Καταργήθηκε από :
Attachment | Size |
---|---|
ΦΕΚ 200A_1983 | 154.46 KB |
1. Το άρθρο 4 παράγραφος 1 του Νόµου 1338/1983 για την εφαρµογή του Κοινοτικού δικαίου.
(ΦΕΚ 34/τ.Α/17.3.1983) και το άρθρο 2 του Ν. 945/1979 (170 Α΄).
2. Τα άρθρα 2,143 και 145 της πράξης «περί των όρων προσχωρήσεως της Ελληνικής ∆ηµοκρατίας και των Προσαρµογών των Συνθηκών».
3. Το άρθρο 3 του Ν. 1104/80 «περί εκπροσωπήσεως της Ελλάδος στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, ιδρύσεως ∆ιπλωµατικών και Προξενικών Αρχών και ρυθµίσεως άλλων συναφών οργανωτικών θεµάτων» (ΦΕΚ 298/τ.Α/29.12.80), σε συνδυασµό µε την παρ. 1 του άρθρου 3 του Π.∆. 574/1982 «Ανακατανοµή των αρµοδιοτήτων των Υπουργείων» (ΦΕΚ 104/τ.Α/30.8.82).
4. Τις 634/1983 και 739/1981 γνωµοδοτήσεις του Συµβουλίου Επικρατείας, µε πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονοµίας, Οικονοµικών και Εργασίας, αποφασίζουµε:
1. Σκοπός του Προεδρικού ∆ιατάγµατος τούτου είναι η συµµόρφωση της Ελληνικής νοµοθεσίας µε την Κοινοτική και ειδικότερα µε την Οδηγία 77/728/ΕΟΚ του Συµβουλίου της 7 Νοεµβρίου 1977 «περί προσεγγίσεως των νοµοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών µελών που αφορούν την ταξινόµηση, συσκευασία και επισήµανση των χρωµάτων, βερνικιών, τυπογραφικών µελανών, κολλών και συναφών προϊόντων (Ε.Ε., Ειδική Έκδοση στα Ελληνικά: κατ. 13, τόµος 007, σ. 25), καθώς και µε τα Παραρτήµατα της 1 και II, στα οποία αυτό το Π.∆. και παραπέµπει.
2. Το Π.∆. τούτο αφορά:
− Την ταξινόµηση
− τη συσκευασία και
− την επισήµανση
των παρασκευασµάτων που προορίζονται να χρησιµοποιηθούν, σαν:
− Χρώµατα, βερνίκια, τυπογραφικές µελάνες, επιχρίσµατα (COATIGS), κόλλες (ADHESIVES), συγκολλητικά (JOINTING COMPOUNDS), στόκοι (PUTTIES), επιχρίσµατα για απόφραξη πόρων (SEALANTS), υποστρώµατα (UNDERCOATS), διαβρωτικά χρωµάτων (PAINT STRIPPERS), απολιπαντικά (DEGREASING AGENTS) χρώµατα ζωγραφικής και αποκολλητικά (RELEASE AGENTS),
− µέσα προστασίας της επιφάνειας και αστάρια (PRIMERS) για ξύλο που δεν καλύπτονται από άλλες ειδικές διατάξεις και των επικίνδυνων παρασκευασµάτων που χρησιµοποιούνται για την τελειοποίηση των ανωτέρω προϊόντων.
3. Το Προεδρικό ∆ιάταγµα τούτο εφαρµόζεται στα παρασκευάσµατα που καθορίζονται στην ανωτέρω παράγραφο 2, τα οποία διατίθενται στην αγορά και θεωρούνται επικίνδυνα κατά τις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 2 της Οδηγίας 67/548/ΕΟΚ και του άρθρου 3 του παρόντος ∆ιατάγµατος.
4. Το Π.∆. τούτο εφαρµόζεται επίσης στα παρασκευάσµατα που περιλαµβάνονται στο Παράρτηµα ΙΙ της οδηγίας 77/728/ΕΟΚ.
