Αγγλοελληνικό Λεξικό Όρων

Βλέπετε τις εγγραφές : 11701 - 11750, σε σύνολο 12273
| ( | 1 | 2 | 3 | 4 | A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z | Ε
Όρος: Unpaid work
Μετάφραση: Μη αμειβόμενη εργασία

Όρος: unprocessed slag
Μετάφραση: Ανεπεξέργαστη σκωρία

Όρος: Unqualified opinion
Μετάφραση: Σύμφωνη γνώμη

Όρος: Unreactive
Μετάφραση: Αδρανές

Όρος: Unreactive substance
Μετάφραση: Χημικώς αδρανής ουσία

Όρος: Unsafe conditions
Μετάφραση: Επισφαλείς συνθήκες, ανασφαλείς συνθήκες

Όρος: Unsaturated
Μετάφραση: Ακόρεστος

Όρος: Unsaturated fatty acids
Μετάφραση: Ακόρεστα λιπαρά οξέα

Όρος: Unsaturated hydrocarbons
Μετάφραση: Ακόρεστοι υδρογονάνθρακες

Όρος: Unsaturated monocarboxylic acids
Μετάφραση: Ακόρεστα µονοκαρβοξυλικά οξέα

Όρος: Unsaturated solution
Μετάφραση: Ακόρεστο διάλυμα

Όρος: Unskilled worker
Μετάφραση: Ανειδίκευτος εργάτης

Όρος: Unstable
Μετάφραση: Ασταθής

Όρος: Unstable explosive
Μετάφραση: Ασταθή εκρηκτικά

Όρος: Unstable explosive
Μετάφραση: Ασταθές εκρηκτικό

Όρος: Unstable explosive
Μετάφραση: Ασταθή εκρηκτικά

Όρος: Unsuitable alternative
Μετάφραση: Ακατάλληλη εναλλακτική λύση

Όρος: Upkeep
Μετάφραση: Έκτακτη συντήρηση

Όρος: Uploading platforms
Μετάφραση: Αποβάθρες εκφόρτωσης

Όρος: Upper assessment threshold
Μετάφραση: Ανώτερο όριο εκτίμησης

Όρος: Upper explosion limit
Μετάφραση: Ανώτατο όριο εκρηκτικότητας

Όρος: Upper limb disorders
Μετάφραση: Διαταραχές των άνω άκρων

Όρος: Upper limbs
Μετάφραση: Άνω άκρα

Όρος: Upper limit
Μετάφραση: Ανώτερο όριο

Όρος: Upper-tier establishment
Μετάφραση: Μονάδα ανώτερης βαθμίδας

Όρος: Upstream supplier
Μετάφραση: Προγενέστερος προμηθευτής

Όρος: Uracil
Μετάφραση: Ουρακίλη

Όρος: Uranium
Μετάφραση: Ουράνιο

Όρος: Urea or carbamide
Μετάφραση: Ουρία, καρβαμίδιο

Όρος: Urease
Μετάφραση: Ουρεάση

Όρος: Ureides
Μετάφραση: Ουρίδια

Όρος: Uremia
Μετάφραση: Ουραιμία

Όρος: Urethane , urethane (INN), ethyl carbamate, carbamic acid ethyl ester
Μετάφραση: Ουρεθάνη ή καρβαμιδικός αιθυλεστέρας

Όρος: Urethra
Μετάφραση: Ουρήθρα

Όρος: Urination
Μετάφραση: Ούρηση

Όρος: Urine
Μετάφραση: Ούρα

Όρος: Uronic acid
Μετάφραση: Ουρονικό οξύ

Όρος: Urticaria
Μετάφραση: Κνίδωση, κνησμός

Όρος: Usability
Μετάφραση: Ευχρηστότητα

Όρος: Use
Μετάφραση: Χρήση

Συντομογραφία: UEC
Όρος: Use and exposure category
Μετάφραση: Κατηγορία χρήσης και έκθεσης

Όρος: Use appropriate container to avoid environmental contamination
Μετάφραση: Να χρησιμοποιηθεί ο κατάλληλος περιέκτης για να αποφευχθεί μόλυνση του περιβάλλοντος

Όρος: Use appropriate container to avoid environmental contamination
Μετάφραση: Να χρησιμοποιηθεί ο κατάλληλος περιέκτης για να αποφευχθεί μόλυνση του περιβάλλοντος

Συντομογραφία: UC
Όρος: Use category
Μετάφραση: Κατηγορία χρήσης

Συντομογραφία: UCN
Όρος: Use Code Nordic
Μετάφραση:

Συντομογραφία: UDS
Όρος: Use Descriptor System
Μετάφραση: Χρησιμοποίηση συστήματος περιγραφής, Χρήση συστήματος περιγραφής

Όρος: Use explosion-proof electrical/ventilating/lighting/…/ equipment
Μετάφραση: Να χρησιμοποιείται αντιεκρηκτικός ηλεκτρολογικός/εξαερισμού/φωτιστικός/…/ εξοπλισμός

Όρος: Use explosion-proof electrical/ventilating/lighting/…/ equipment
Μετάφραση: Να χρησιμοποιείται αντιεκρηκτικός ηλεκτρολογικός/εξαερισμού/φωτιστικός/…/ εξοπλισμός

Όρος: Use limitation
Μετάφραση: Περιορισμοί χρήσης

Όρος: Use of kinetochore antibody
Μετάφραση: Χρήση αντισωμάτων κινητοχώρου

Ακολουθήστε μας