Η βιολογική παρακολούθηση των εργαζομένων είναι μια διαδικασία εξακρίβωσης της έκθεσης σε χημικές ουσίες. Βασίζεται στην ανάλυση βιολογικών δειγμάτων/υλικών, όπως το αίμα ή/και τα ούρα, στους εκτιθέμενους εργαζομένους, ενώ η έκθεση αξιολογείται προσδιορίζοντας τους μεταβολίτες των χημικών ουσιών μέσω έγκυρων εργαστηριακών αναλυτικών μεθόδων στα βιολογικά δείγματα των εκτιθέμενων εργαζομένων.
Στην εκτίμηση ενός βιολογικού κινδύνου εξετάζουμε την παρουσία του βιολογικού παράγοντα στον εργασιακό χώρο αναλύοντας τα χαρακτηριστικά του (βαθμός μολυσματικότητας, παθογονικότητας, μεταδοτικότητας, λοιμοτοξικότητας και ανοσοποιητικής ικανότητας), και τη συσχέτιση της οξείας ή/και χρόνιας έκθεσης με την εκδήλωση συμπτωμάτων στην υγεία (π.χ. αναπνευστικές και δερματικές αλλεργίες, ιογενή ηπατίτιδα, αγκυλοστομίαση, λεγιονέλλωση, μηνιγγιτιδοκοκκική νόσος, σαλμονέλωση, τέτανος, ζοωνόσοι κ.α).
Αναγνωρίστηκε το 1976 όταν μια επιδημία πνευμονίας πρόσβαλε 221 ανθρώπους και προκάλεσε 34 θανάτους στο ξενοδοχείο Bellevue-Staford της Φιλαδέλφειας των ΗΠΑ. Η αιτία αυτής της πνευμονίας ήταν ένα είδος gram αρνητικού αερόβιου βακτηριδίου, που ονομάστηκε λεγιονέλλα πνευμονόφιλος και απομονώθηκε σε υδρατμούς από το νερό των κλιματιστικών κεντρικών συστημάτων. Η λεγιονέλλα που αποτελείται από περισσότερα από 30 είδη βακίλων, ευρύτατα διαδεδομένων στο φυσικό περιβάλλον (ειδικά στο νερό των λιμνών, των ποταμών καθώς και στο καθαρό νερό), προκαλεί νόσο όταν ο άνθρωπος ξενιστής εισπνεύσει ή αλλιώς εισροφήσει επαρκή ποσότητα νερού υπό μορφή σταγονιδίων (αερολύματος), που έχει αποικηθεί με λεγιονέλλα. Στο κοινωνικό και εργασιακό περιβάλλον ιδανικός τόπος διαβίωσης του μικροοργανισμού αποτελούν τα συστήματα κυκλοφορίας ζεστού και κρύου νερού, οι εξατμιστικοί συμπυκνωτές, οι βρύσες και τα ντους, οι πισίνες και οι δεξαμενές υδρομαλάξεων (spa), τα διακοσμητικά σιντριβάνια, νοσοκομειακοί υγραντήρες που δεν χρησιμοποιούν αποστειρωμένο νερό και οι κεντρικές μονάδες υδρόψυκτου κλιματισμού (πύργοι ψύξης). Κλινικά, η νόσος των λεγεωνάριων παρουσιάζεται, είτε με την μορφή της πνευμονικής νόσου (άτυπης πνευμονίας με εξελισσόμενη ακτινολογική εικόνα) ή του πυρετού Pontiac.
Εμβολιασμός σημαίνει χορήγηση εμβολίου με στόχο την ενεργοποίηση μιας προστατευτικής ανοσιακής απόκρισης, η οποία θα προστατεύσει το εμβολιαζόμενο άτομο από τη νόσο στην περίπτωση που έρθει αργότερα σε επαφή με τον αντίστοιχο λοιμογόνο παράγοντα. Επομένως ο εμβολιασμός θεωρείται επαρκής και επιτυχημένος όταν έχει ως αποτέλεσμα την ανοσιοποίηση. Ο εμβολιασμός αποτελεί μια πολύ αποτελεσματική μέθοδο πρόληψης συγκεκριμένων λοιμωδών νοσημάτων. Λοιμώδη νοσήματα με άμεση μολυσματική μετάδοση και ειδικά αυτά της παιδικής ηλικίας (π.χ. γρίπη, ιλαρά, ερυθρά, ανεμοβλογιά κ.ά.) μπόρεσαν να ελεγχθούν μέσω του προληπτικού εμβολιασμού, σώζοντας πολλές ζωές στον πλανήτη.