5. Οι ορισµοί του άρθρου 2 της Οδ. 67/548/ΕΟΚ εφαρµόζονται και στο παρόν.
Οι διατάξεις του Π.∆. τούτου δεν εφαρµόζονται:
α) Στη µεταφορά των επικινδύνων παρασκευασµάτων σιδηροδροµικώς, οδικώς, από χερσαίες υδάτινες οδούς, από τη θάλασσα ή τον αέρα.
β) Στα παρασκευάσµατα που προορίζονται για εξαγωγή σε τρίτες χώρες.
γ) Σε παρασκευάσµατα υπό διαµετακόµιση που υπόκεινται σε τελωνειακό έλεγχο, εφ’ όσον αυτά δεν έχουν υποστεί επεξεργασία ή µεταποίηση.
1. Οι διατάξεις του Π.∆. τούτου εφαρµόζονται στα παρασκευάσµατα στα οποία οι συγκεντρώσεις των επικινδύνων ουσιών, που περιλαµβάνονται στο Παράρτηµα 1 της Οδηγίας 67/548/ΕΟΚ υπερβαίνουν τα όρια που καθορίζονται στις παρακάτω παραγράφους, είτε αυτές αποτελούν συστατικά τους είτε συνυπάρχουν ως ξένες προσµίξεις ή πρόσθετα.
2. Οι παρακάτω συγκεντρώσεις, που εκφράζονται επί τοις εκατό κατά βάρος, αναφέρονται στο συνολικό βάρος του παρασκευάσµατος.
3. α) Θεωρούνται ως τοξικά τα παρασκευάσµατα που περιέχουν: διαλύτη ή µίγµα διαλυτών ταξινοµηµένα ως τοξικά σύµφωνα µε την Οδηγία του Συµβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 73/173/ΕΟΚ (Ε.Ε., Ειδική Έκδοση στα Ελληνικά: τεύχος 15, τόµος 001, σ. 3) όπου το ποσοστό κάθε διαλύτη υπολογίζεται σε σχέση µε το συνολικό βάρος του παρασκευάσµατος, όπως αναφέρεται στην ανωτέρω παράγραφο 2, ή
− µία ή περισσότερες από τις ουσίες τις ταξινοµηµένες ως τοξικές στο Παράρτηµα 1 της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ, σε συγκέντρωση µεγαλύτερη από την τιµή που αντιστοιχεί στην κατηγορία «τοξικό» για την ουσία αυτή, ή
− µία ή περισσότερες από τις ουσίες που δεν περιλαµβάνονται ούτε στο Παράρτηµα 1 της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ ούτε στην Οδηγία 73/173/ΕΟΚ αλλά είναι ταξινοµηµένες ως τοξικές στο παράρτηµα 1 της Οδηγίας 67/548/ΕΟΚ, µε τον όρο ότι η συγκέντρωση κάθε µίας ουσίας υπερβαίνει το 0,2% ή η ολική συγκέντρωση των ουσιών αυτών στο παρασκεύασµα υπερβαίνει το 1%.
β) Θεωρούνται ως επιβλαβή τα παρασκευάσµατα που περιέχουν:
− διαλύτη ή µίγµα διαλυτών ταξινοµηµένα ως επιβλαβή σύµφωνα µε την Οδηγία 73/173/ΕΟΚ, η δε εκατοστιαία κατά βάρος συγκέντρωση κάθε διαλύτη υπολογίζεται σε σχέση µε το συνολικό βάρος του παρασκευάσµατος, όπως αναφέρεται στην παραπάνω παράγραφο 2, ή
− µία ή περισσότερες από τις ουσίες τις ταξινοµηµένες ως επιβλαβείς στο Παράρτηµα 1 της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ, σε συγκέντρωση που είναι ανάµεσα στις οριακές τιµές, οι οποίες αντιστοιχούν στην κατηγορία «επιβλαβές» για την ουσία αυτή, ή
− µία ή περισσότερες από τις ουσίες που δεν περιλαµβάνονται ούτε στο Παράρτηµα 1 της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ, ούτε στην Οδηγία 73/173/ΕΟΚ, αλλά είναι ταξινοµηµένες ως επιβλαβείς στο Παράρτηµα 1 της Οδηγίας 67/548/ΕΟΚ και των οποίων η ολική συγκέντρωση στο παρασκεύασµα είναι µεγαλύτερη από 10%.
