Σύμφωνα με το Ν. 3850/2010, όσον αφορά στην πυρασφάλεια και την εκκένωση των χώρων από εργαζομένους, ο εργοδότης οφείλει να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, τα οποία θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένα στο μέγεθος και στη φύση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης/οργανισμού και να λαμβάνουν υπόψη όλα τα πρόσωπα που είναι παρόντα. Επίσης, οφείλει να οργανώνει την κατάλληλη υποδομή και να εξασφαλίζει τις κατάλληλες διασυνδέσεις με αρμόδιες εξωτερικές υπηρεσίες, προκειμένου να αντιμετωπισθούν άμεσα θέματα διάσωσης και πυρασφάλειας και να ελέγχει τις εγκαταστάσεις και τα μέσα παροχής πρώτων βοηθειών τακτικά, όσον αφορά στην πληρότητα και την ικανότητα χρησιμοποίησής τους.
Κατ’ εφαρμογή των παραπάνω, ο εργοδότης πρέπει μεταξύ άλλων να ορίζει τους εργαζομένους που είναι υπεύθυνοι για την εφαρμογή των μέτρων, που αφορούν στην πυρασφάλεια και την εκκένωση των χώρων. Οι εργαζόμενοι αυτοί πρέπει να έχουν λάβει κατάλληλη επιμόρφωση, να είναι επαρκείς σε αριθμό και να τίθεται στη διάθεσή τους το κατάλληλο υλικό, ανάλογα με το μέγεθος και τους ειδικούς κινδύνους της επιχείρησης και της εγκατάστασης. Για ορισμένες εγκαταστάσεις και χώρους προβλέπεται η συγκρότηση ομάδας πυροπροστασίας σύμφωνα με την Πυροσβεστική Διάταξη 14/2014).
Ανάλογα με τις διαστάσεις και τη χρήση των κτηρίων, τον υπάρχοντα εξοπλισμό, τα φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά των χρησιμοποιουμένων ουσιών, καθώς και τον μέγιστο αριθμό των ατόμων που μπορούν να βρίσκονται εκεί, οι χώροι εργασίας πρέπει να είναι εφοδιασμένοι με κατάλληλο και επαρκή εξοπλισμό κατάσβεσης της πυρκαγιάς και, εφόσον χρειάζεται, με πυρανιχνευτές και συστήματα συναγερμού (βλ. Νομοθεσία πυροπροστασίας ανά χρήση κτηρίου ή εγκατάστασης). O μη αυτόματος (χειροκίνητος) εξοπλισμός πυρόσβεσης πρέπει να είναι ευπρόσιτος και εύχρηστος. Πρέπει, επίσης, να επισημαίνεται σύμφωνα με το ΠΔ 105/1995, η σήμανση να τοποθετείται σε κατάλληλα σημεία και να είναι διαρκής. Ο εξοπλισμός και οι εγκαταστάσεις θα πρέπει να είναι σύμφωνα με τις προδιαγραφές ασφάλειας, να ελέγχονται και να συντηρούνται με βάση τις προβλέψεις των κανονισμών. Οι εργαζόμενοι που τους χρησιμοποιούν θα πρέπει να έχουν εκπαιδευθεί κατάλληλα.
Για τις οδούς διαφυγής και τις εξόδους κινδύνου θα πρέπει να εφαρμόζονται οι προβλέψεις των κανονισμών και των διατάξεων πυροπροστασίας (βλ. ΕΛΙΝΥΑΕ: Νομοθεσία πυροπροστασίας ανά χρήση κτηρίου), καθώς και οι προβλέψεις του ΠΔ 16/1996. Οι οδοί διαφυγής και έξοδοι κινδύνου θα πρέπει να επισημαίνονται σύμφωνα με το ΠΔ 105/1995.
Οι πυροσβεστήρες διαφοροποιούνται ανάλογα με το κατασβεστικό υλικό που περιέχουν (π.χ. ξηράς σκόνης, διοξειδίου του άνθρακα, αφρού, αερίων) και το μέγεθός τους (π.χ. φορητοί, τροχήλατοι). Αναλόγως των υλικών που καίγονται υπάρχουν διαφορετικές κατηγορίες πυρκαγιάς (A, B, C, D, F). Στην ετικέτα του πυροσβεστήρα αναγράφεται για ποιες κατηγορίες πυρκαγιάς είναι κατάλληλος και αν είναι κατάλληλος για πυρκαγιές παρουσία ηλεκτρικού ρεύματος.
Όλοι οι χώροι εργασίας, ανεξαρτήτως εάν προβλέπεται η ύπαρξη άλλων μέσων πυρόσβεσης, πρέπει τουλάχιστον να διαθέτουν πυροσβεστήρες. Ο ελάχιστος αριθμός και το είδος των πυροσβεστήρων που απαιτούνται για κάθε χώρο εργασίας καθορίζονται με βάση τις προβλέψεις της νομοθεσίας και την εκτίμηση των κινδύνων. Λαμβάνεται υπόψη η επαγγελματική δραστηριότητα, το μέγεθος του κτηρίου, η επικινδυνότητας των εργασιών κ.ά. (Βλ. Νομοθεσία πυροπροστασίας ανά χρήση κτηρίου ή εγκατάστασης).
Οι Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις 618/43/2005 και 17230/671/2005, καθορίζουν τις διαδικασίες και προϋποθέσεις έγκρισης, διάθεσης και ελέγχου στην ελληνική αγορά των πυροσβεστήρων, τις διαδικασίες συντήρησης, επανελέγχου και αναγόμωσης αυτών. Επίσης, οι πυροσβεστήρες θα πρέπει να ελέγχονται τακτικά από τον ιδιοκτήτη (οπτικός έλεγχος) τουλάχιστον κάθε τρεις μήνες και κατά προτίμηση κάθε μήνα.
Η υποχρεωτική εγκατάσταση τέτοιου είδους συστημάτων προβλέπεται για ορισμένους χώρους εργασίας, αναλόγως της φύσης της επαγγελματικής δραστηριότητας, του μεγέθους των εγκαταστάσεων και των κινδύνων στην εργασία. Οι συγκεκριμένες προβλέψεις αναφέρονται στους κανονισμούς και στις διατάξεις πυροπροστασίας, αναλόγως της χρήσης του κτηρίου και της ημερομηνίας που έχουν λάβει άδεια οικοδομής (Βλ. Νομοθεσία πυροπροστασίας ανά χρήση κτηρίου ή εγκατάστασης).