protium
Μετάφραση: Πρώτιο

Όρος: Protocol
Μετάφραση: Πρωτόκολλο

Όρος: Protocol concerning cooperation in combating pollution of the Mediterranean Sea by oil and other harmful substances in cases of emergency, Barcelona
Μετάφραση: Πρωτόκολλο για τη συνεργασία στην καταπολέμηση της ρυπάνσεως της Μεσογείου Θαλάσσης από υδρογονάνθρακες και άλλες επιβλαβείς ουσίες σε κρίσιμες καταστάσεις, Βαρκελώνη

Όρος: Protocol concerning Mediterranean specially protected areas, Geneva
Μετάφραση: Πρωτόκολλο για τις ειδικά προστατευόμενες περιοχές της Μεσογείου, Γενεύη

Συντομογραφία: PSP
Όρος: Protocol for a specific purpose
Μετάφραση: Πρωτόκολλο για ειδικό σκοπό

Όρος: Protocol for the protection of the Mediterranean Sea against pollution from land-based sources, Athens
Μετάφραση: Πρωτόκολλο για την προστασία της Μεσογείου Θαλάσσης από τη ρύπανση από χερσαίες πηγές, Αθήνα

Όρος: Proton
Μετάφραση: Πρωτόνιο

Όρος: Provocation tests
Μετάφραση: Δοκιμή πρόκλησης

Όρος: Prussic acid see hydrogen cyanide
Μετάφραση:

Όρος: Pseudocumene or 1,2,4-trimethylbenzene
Μετάφραση: Ψευδοκουμόλιο ή 1,2,4-τριμεθυλοβενζόλιο

Όρος: Pseudotropine
Μετάφραση: Ψευδοτροπίνη

Όρος: Psicose
Μετάφραση: Ψικόζη

Όρος: Psychiatric disorders
Μετάφραση: Ψυχιατρικές διαταραχές

Όρος: Psychological agents
Μετάφραση: Ψυχολογικοί παράγοντες

Όρος: Psychological and organisational hazards
Μετάφραση: Ψυχολογικοί και οργανωτικοί κίνδυνοι

Όρος: Psychological climate
Μετάφραση: Ψυχολογικό κλίμα

Όρος: Psychosocial issues
Μετάφραση: Ψυχοκοινωνικοί παράγοντες

Όρος: Psychosocial work environment
Μετάφραση: Ψυχοκοινωνικό εργασιακό περιβάλλον

Όρος: Psychrophiles
Μετάφραση: Ψυχρόφιλα

Όρος: Psyllium
Μετάφραση: Καθαρτικό

Όρος: Public
Μετάφραση: Κοινό

Όρος: Public authority
Μετάφραση: Δημόσια αρχή

Όρος: Public awareness
Μετάφραση: Ευαισθητοποίηση του κοινού

Όρος: Public concerned
Μετάφραση: Ενδιαφερόμενο κοινό

Όρος: Public Health
Μετάφραση: Δημόσια Υγεία

Όρος: Public Health Executive Agency, Luxembourg
Μετάφραση: Εκτελεστικός Οργανισμός για τη Δημόσια Υγεία, με έδρα το Λουξεμβούργο

Όρος: Public health observation
Μετάφραση: Υγειονομική παρατήρηση

Όρος: Public health response
Μετάφραση: Υγειονομική αντιμετώπιση

Όρος: Public health risk
Μετάφραση: Κίνδυνος δημόσιας υγείας

Όρος: Public participation
Μετάφραση: Συμμετοχή του κοινού

Όρος: Public sector
Μετάφραση: Δημόσιος τομέας

Όρος: Public spaces
Μετάφραση: Δημόσιοι χώροι

Όρος: Public Utilities and Services
Μετάφραση: Δημόσια Επιχείρηση Κοινής Ωφέλειας (ΔΕΚΟ)

Όρος: Publication
Μετάφραση: Δημοσίευση

Όρος: Publication bias
Μετάφραση: Συστημικό σφάλμα δημοσίευσης

Όρος: publicly available specification
Μετάφραση: ευρέως διαθέσιμες προδιαγραφές

Συντομογραφία: PA
Όρος: Publicly available
Μετάφραση: Διατίθεται στην αγορά

Όρος: Pulley room
Μετάφραση: Τροχαλιοστάσιο (ασανσέρ)

Όρος: Pulling
Μετάφραση: Έλξη, τράβηγμα

Όρος: Pulmonary edema
Μετάφραση: Πνευμονικό οίδημα

Όρος: Pulmonary fibrose
Μετάφραση: Πνευμονική ινώση

Όρος: Pulmonary fibroses due to metals not included in the European schedule
Μετάφραση: Πνευμονικές ινώσεις που οφείλονται σε μέταλλα που δεν περιλαμβάνονται στον ευρωπαϊκό κατάλογο

Όρος: Pulmonary fibrosis
Μετάφραση: Πνευμονική ίνωση

Όρος: Pulmonary function
Μετάφραση: Πνευμονική λειτουργία

Συντομογραφία: PM
Όρος: Pulmonary mycotoxicosis
Μετάφραση: Πνευμονική μυκοτοξίκωση

Όρος: Pulmonary toxicology
Μετάφραση: Πνευμονική τοξικολογία

Όρος: Pulmonary tuberculosis
Μετάφραση: Πνευμονική φυματίωση

Όρος: Pulp
Μετάφραση: Πολτός

Όρος: Pump
Μετάφραση: Αντλία

Ακολουθήστε μας