γ) Θεωρούνται ως διαβρωτικά τα παρασκευάσµατα, τα οποία περιέχουν:
− µία ή περισσότερες από τις ουσίες τις ταξινοµηµένες ως διαβρωτικές στο Παράρτηµα 1 της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ, σε συγκέντρωση µεγαλύτερη από την οριακή τιµή, η οποία αντιστοιχεί
στην κατηγορία «διαβρωτικό» για την ουσία αυτή, ή
− µία ή περισσότερες από τις ουσίες, οι οποίες δεν περιλαµβάνονται ούτε στο Παράρτηµα 1 της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ, ούτε στην Οδηγία 73/173/ΕΟΚ αλλά είναι ταξινοµηµένες ως διαβρωτικές στο Παράρτηµα 1 της Οδηγίας 67/548/ΕΟΚ και των οποίων η ολική συγκέντρωση είναι µεγαλύτερη από 5%.
δ) Θεωρούνται ως ερεθιστικά τα παρασκευάσµατα τα οποία περιέχουν:
− µία ή περισσότερες από τις ουσίες τις ταξινοµηµένες ως ερεθιστικές στο Παράρτηµα 1 της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ, σε συγκέντρωση που είναι ανάµεσα στις οριακές τιµές οι οποίες αντιστοιχούν στην κατηγορία «ερεθιστικό» για την ουσία αυτή, ή
− µία ή περισσότερες από τις ουσίες που δεν περιλαµβάνονται ούτε στο παράρτηµα 1 της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ, ούτε στην Οδηγία 73/173/ΕΟΚ, αλλά είναι ταξινοµηµένες ως ερεθιστικές στο Παράρτηµα 1 της Οδηγίας 67/548/ΕΟΚ και των οποίων η ολική συγκέντρωση είναι µεγαλύτερη από 5%.
ε) Θεωρούνται ως οξειδωτικά τα παρασκευάσµατα τα οποία περιέχουν:
− µία ή περισσότερες από τις ουσίες τις ταξινοµηµένες ως οξειδωτικές στο Παράρτηµα 1 της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ, σε συγκέντρωση µεγαλύτερη από την οριακή τιµή η οποία αντιστοιχεί στην κατηγορία «Οξειδωτικό» για την ουσία αυτή, ή
− µία ή περισσότερες από τις ουσίες που δεν περιλαµβάνονται στο Παράρτηµα 1 της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ, αλλά είναι ταξινοµηµένες ως οξειδωτικές στο Παράρτηµα 1 της Οδηγίας 67/548/ΕΟΚ και των οποίων η ολική συγκέντρωση είναι µεγαλύτερη από 25%.
στ) Θεωρούνται ως λίαν εύφλεκτα:
Παρασκευάσµατα σε υγρή κατάσταση, τα οποία έχουν σηµείο ανάφλεξης µικρότερο από 21°C, το οποίο προσδιορίζεται σύµφωνα µε τη µέθοδο που περιγράφεται στο Παράρτηµα V της Οδηγίας 67/548/ΕΟΚ.
ζ) Θεωρούνται ως εύφλεκτα:
παρασκευάσµατα σε υγρή κατάσταση τα οποία έχουν σηµείο ανάφλεξης µεταξύ 21 και 25°C, το οποίο προσδιορίζεται µε τη µέθοδο που περιγράφεται στο Παράρτηµα V της Οδηγίας 67/548/ΕΟΚ.
4. Για τα παρασκευάσµατα µε τη µορφή αεροζόλ εφαρµόζονται οι διατάξεις οι σχετικές µε τα κριτήρια αναφλεξιµότητας που περιλαµβάνονται στο σηµείο 1.8 του Παραρτήµατος της Οδηγίας 75/324/ΕΟΚ του Συµβουλίου της 20.5.75 (Ε.Ε. Ειδική Έκδοση στα Ελληνικά : τεύχος 13, τόµος 003, σελ. 92) «περί προσεγγίσεως των νοµοθεσιών των κρατών µελών που αναφέρονται στις συσκευές αερολυµάτων».
Απαγορεύεται η διάθεση στην αγορά παρασκευασµάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 του Π.∆. τούτου και τα οποία δεν είναι σύµφωνα µε τις διατάξεις του και µε τα Παραρτήµατα της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ
Απαγορεύεται η διάθεση στην αγορά παρασκευασµάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 του Π.∆. τούτου εφ’ όσον η συσκευασία τους δεν είναι σύµφωνη µε τους παρακάτω όρους:
α) Οι συσκευασίες και τα συστήµατα κλεισίµατος να είναι σχεδιασµένα και κατασκευασµένα κατά τρόπο ώστε να αποκλείεται κάθε διαφυγή του περιεχοµένου. Ο όρος αυτός δεν εφαρµόζεται στις περιπτώσεις για τις οποίες προβλέπονται ειδικές διατάξεις ασφαλείας.
β) Τα υλικά κατασκευής της συσκευασίας και των συστηµάτων κλεισίµατος να µη προσβάλλονται από το περιεχόµενο και να µη σχηµατίζουν επιβλαβείς ή επικίνδυνες ενώσεις µε αυτό.
γ) Οι συσκευασίες και τα συστήµατα κλεισίµατος να είναι σε όλα τα σηµεία ανθεκτικά και στερεά ώστε να αποκλείεται κάθε χαλάρωση και να αντέχουν στις καταπονήσεις της συνηθισµένης χρήσης.
1. Απαγορεύεται η διάθεση στην αγορά παρασκευασµάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 του Π.∆. τούτου, εφ’ όσον η συσκευασία τους δεν είναι σύµφωνη µε τους παρακάτω όρους επισήµανσης.
2. Κάθε συσκευασία παρασκευάσµατος που θεωρείται ως επικίνδυνο κατά την έννοια του άρθρου 3 του Π.∆. τούτο να έχει τις παρακάτω ενδείξεις µε τρόπο ευανάγνωστο και ανεξίτηλο:
α) Την ονοµασία του ή των τοξικών, επιβλαβών και ή διαβρωτικών συστατικών του παρασκευάσµατος, εφ’ όσον η συγκέντρωσή τους είναι µεγαλύτερη από τα κατώτατα όρια που καθορίζονται στο άρθρο 3.
Την ονοµασία των ερεθιστικών συστατικών, εάν η συγκέντρωσή τους είναι µεγαλύτερη από τα κατώτατα όρια που καθορίζονται στο άρθρο 3 του Π.∆. τούτου, εφ’ όσον το παρασκεύασµα δεν περιέχει και τοξικά, επιβλαβή ή διαβρωτικά συστατικά. Αντί για τις ονοµασίες των διαφόρων ερεθιστικών συστατικών µπορεί να χρησιµοποιηθεί ο όρος «ερεθιστικοί διαλύτες» προκειµένου να υποδειχθούν τα συστατικά αυτής της κατηγορίας.
Οι διατάξεις του άρθρου 5(2) (α) της Οδηγίας 73/173/ΕΟΚ εφαρµόζονται στους διαλύτες, το ποσοστό δε κάθε διαλύτη υπολογίζεται στο συνολικό βάρος του παρασκευάσµατος.
Η ονοµασία πρέπει να είναι µία από κείνες που περιλαµβάνονται, στο Παράρτηµα Ι της Οδηγίας 67/548/ΕΟΚ.
β) Το όνοµα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου, το οποίο διαθέτει το παρασκεύασµα στην αγορά.
γ) Τα σύµβολα που καθορίζονται από το Π.∆. τούτο και την ένδειξη των κινδύνων που παρουσιάζει το παρασκεύασµα σύµφωνα µε το άρθρο 6 παρ. 2. εδ. γ και το παράρτηµα ΙΙ της Οδηγίας 67/548/ΕΟΚ σε συνδυασµό µε το Παράρτηµα V της Οδηγίας αυτής σχετικά µε το
σηµείο ανάφλεξης.
δ) Σηµείωση των ειδικών κινδύνων από το παρασκεύασµα.
Στην περίπτωση παρασκευασµάτων που περιέχουν επιβλαβείς, ερεθιστικές, λίαν εύφλεκτες, εύφλεκτες ή οξειδωτικές ουσίες, δεν είναι απαραίτητη η ένδειξη των ειδικών κινδύνων αν το περιεχόµενο της συσκευασίας δεν είναι µεγαλύτερο από 125 ML.
3. Η σηµείωση των ειδικών κινδύνων, σε συνδυασµό µε τους κυρίους κινδύνους καθορίζεται από τις αρµόδιες Αρχές για τα παρασκευάσµατα που πρέπει να πάρουν έγκριση, στις άλλες δε περιπτώσεις από τον κατασκευαστή ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που διαθέτει τα παρασκευάσµατα αυτά στην αγορά.
Η σηµείωση αυτή πρέπει να είναι σύµφωνη µε τους όρους του Παραρτήµατος ΙΙΙ της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ.
∆εν είναι ανάγκη να αναγράφονται περισσότερες από τέσσερις τυποποιηµένες φράσεις για τους κινδύνους. Οι φράσεις για τους κινδύνους της υγείας πρέπει να προηγούνται από κείνες που αναφέρονται σε κινδύνους εκρήξεων ή πυρκαιάς.
4. Η συσκευασία συνοδεύεται από οδηγίες προφύλαξης σχετικά µε τη χρήση των παρασκευασµάτων, στην περίπτωση που οι οδηγίες αυτές είναι πρακτικά αδύνατο να γραφούν στην ετικέτα ή και κατ’ ευθείαν στη συσκευασία. Οι Οδηγίες αυτές επιλέγονται από τον παρασκευαστή ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που διαθέτει το παρασκεύασµα στην αγορά.
Στην περίπτωση που το παρασκεύασµα υπόκειται σε έγκριση, οι οδηγίες αυτές επιλέγονται από την αρµόδια γι’ αυτή Αρχή.
Και στις δύο περιπτώσεις οι οδηγίες πρέπει να είναι σύµφωνες µε τις ενδείξεις του Πίνακα του Παραρτήµατος IV της Οδηγίας 67/548/ΕΟΚ.
Για τα παρασκευάσµατα που περιέχουν επιβλαβείς, ερεθιστικές, λίαν εύφλεκτες, εύφλεκτες ή οξειδωτικές ουσίες, οι οδηγίες προφύλαξης σχετικά µε τη χρήση δεν είναι υποχρεωτικές όταν το περιεχόµενο της συσκευασίας δεν είναι µεγαλύτερο από 125 ML.
Για τα παρασκευάσµατα που περιλαµβάνονται στο Παράρτηµα ΙΙ της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ δεν ισχύει το όριο αυτό, εκτός αν καθορίζεται αντίθετα.
Για τα παρασκευάσµατα που περιέχουν ουσίες περιλαµβανόµενες στο Παράρτηµα ΙΙ της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ πρέπει να αναφέρονται και οι σχετικές µε αυτά ειδικές ενδείξεις.
Για τα παρασκευάσµατα που κυκλοφορούν στην αγορά σε µορφή αεροζόλ, ισχύει επίσης το σηµείο 2.2 του Παραρτήµατος της Οδηγίας 75/324/ΕΟΚ.
5. Όταν προβλέπονται περισσότερα από ένα σύµβολα κινδύνων για ένα παρασκεύασµα:
− Εφ’ όσον υπάρχει το σύµβολο Τ, τα σύµβολα Χ και C δεν είναι απαραίτητα, εκτός αν το Παράρτηµα Ι της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ περιλαµβάνει αντίθετη διάταξη.
− Εφ’ όσον υπάρχει το σύµβολο C, δεν είναι απαραίτητο το σύµβολο Χ.
− Εφ’ όσον υπάρχει το σύµβολο Ε, δεν είναι απαραίτητα τα σύµβολα F και Ο.
1. Όταν οι ενδείξεις που προβλέπονται από το άρθρο 6 του Π.∆. τούτου αναγράφονται σε ετικέτα, η ετικέτα αυτή πρέπει να είναι τοποθετηµένη σε µία ή περισσότερες επιφάνειες της συσκευασίας, κατά τρόπο ώστε να µπορεί να διαβάζεται οριζόντια όταν η συσκευασία τοποθετείται, κανονικά. Οι ετικέτες πρέπει να έχουν τις κατωτέρω διαστάσεις:
Κάθε σύµβολο πρέπει να σκεπάζει τουλάχιστον το ένα δέκατο της επιφάνειας της ετικέτας, χωρίς ποτέ να είναι µικρότερο από ένα τετραγωνικό εκατοστόµετρο. Ολόκληρη η επιφάνεια της ετικέτας πρέπει να είναι κολληµένη επάνω στην άµεση συσκευασία του παρασκευάσµατος.
Το χρώµα και η εµφάνιση της ετικέτας - και της συσκευασίας στην περίπτωση της παραγράφου 2 πρέπει να είναι τέτοια ώστε το σύµβολο κινδύνου και το κιτρινοπορτοκαλλί φόντο του να διακρίνονται καθαρά.
2. ∆εν χρειάζεται ετικέτα όταν η ίδια η συσκευασία έχει τις ενδείξεις µε τρόπο εµφανή και σύµφωνο µε εκείνο που προβλέπεται από την παράγραφο 1 του άρθρου τούτου.
3. Απαγορεύεται η διάθεση στην αγορά επικινδύνων παρασκευασµάτων αν το κείµενο της επισήµανσης δεν είναι γραµµένο στην Ελληνική ή τουλάχιστον και στην ελληνική γλώσσα.
4. Οι αιτήσεις επισήµανσης του Π.∆. τούτου θεωρείται ότι ικανοποιούνται:
α) Αν η εξωτερική συσκευασία που περιέχει µία ή περισσότερες εσωτερικές συσκευασίες έχει επισήµανση σύµφωνη µε τους διεθνείς κανονισµούς για τη µεταφορά επικινδύνων ουσιών και οι εσωτερικές συσκευασίες έχουν ετικέτα σύµφωνη µε τις διατάξεις του Π.∆. τούτου.
β) Στην περίπτωση µιας και µόνης συσκευασίας, αν η συσκευασία έχει επισήµανση σύµφωνη µε τους διεθνείς κανονισµούς για την µεταφορά επικινδύνων ουσιών καθώς επίσης και µε το άρθρο 6 παράγραφο 2 υπό α), β), δ) και παράγραφο 4 του Π.∆. τούτου.
Για τις επικίνδυνες ουσίες που δεν εξάγονται από την Ελληνική Επικράτεια επιτρέπεται επισήµανση σύµφωνα µε τους εθνικούς κανονισµούς για τη µεταφορά επικινδύνων ουσιών, αντί για επισήµανση σύµφωνη µε τους διεθνείς κανονισµούς για τη µεταφορά επικινδύνων ουσιών.
1. Σε συσκευασίες, όπου οι πολύ περιορισµένες διαστάσεις ή το απρόσφορο σχήµα δεν επιτρέπουν επισήµανση σύµφωνη µε το άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2 του Π.∆. τούτου, η επισήµανση που επιβάλλεται από το άρθρο 6 του Π.∆. τούτου επιτρέπεται να γίνεται µε ετικέτα ή µε ενδείξεις µικροτέρων διαστάσεων, ανάλογα µε το µέγεθος της συσκευασίας.
2. Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις των άρθρων 6 και 7 του Π.∆. τούτου, οι συσκευασίες των παρασκευασµάτων, µε εξαίρεση των τοξικών, επιτρέπεται να επισηµαίνονται µε άλλο τρόπο, εφ’ όσον οι συσκευασίες περιέχουν περιορισµένες ποσότητες, οι οποίες δεν παρουσιάζουν κίνδυνο για τα πρόσωπα που µεταχειρίζονται τα παρασκευάσµατα και για τους τρίτους.
3. Εφ’ όσον γίνει χρήση των διευκολύνσεων που αναφέρονται στις ανωτέρω παραγράφους 1 και 2 του άρθρου αυτού, αρµόδια Αρχή ενηµερώνει αµέσως σχετικά την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
4. Η διάθεση στην αγορά των επικίνδυνων παρασκευασµάτων που καλύπτονται από το Π.∆. τούτο δεν µπορεί να απαγορευθεί, να περιορισθεί ή να εµποδισθεί για λόγους ταξινόµησης, συσκευασίας ή επισήµανσης κατά την έννοια του Π.∆. τούτου, εφ’ όσον αυτά είναι σύµφωνα µε τις διατάξεις του και µε τα Παραρτήµατα της Οδηγίας 77/728/ΕΟΚ.
1. Αν διαπιστωθεί από τις αρµόδιες υπηρεσίες, µετά από εµπεριστατωµένη αιτιολογία, ότι ένα επικίνδυνο παρασκεύασµα, ενώ είναι σύµφωνο µε τις διατάξεις του Π.∆. τούτου, παρουσιάζει κίνδυνο για την ασφάλεια ή την υγεία, µπορεί µε απόφαση του Ανωτάτου Χηµικού Συµβουλίου να απαγορευθεί προσωρινά ή να υποβληθεί σε ειδικούς όρους ή διάθεση στην αγορά του παρασκευάσµατος αυτού.
2. Η παραπάνω απόφαση, κατάλληλα αιτιολογηµένη, κοινοποιείται στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στα άλλα Κράτη µέλη.
Οι παραβάτες των διατάξεων του παρόντος Π.∆. τιµωρούνται µε πρόστιµο από 100.000 έως 500.000 δρχ., που επιβάλλεται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, µόνον εφ’ όσον οι εξηγήσεις που θα κληθεί να παράσχει ο εγκαλούµενος στην αρµόδια Αρχή δεν κριθούν ικανοποιητικές.
Την εφαρµογή των διατάξεων του Π.∆. τούτου αναθέτουµε στο Υπουργείο Οικονοµικών - Γενικό Χηµείο του Κράτους.
Το Προεδρικό ∆ιάταγµα τούτο αρχίζει να ισχύει από τη δηµοσίευσή του στην Εφηµερίδα της Κυβέρνησης.
Στον Υπουργό Οικονοµικών αναθέτουµε τη δηµοσίευση του Προεδρικού ∆ιατάγµατος αυτού.
Αθήνα, 31 ∆εκεµβρίου 1983
Ο ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ ΤΗΣ ∆ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ |
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΤΤΑΚΗΣ |
The social partners body for health and safety at work